ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η νέα ζωή της μνήμης των πραγμάτων

Η Τούλα Λιασή συγχρονίζει την ιστορία στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρνακας και μιλάει στην «Κ»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Υπάρχουν άνθρωποι και ονόματα που έχουν ταυτιστεί με την ιστορία του κάθε τόπου, συνήθως μεγάλα και σπουδαία, ή τραγικά πρόσωπα της ιστορίας. Βέβαια, στον αντίποδα συναντάει κανείς και ονόματα που χωρίς να έχουν κάνει κάτι το μεγάλο, ή τουλάχιστον όπως το εννοούμε το σπουδαίο, η παρουσία τους έχει μείνει ανεξίτηλη, γραμμένη στο είναι του τόπου. Μία τέτοια περίπτωση είναι και η οικογένεια Λιασή, από την Αγία Τριάδα Γιαλούσας της Καρπασίας. Μία οικογένεια που έμεινε πάνω στον ρότσον της, ο Σάββας και η Μαρούλα Λιασή, έζησαν κοντά μισό αιώνα έχοντας τον τίτλο του «εγκλωβισμένων», δεμένοι πιστά με τον τόπο τους, τον τόπο που αναπαυόταν και ο γιος τους Γιαννάκης, που χάθηκε στην Κλεπίνη της Κερύνειας.

Η κόρη της οικογένειας, η Τούλα Λιασή, φέρνει στο προσκήνιο την οικογένεια… αλλά με τρόπο τέτοιο, που τελικά φωτίζει όχι μόνο την οικογένειά της, αλλά και μια ολόκληρη εποχή και γενιές περασμένες. Η Τούλα Λιασή εκθέτει στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρνακας περισσότερα από 55 εικαστικά έργα (πίνακες, φωτογραφίες, βίντεο, και εγκαταστάσεις), σε επιμέλεια Ξένιου Συμεωνίδη, με τον τίτλο «Συγχρονίζοντας την Ιστορία».


«Υπάρχει συναισθηματική αξία σίγουρα, αλλά κυρίως δίνω βαρύτητα στον τρόπο που με εμπνέουν» και προσθέτει πως το σπίτι της στην Αγία Τριάδα είναι ακόμα γεμάτο αντικείμενα, αλλά «αυτά τα αντικείμενα με ενέπνευσαν, απλώς μου αρέσουν σαν φόρμα, σαν σχήμα, σαν χρώμα…».

Συνάντησα την κα Λιασή στην Πινακοθήκη ένα απόγευμα, λίγο πριν κλείσει η έκθεση, στον χώρο επικρατούσε ησυχία, τα αντικείμενα σχεδόν ακουγόντουσαν να αφηγούνται την ιστορία τους, τα πάθια των ανθρώπων, τις χαρές τους και τα μικρά μα και τα σπουδαία της οικογένειας Λιασή, και ολάκερης της Αγίας Τριάδας.

Τι ώθησε την Τούλα Λιασή να κάνει αυτή την έκθεση… μου λέει πως όταν πέθαναν οι γονείς της και άρχισε να καθαρίζει το σπίτι έβρισκε εκατοντάδες πράγματα: «έπρεπε πρώτα να τα κατηγοριοποιήσω, να τα εντάξω κάπου, να ξέρω τι έχουμε και μετά άρχισα να βλέπω τις αισθητικές τους αξίες. Με τούτα που θέλω κάτι να δημιουργήσω. Με τούτα τα αντικείμενα είναι σαν να χρησιμοποιώ, σαν ζωγράφος, χρώματα στην παλέτα μου. Αντί να πιάσω το τάδε χρώμα με το πινέλο, πιάνω τούτα τα αντικείμενα. Θέλω να αναδειχθούν οι αισθητικές τους αξίες, το ένα επίπεδο είναι αυτό, και το άλλο να φανεί η ιστορία του σπιτιού μου, που έπαιξε σπουδαίο ρόλο όλα αυτά τα χρόνια που έζησαν οι γονείς μου εγκλωβισμένοι», μου λέει.

Και καθώς με την κα Λιασή διατρέχουμε τις αίθουσες της Πινακοθήκης και παρατηρώ τα εκθέματα, σκέφτομαι πως η έκθεσή της, με την επιμελητική αισθητική του Ξένιου, έχει ξεφύγει από το ειδικό, που είναι το σπίτι του Λιασή, και έχει περάσει στο συλλογικό, που είναι το σπίτι του καθένα και της καθεμιάς, το σπίτι το παλιό, της γιαγιάς…

Φαντάζομαι ότι αυτή ήταν μια καθαρτική στιγμή της λέω, ένα τέλος… συμφωνεί, λέγοντας μου πως έχει κάνει και άλλα πρότζεκτ και για τον πεσόντα αδελφό της, και προσθέτω πως μοιάζει σαν να σηματοδοτεί ένα τέλος μιας ιστορίας… «Ναι, τέλος κάποιας ιστορίας, θέλω να βάλω μια τελεία σε τούτα που έγιναν, να δείξω τι έκαμαν εκείνοι, αλλά και πώς τα ανασυνθέτω εγώ».
Αντικείμενα, όπως τα αχρησιμοποίητα πετσετάκια ή τα σεντόνια για την Τούλα Λιασή είναι εργαλεία δημιουργίας, αν κάποιο είναι πρωτογενώς ατέλειωτο τώρα κλείνει τον κύκλο του, μού λέει. Μα ακόμα και κάποιες παλιές καρέκλες, δημιούργησαν μια ιστορία: «ήταν έξω σπασμένες, όταν τις έβαλα κάτω από τη συκαμιά και άρχισαν να πέφτουν οι σκιές, μου άρεσαν οι σκιές». Αποτολμώ την ερώτηση αν τα έργα της σε αυτή την έκθεση έχουν κάποια συμβολική αξία… η κα Λιασή αμέσως μού λέει πως δεν της αρέσουν οι συμβολισμοί… «Υπάρχει συναισθηματική σίγουρα, αλλά κυρίως δίνω βαρύτητα στον τρόπο που με εμπνέουν» και προσθέτει πως το σπίτι της στην Αγία Τριάδα είναι ακόμα γεμάτο αντικείμενα, αλλά «αυτά τα αντικείμενα με ενέπνευσαν, απλώς μου αρέσουν σαν φόρμα, σαν σχήμα, σαν χρώμα». Η Λιασή κάνει έναν πολύτιμο για εμένα διαχωρισμό μεταξύ εικαστικού εργαλείου και αντικειμένου συναισθηματικής αξίας… «Ας πούμε τα φουστανούθκια της μάμας μου έχουν συναισθηματική αξία. Δεν τα έφερα τα ίδια, γιατί νομίζω ότι δεν πρέπει να παρουσιάσουμε τα ίδια τα πράγματα, πιο καλά το reflected αντικείμενο παρά τα ίδια», αποστασιοποίηση της λέω… «Μα πρέπει να την κάνεις γιατί δεν μπορείς να ξεπεράσεις την εικόνα που σου έχει δημιουργήσει το αντικείμενο… μετά πώς θα δημιουργήσεις κάτι καινούργιο;» μου απαντά.

Η κα Λιασή με ξεναγεί και μού εξηγεί το κάθε έκθεμα, ένα προς ένα, με λεπτομέρειες, αλλά το σημαντικό στη δική μου θέαση των πραγμάτων τη δεδομένη στιγμή, είναι πως τίποτε στα έργα δεν κραυγάζει, δεν φωνάζει, έχουν όλα ανανοηματοδοθεί, αλλά δεν έχουν χάσει τίποτε από την αρχική τους υπόσταση, κάθε αντικείμενο είτε στο σύνολο ενός έργου, είτε μεμονωμένα, ψιθυρίζει την ιστορία του, και σε προκαλεί και σε προσκαλεί να το περιεργαστείς… Βλέπω τα αντικείμενα και τον συγχρονισμό τους με το σήμερα, και ταυτόχρονα αντιλαμβάνομαι το διαφορετικό παρελθόν τους. Υπάρχει συναίσθημα…; Ρωτάω την κα Λιασή… «Υπάρχει, βέβαια και υπάρχει. Απλώς δεν αρχίζω από συναισθηματικούς λόγους»… σίγουρα η αισθητική άποψη των πραγμάτων είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της έκθεσης, αλλά πώς θα ήταν δυνατόν να μην ενυπάρχει και το συναίσθημα… «Είναι σαν ένα μεγάλο μνημόσυνο για όλη την οικογένεια…».



Τονίζω στην κα Λιασή πως η έκθεση δεν φωνάζει την ιστορία ούτε της οικογένειάς της ούτε και της Αγίας Τριάδας… «Το σπίτι μας ξέρει όλη την ιστορία των εγκλωβισμένων αυτά τα 45 χρόνια», όποιος ξέρει την ιστορία μπορεί να καταλάβει, αλλά αυτό θα έρθει από μόνο του» μου λέει και προσθέτει πως ο καθένας έχει τη δική του ανάγνωση. Δεν μπορώ να εκβιάσω τίποτε, ο θεατής κάνει το έργο δικό του με τον τρόπο που βλέπει ο ίδιος. Με τα βιώματά του, με τις σκέψεις του». Κλείνοντας την κουβέντα μας, τη ρωτώ τι θα ήθελε να μείνει από αυτή την έκθεση… «Να είμαι η άξια κόρη των γονιών μου» μού απαντάει «Ότι τους σεβάστηκα. Σεβάστηκα τον κόπον τους τόσα χρόνια… Να τα υφαντά της μάνας μου, οι ρίγες που με ενέπνευσαν για να δημιουργήσω τα δικά μου. Τούτα είναι τα μοντέρνα, τα έργα. Εκράτησα τις ρίγες που με βόλευαν».

Πληροφορίες

«Συγχρονίζοντας την Ιστορία» της Τούλας Λιασή, σε επιμέλεια Ξένιου Συμεωνίδη, Δημοτική Πινακοθήκη Λάρνακας, λεωφόρος Αθηνών, Πλατεία Ευρώπης, Λάρνακα.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Εικαστικά: Τελευταία Ενημέρωση