Kathimerini.gr
Γιάννης Παλαιολόγος
Σίγουρος εμφανίζεται ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ ότι τα κράτη-μέλη θα υιοθετήσουν στο αμέσως επόμενο διάστημα το έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που θα περιλαμβάνει εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο. Στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ» στο αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης, αφού συμμετείχε στην τελετή έναρξης των εργασιών για την πλωτή μονάδα εισαγωγής υγροποιημένου αερίου που θα κατασκευαστεί στην περιοχή και πριν ταξιδέψει για τη Μολδαβία, ο κ. Μισέλ λέει επίσης ότι οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. είναι απολύτως ευθυγραμμισμένες όσον αφορά την παροχή βαρέων όπλων στην Ουκρανία.
Ερωτώμενος για την αναστάτωση που έχει προκαλέσει στην Ευρώπη το ρωσικό διάταγμα για την πληρωμή αερίου σε ρούβλια, ο κ. Μισέλ τονίζει ότι «η καλύτερη απάντηση είναι η απόφαση, την οποία θα λάβουμε άμεσα, για το έκτο πακέτο κυρώσεων, που θα καταρτιστεί έτσι ώστε να είναι στον μέγιστο δυνατό βαθμό επώδυνο για το Κρεμλίνο, αλλά όχι επώδυνο για εμάς». Σχετικά με το ενδεχόμενο ενός ουγγρικού βέτο στο εμπάργκο επί του ρωσικού πετρελαίου, σημειώνει ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τα τελευταία δύο χρόνια έχει επιτύχει συστηματικά να πάρει αποφάσεις σε δύσκολες συνθήκες» και «αυτό θα γίνει και τώρα». Επαναλαμβάνει, επίσης, ότι «αργά ή γρήγορα» το εμπάργκο θα πρέπει να επεκταθεί και στο ρωσικό αέριο.
Στο στρατιωτικό μέτωπο, έχουν εκφραστεί ανησυχίες ότι το μέγεθος της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία ειδικά από τις ΗΠΑ –και η ρητορική που το συνοδεύει (περί «ουκρανικής νίκης» και «αποδυνάμωσης της Ρωσίας»)– αυξάνει τις πιθανότητες μιας ακραίας αντίδρασης της Μόσχας. Υπάρχουν διαφορές στην ευρωπαϊκή έναντι της αμερικανικής προσέγγισης στο πεδίο αυτό;
«Είμαστε απολύτως ευθυγραμμισμένοι», απαντά, μνημονεύοντας το «ιστορικό Σαββατοκύριακο» μετά την 24η Φεβρουαρίου, όταν, όπως λέει, έπειτα από συνομιλία του με τον Β. Ζελένσκι, η Ε.Ε. αποφάσισε να ενεργοποιήσει τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Ειρήνης για τη χρηματοδότηση στρατιωτικής βοήθειας προς το Κίεβο. «Από την αρχή της εισβολής, το επίπεδο συντονισμού –εντός της Ε.Ε., μεταξύ των μελών του ΝΑΤΟ– είναι εξαιρετικά υψηλό, στο ανώτατο επίπεδο», προσθέτει.
Είμαι πεπεισμένος ότι θα λάβουμε περαιτέρω αποφάσεις για να αντιμετωπίσουμε πανευρωπαϊκά το κόστος της ενέργειας για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Ο κ. Μισέλ στην ομιλία του χθες στην Αλεξανδρούπολη είπε ότι «πρέπει να λυγίσουμε τη ρωσική πολεμική μηχανή». «Αυτός είναι ο σκοπός των κυρώσεων», εξηγεί στην «Κ». «Να ασκήσουμε πίεση στο Κρεμλίνο χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Ελπίζουμε να υπάρξουν εποικοδομητικές συνομιλίες που θα οδηγήσουν σε εκεχειρία – αλλά μόνο η Ουκρανία μπορεί να αποφασίσει τι συμβιβασμούς είναι διατεθειμένη να κάνει στο πλαίσιο αυτό».
«Πολύ σημαντικό έργο»
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θέτει τη μονάδα της Αλεξανδρούπολης, που αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2023, στο πλαίσιο της κορυφαίας ευρωπαϊκής προτεραιότητας της απεξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. «Πρέπει να επενδύσουμε σε πολύ μεγάλη κλίμακα στις υποδομές ενέργειας», σημειώνει. Ο FSRU (Floating Storage & Regassification Unit) της Αλεξανδρούπολης, θυμίζει, που «χρειάστηκε 12-13 χρόνια» για να ξεκινήσει να γίνεται πράξη, «είναι ακριβώς το είδος του έργου που χρειαζόμαστε ώστε να έχουμε περισσότερες επιλογές, να είμαστε πιο ανεξάρτητοι, να είμαστε κύριοι του πεπρωμένου μας. Είναι ένα πολύ σημαντικό έργο, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για την ευρύτερη περιοχή».
«Στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επέμεινα –και συμφώνησαν μαζί μου όλοι οι ηγέτες των “27”– ότι σε ένα θέμα όπως η ενέργεια, όταν λαμβάνουμε αποφάσεις με συνέπειες δεκαετιών, πρέπει να εμπλέκουμε εξαρχής τις χώρες εκείνες με τις οποίες ελπίζουμε να έχουμε ένα κοινό μέλλον, όπως τα Δυτικά Βαλκάνια ή οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης», λέει ο Βέλγος πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος ηγείται του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τα τέλη του 2019. Οπως αναφέρει ενδεικτικά, τα Δυτικά Βαλκάνια θα έχουν τη δυνατότητα συμμετοχής στο νεότευκτο εγχείρημα της κοινής προμήθειας αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πιο άμεσα, το ζήτημα που «καίει» τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι το κόστος της ενέργειας για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις 30-31 Μαΐου θα προκύψει κάποια ουσιώδης πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία για την άμεση αντιμετώπισή του;
«Είμαι πεπεισμένος ότι θα λάβουμε περαιτέρω αποφάσεις επ’ αυτού», απαντά. «Εχουμε συζητήσει αυτά τα θέματα αναλυτικά και είναι σαφές ότι όλοι έχουμε έναν κοινό στόχο». Σχετικά με το ζήτημα του πλαφόν στις τιμές του αερίου, λέει ότι καταβάλλεται κάθε προσπάθεια οι διαβουλεύσεις μεταξύ των ειδικών και των εμπλεκόμενων μερών να «γίνονται στη βάση του ορθού λόγου και όχι της ιδεολογίας». Τονίζει την ανάγκη να υπάρχει βεβαιότητα ότι η λήψη αυτού του μέτρου δεν θα έχει τις αρνητικές επιπτώσεις που έχουν αναδείξει ορισμένες χώρες (όπως στροφή των προμηθευτών σε άλλους προορισμούς, όπου μπορούν να λάβουν υψηλότερες τιμές).
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τάσσεται κατά νέου κοινού δανεισμού για τη χρηματοδότηση των μέτρων άμβλυνσης των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης σε αυτή τη φάση. «Αποφασίσαμε πριν από δύο χρόνια τον προϋπολογισμό για την τρέχουσα περίοδο, μαζί με το έκτακτο Ταμείο Ανάκαμψης. Πολλοί από τους πόρους αυτούς είναι ακόμα διαθέσιμοι. Επιπλέον, δώσαμε στα κράτη-μέλη τη δυνατότητα να δαπανήσουν ό,τι χρειαστεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ας χρησιμοποιήσουμε κατ’ αρχάς τα λεφτά που είναι διαθέσιμα και ας εξασφαλίσουμε ότι θα επενδυθούν σωστά – και έγκαιρα».
Καταλύτες
«Ξέραμε ήδη από πριν ότι έπρεπε να οικοδομήσουμε μια πιο ευρωπαϊκή προσέγγιση στην ενέργεια, για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας μας και για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», λέει ο κ. Μισέλ. Η ρωσική εισβολή, προσθέτει, «ήταν μια σαφής απόδειξη ότι πρέπει να δράσουμε ταχέως και να δράσουμε από κοινού». Τόσο η πανδημία όσο και ο πόλεμος στην Ουκρανία, σημειώνει, έχουν συμβάλει ώστε οι «27» να έχουν τις ίδιες προτεραιότητες, σε αντίθεση με τον κατακερματισμό συμφερόντων των προηγούμενων ετών.
Μεταξύ των βασικών αιτημάτων του Κιέβου προς τις Βρυξέλλες είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών ένταξης της Ουκρανίας στην Ε.Ε. Αν η Κομισιόν –όπως διαφαίνεται– εκδώσει τη γνώμη της επί του ζητήματος έως τις αρχές Ιουνίου (ολοκληρώνοντας σε τρεις μήνες μια διαδικασία που συνήθως διαρκεί έναν με ενάμιση χρόνο), θα τεθεί το ζήτημα της χορήγησης καθεστώτος υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην Ουκρανία στη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Ιουνίου;
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αποφεύγει να απαντήσει, λέγοντας ότι πρέπει να δει πρώτα το κείμενο της Κομισιόν. Ωστόσο, προσθέτει: «Οι Ουκρανοί πολεμούν αυτή τη στιγμή με απαράμιλλο θάρρος για την ελευθερία τους, την πατρίδα τους, τα παιδιά τους· αλλά πολεμούν και για τη δική μας ελευθερία, τις κοινές μας αξίες. Θα γίνει λοιπόν η συζήτηση [για την ένταξη]. Θα είναι μια σύνθετη συζήτηση, που αφορά τους όρους που θα πρέπει να πληροί η Ουκρανία, αλλά και την ίδια τη διαδικασία λήψης της απόφασης από την Ε.Ε. – αν μπορεί να γίνει πιο ευέλικτη. Και φυσικά πρέπει να έχουμε υπόψη μας την ευρύτερη εικόνα: υπάρχουν κι άλλες χώρες, π.χ. στα Δυτικά Βαλκάνια, που προσδοκούν να προσχωρήσουν στην Ε.Ε.».
Η Τουρκία και οι κυρώσεις
Μία ακόμα –τυπικά έστω– υποψήφια προς ένταξη χώρα είναι η Τουρκία, η οποία έχει απόσχει από την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία. «Προσπαθούμε να πείσουμε όλες τις τρίτες χώρες –και ειδικά αυτές που είναι υποψήφιες προς ένταξη– να ευθυγραμμιστούν με τις κυρώσεις της Ε.Ε. και να μην ανοίγουν παραθυράκια», σχολιάζει σχετικά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αποφεύγοντας ωστόσο να απαντήσει αν οι σχετικές επαφές με την Αγκυρα έχουν οδηγήσει σε κάποιο χειροπιαστό αποτέλεσμα. Ανησυχεί για μια νέα περίοδο έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο μετά την πρόσφατη έξαρση παραβιάσεων στο Αιγαίο από την Τουρκία; Πώς σχολιάζει την καταδίκη του Οσμάν Καβαλά; «Δαπανήσαμε πολύ χρόνο στο ζήτημα [της Ανατολικής Μεσογείου] την τελευταία διετία», υπενθυμίζει. «Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υποστηριχθεί πλήρως η εθνική κυριαρχία της Ελλάδας – και θέλω να επαινέσω τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τον τρόπο με τον οποίο κράτησε ενήμερο για τα θέματα αυτά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αλλά και για τις προτάσεις του για τη διαχείριση της σχέσης Ε.Ε. – Τουρκίας. Θα θέλαμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή σχέση με την Τουρκία – αλλά αυτό εξαρτάται και από την Τουρκία και τη συμπεριφορά της. Και πάντα στη σχέση αυτή θα προωθούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου».