Μανώλης Κωστίδης
Η οικονομία της Τουρκίας αρχίζει να αγγίζει τα όρια της χρεοκοπίας, όπως τουλάχιστον αναφέρει έκθεση που βρίσκεται στα χέρια του προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Κεμάλ Κιλιτσντάρολγου.
Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως αυτή η κατάσταση είναι ένας από τους λόγους που η τουρκική ηγεσία σχεδόν σε καθημερινή βάση στοχοποιεί την Ελλάδα και ανεβάζει τους τόνους με στόχο την αλλαγή της ατζέντας στο εσωτερικό μέτωπο.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Ηurriyet, στελέχη του κόμματος του CHP σε συνεργασία με διακεκριμένους οικονομικούς αναλυτές παρουσίασαν στον πρόεδρο του κόμματος μια έκθεση σχετικά με την πορεία της τουρκικής οικονομίας και προβλέψεις για το μέλλον της χώρας, μετά τις προεδρικές εκλογές.
Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην έκθεση, μετά τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, οι οποίες αναμένεται να πραγματοποιηθούν τον Ιούνιο του 2023, συνάγεται ότι η χώρα δεν θα καταφέρει να πληρώσει το εξωτερικό της χρέος και θα αναγκασθεί να κηρύξει παύση πληρωμών.
«Λόγω του χάους που θα αφήσει η σημερινή κυβέρνηση, η επόμενη νέα κυβέρνηση θα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της αποτυχίας στην οικονομική της πολιτική», αναφέρει η έκθεση και προβλέπει πως το τουρκικό δημόσιο θα δυσκολευθεί να πληρώσει μισθούς και συντάξεις. Πληροφορίες αναφέρουν πως οι συντάκτες τις έκθεσης τονίζουν ότι για να μη συμβεί αυτό, ξένες τράπεζες και χρηματοδοτικοί οίκοι θα πρέπει να στηρίξουν την Άγκυρα για να αποφύγει τη χρεοκοπία.
Ο κ. Κιλιτσντάρογλου φέρεται ήδη να έχει έρθει σε επαφή με ξένους χρηματοπιστωτικούς οίκους για να συζητήσει αυτό το ενδεχόμενο και να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους.
Το κόστος προστασίας του δημοσίου χρέους της Τουρκίας βρίσκεται σε επικίνδυνα επίπεδα, καθώς οι επενδυτές εκφράζουν τη δυσφορία τους για τα δημοσιονομικά της χώρας την ώρα που ο επίσημος πληθωρισμός έχει φτάσει στο 80%, ενώ το συνδικάτο DISK υποστηρίζει πως αγγίζει το 200%. Τα CDS, το κόστος ασφάλισης έναντι της χρεοκοπίας, ανήλθαν στις 740 μονάδες, ενώ πριν από λίγα χρόνια ήταν στις 200 μονάδες.
Τον Σεπτέμβριο του 2017 τα CDS της Τουρκίας ήταν στις 157 μονάδες.
Μέσα σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον, η τουρκική κυβέρνηση επιλέγει να ανεβάσει τους τόνους με την Ελλάδα, με νέους ισχυρισμούς για εγκλωβισμό τουρκικών μαχητικών από τα ελληνικά μαχητικά και τα αντιαεροπορικά συστήματα και να απειλεί με ένα «νέο 1922».
Παράλληλα, οι πρόσφατες προσπάθειες προσέγγισης με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία δεν φαίνεται να έχουν φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, με αποτέλεσμα όλα τα μέλη της τουρκικής κυβέρνησης να εκφράζουν έντονες απόψεις εναντίον των δύο αυτών χωρών. Γενικά προκαλεί εντύπωση η αντιδυτική ρητορική, που γίνεται όλο και εντονότερη.
Αναλυτές εκτιμούν πως αυτό βοηθάει την κυβέρνηση Ερντογάν να μην έρθουν στην επικαιρότητα τα πραγματικά προβλήματα της χώρας. Παράλληλα, λένε, δεν συζητούνται και οι μεγάλες υποχωρήσεις που έχει κάνει η χώρα στην εξωτερική πολιτική, όπως η προσέγγιση με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αλλά και με τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Ασαντ.
Tην περασμένη εβδομάδα, σε ομιλία του προς τους Τούρκους αξιωματικούς, ο κ. Ερντογάν υποστήριξε πως η Ελλάδα δεν είναι μόνη και υπάρχουν χώρες που την υποστηρίζουν.
«Στο Αιγαίο γνωρίζουμε ότι αυτοί που προκαλούν αναταραχή με παρενοχλήσεις και αγένεια σε κάθε ευκαιρία είναι μόνο πιόνια και κάνουν προσπάθειες μαζί με αυτούς που βρίσκονται πίσω τους. Στην Ανατολική Μεσόγειο γνωρίζουμε καλά τους λόγους αυτών που με τον θόρυβο που προκαλούν επιχειρούν να καταπατήσουν τα δικαιώματά μας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Μαθήματα» ιστορίας
Ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας, Χουλουσί Ακάρ, σε ομιλία του σε αεροπορική βάση της Τουρκίας, αφού δήλωσε πως η Ελλάδα «προέβη σε απόπειρα εισβολής με την ενθάρρυνση και την υποστήριξη τρίτων χωρών το 1919-1922», τόνισε πως «επανειλημμένως υπενθυμίζουμε στους συνομιλητές μας ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να μπει ξανά σε παρόμοια περιπέτεια, δεν πρέπει να ξαναμπεί σε μπελάδες, να ξαναπάθει τέτοια μεγάλη ζημιά και πρέπει να διδαχθεί από την Ιστορία».
Στρατιωτικοί αναλυτές της γειτονικής χώρας υποστηρίζουν πως ο πρόσφατος ισχυρισμός της Άγκυρας περί εγκλωβισμού δύο τουρκικών F-16 από τα ραντάρ των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-300 τα οποία έχει εγκαταστήσει η Ελλάδα στην Κρήτη, που σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας συνέβη στις 23 Αυγούστου, δείχνει πως η Αθήνα αρχίζει να στέλνει το μήνυμα πως μπορεί να «κλείσει το Αιγαίο».
Ωστόσο, πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως η Άγκυρα κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να ισοσκελίσει την επιλογή που έκανε πριν από τρία χρόνια αγοράζοντας S-400 από τη Ρωσία. Ο κ. Ερντογάν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο αποκάλυψε την άποψη της χώρας του στο συγκεκριμένο ζήτημα.
«Τώρα αναμένουμε με ανυπομονησία πώς θα απαντήσει η ίδια Αμερική στην ενεργοποίηση των συστημάτων S-300 από την Ελλάδα εναντίον μιας αεροπορικής δύναμης μέλους του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, με την προσφορά των F-35 στην Ελλάδα, τα οποία δεν έδωσαν σε εμάς, oι ΗΠΑ άνοιξαν τον δρόμο ώστε τα ρωσικά συστήματα αεράμυνας να μπουν στο ίδιο περιβάλλον με αυτά τα αεροπλάνα, κάτι το οποίο υποτίθεται επεδίωκε να αποφύγει. Εμείς, ποτέ μα ποτέ δεν θα χρησιμοποιούσαμε τα F-35 και τους S-400 στο ίδιο σύστημα, όπως άλλωστε υποσχεθήκαμε στην προμηθεύτρια χώρα. Ουδείς όμως πρέπει να αμφιβάλλει ότι η Ελλάδα, που δεν γνωρίζει όρια νομικά και ηθικά ή ανθρωπιστικές αξίες, θα διαπράξει αυτήν την απερισκεψία».
Η τουρκική στρατιωτική ηγεσία, εν τω μεταξύ, υποστηρίζει πως είναι σε καλό επίπεδο οι διαπραγματεύσεις της Αγκυρας με τις ΗΠΑ στο ζήτημα της αγοράς των F-16 Viper και στον εκσυγχρονισμό 80 F-16. Πάντως, στην τουρκική πρωτεύουσα διαπιστώνουν πως στο Κογκρέσο το κλίμα παραμένει αρνητικό για την Τουρκία και υπάρχει ανησυχία για πιθανή άρνηση ή μεγάλη καθυστέρηση στο συγκεκριμένο αίτημα για τα μαχητικά.