Kathimerini.gr
Επίσκεψη υψηλών προσδοκιών στο Πεκίνο πραγματοποιεί η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις εντάσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Το ταξίδι της Γέλεν (6-9 Ιουλίου) θα είναι το πρώτο της θητείας της και σημειώνεται μετά την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν τον περασμένο μήνα, σε μια ταραγμένη περίοδο στις διμερείς σχέσεις Ουάσιγκτον – Πεκίνου, με φόντο τον εντοπισμό ενός κινεζικού κατασκοπευτικού μπαλονιού στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ στις αρχές Φεβρουαρίου και την αυξανόμενη κινεζική απογοήτευση για τις προσπάθειες της κυβέρνησης Μπάιντεν να εμποδίσει την πρόσβαση της Κίνας σε ευαίσθητες τεχνολογίες. Η Γέλεν η οποία έχει αποκαλέσει «καταστροφική» την ιδέα μιας οικονομικής αποσύνδεσης από την Κίνα, εξέφρασε αρκετές φορές τον τελευταίο χρόνο την επιθυμία της να επισκεφθεί τoν «Κόκκινο Δράκο». Θεωρεί ότι οι δύο χώρες «μπορούν και πρέπει να βρουν έναν τρόπο να συνυπάρξουν», παρά τις τεταμένες σχέσεις τους για μια σειρά θεμάτων που αφορούν τη γεωπολιτική, αλλά και την οικονομική ανάπτυξη. Αν και υπάρχουν σαφείς τομείς κοινού ενδιαφέροντος, υπάρχουν παράλληλα σημαντικές διαφωνίες που δεν πρόκειται να επιλυθούν με ένα και μόνο ταξίδι, προεξoφλούν αναλυτές.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει λάβει μέτρα για να μειώσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από τις κινεζικές εισαγωγές, ενώ προσπάθησε να περιορίσει την πρόσβαση του Πεκίνου σε ημιαγωγούς, βιοτεχνολογία και ευαίσθητα τεχνολογικά δεδομένα που τροφοδοτoύν τομείς όπως η ρομποτική, οι δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης και οι υπολογιστές υψηλής τεχνολογίας. Ταυτόχρονα, η Κίνα έχει απογοητεύσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με την απροθυμία της να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους των δανείων που οφείλουν οι χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου που αντιμετωπίζουν χρεοκοπία, και έχει διατηρήσει στενούς οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία παρά την εισβολή της χώρας στην Ουκρανία και τις διεθνείς κυρώσεις προς τη Μόσχα. Η υπουργός Οικονομικών από την πλευρά της αναμένεται να εγείρει αντιρρήσεις για την πρόσφατη απαγόρευση της Κίνας που στοχεύει στη Micron Technology, την εταιρεία παραγωγής τσιπ μνήμης, με έδρα τις ΗΠΑ, που χρησιμοποιούνται σε τηλέφωνα, υπολογιστές και άλλα ηλεκτρονικά είδη. Η κινεζική κυβέρνηση τον Μάιο απαγόρευσε σε εταιρείες που χειρίζονται κρίσιμες πληροφορίες να αγοράζουν μικροτσίπ της Micron, έπειτα από ανάλογα μέτρα της Ουάσιγκτον. Τα τσιπ της εταιρείας, τα οποία χρησιμοποιούνται για αποθήκευση μνήμης σε όλα τα είδη ηλεκτρονικών ειδών, όπως τηλέφωνα και υπολογιστές, κρίθηκε ότι δημιουργούν «σοβαρά προβλήματα κυβερνοασφάλειας» από την υπηρεσία επιτήρησης Διαδικτύου της Κίνας. Η Γέλεν αναμένεται επίσης να εκφράσει ανησυχίες για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που σχετίζονται με τη μεταχείριση των εθνοτικών μειονοτήτων από την Κίνα στην αυτόνομη περιοχή Σιντζιάνγκ, όπου η κινεζική κυβέρνηση έχει κατηγορηθεί για μαζική κράτηση μουσουλμάνων. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ελπίζουν επίσης να κατανοήσουν καλύτερα το πεδίο εφαρμογής του νέου νόμου περί αντικατασκοπείας της Κίνας, ο οποίος θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες προκλήσεις για τις ξένες εταιρείες. Ενώ είναι πιθανό να «ακουστούν» παράπονα και από τις δύο πλευρές, η Γέλεν σκοπεύει να υποστηρίξει ότι οι ενέργειες των ΗΠΑ προς τη σταδιακή απεξάρτηση από την Κίνα και την προστασία της εθνικής της ασφάλειας δεν αποσκοπούν στην «αποσύνδεση» των δύο οικονομιών, οι οποίες είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετες. Η ίδια επιμένει να περιγράφει τη σχέση μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου ως σημαντική για ολόκληρο τον κόσμο και ο τόνος της σε πρόσφατες συνεντεύξεις ήταν ήπιος. Ο «υγιής ανταγωνισμός» θα μπορούσε να ωφελήσει τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις και στις δύο χώρες, είπε. Σε ένδειξη του πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει το Πεκίνο την επίσκεψη της Γέλεν, έσπευσε να διορίσει σε μια αιφνιδιαστική κίνηση έναν νέο γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος για να ηγηθεί της κεντρικής τράπεζας της χώρας. Ο Παν Γκογκσένγκ, οικονομολόγος που σπούδασε στα Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ανέλαβε επικεφαλής του κυβερνώντος κόμματος στη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας (PBOC), καθώς το Πεκίνο ενισχύει την προσπάθειά του να σταματήσει την οικονομική επιβράδυνση της χώρας και να ανακόψει τη διολίσθηση του νομίσματός της.