ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Πρόκληση για τις τράπεζες η αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας

Oι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα είναι πλέον σχεδόν διπλάσιες από τα δάνεια, σύμφωνα με έρευνα της ΕΥ

ΚΥΠΕ

Η αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας αποτελεί μια από τις μεγάλες προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα, παρά τα αυξημένα έσοδα που θα έχουν οι τράπεζες λόγω της ανόδου του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων από τις Κεντρικές Τράπεζες στο πλαίσιο της ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής, δήλωσε ο Σάββας Πεντάρης, Συνεταίρος και Διευθυντής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών του ελεγκτικού οίκου ΕΥ.

Έπειτα από χρόνια απομόχλευσης δανείων μετά την οικονομική κρίση του 2013, οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα είναι πλέον σχεδόν διπλάσιες από τα δάνεια. Όπως αναφέρθηκε σε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση έρευνας του οίκου ΕΥ για τον μέλλον του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο, που συντάχθηκε με την στήριξη του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου, η κατάσταση αυτή «δεν είναι διατηρήσιμη».

Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα βρίσκονται στα €52 δισεκατομμύρια, ενώ τα δάνεια ανέρχονται σε €28 δισ.

«Ο τρόπος με τον οποίο είναι δομημένος ο ισολογισμός των τραπεζών τους αποφέρει αυξημένα κέρδη λόγω της ύπαρξης της πλεονάζουσας ρευστότητας, που διατηρεί τα καταθετικά επιτόκια χαμηλά, ενώ η κατάθεση των ρευστών διαθεσίμων στην ΕΚΤ δίνει θετική απόδοση», είπε ο κ. Πεντάρης, για να προσθέσει ωστόσο πως «αυτό το πράγμα δεν είναι διατηρήσιμο».

Όπως είπε, η πλεονάζουσα ρευστότητα πρέπει να διοχετευθεί σε άλλα παραγωγικά στοιχεία, ούτως ώστε οι τράπεζες να φέρουν την απαραίτητη απόδοση των κεφαλαίων τους».

Σημείωσε μάλιστα πως τα €3 δισ των νέων δανείων που παραχωρούνται ετησίως στην Κύπρο «δεν είναι αρκετά να απορροφήσουν την πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει».

«Άρα υπάρχει ανάγκη κάπως οι τράπεζες να βρουν τρόπους να διοχετεύουν αυτή την πλεονάζουσα ρευστότητα κάπου αλλού, είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό», είπε, προσθέτοντας πως μια λύση θα ήταν η ανάπτυξη προγραμμάτων διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων από τις τράπεζες.

Ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Τραπεζών, Μιχάλης Καμμάς τόνισε πως η επιστροφή των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα «είναι και ψήφος εμπιστοσύνης προς το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, με τα αποτελέσματα που ανακοινώνουν οι τράπεζες να δείχνουν ότι επανέρχεται η εμπιστοσύνη προς το κυπριακό τραπεζικό σύστημα».

Από την πλευρά του, ο Γιώργος Τζιωρτζής, συνέταιρος και επικεφαλής του συμβουλευτικού τμήματος στην ΕΥ επεσήμανε πως υπάρχει έλλειψη επενδυτικής κουλτούρας του μέσου Κύπριου. «Μια πιο επενδυτική κουλτούρα γενικά στην κοινωνία μας, θα βοηθούσε αυτή η ρευστότητα να μεταλλαχθεί σε επενδυτικά προϊόντα από τις τράπεζες παρά αυτά τα χρήματα να είναι παρκαρισμένα σε καταθέσεις», συμπλήρωσε.

Μονόδρομος η τεχνολογική αναβάθμιση, δαπάνες €240 εκατ. για τεχνολογικό μετασχηματισμό

Ο κ. Τζιωρτζής ανέφερε πως ένας προοδευτικός τομέας πρέπει να κοιτάζει μπροστά και να μπορεί να αφομοιώσει τις ανερχόμενες τάσεις.

«Σε μια εποχή άμεσα επηρεασμένη από την ανάπτυξη της τεχνολογίας, η τεχνολογική μεταρρύθμιση των τραπεζών είναι μονόδρομος», είπε, επισημαίνοντας ότι αυτό φαίνεται από την εκτόξευση των χρηστών της διαδικτυακής τραπεζικής στο 70% τα τελευταία τρία χρόνια ενώ τα φυσικά καταστήματα μειώθηκαν κατά 30%.

Λέγοντας πως οι κυπριακές τράπεζες έχουν ήδη ξοδέψει €240 εκατ. στον τεχνολογικό τους μετασχηματισμό, ο κ. Τζιωρτζής είπε πως η πρόοδος της τεχνολογίας έφερε ανταγωνισμό στις τράπεζες από τις εταιρείες χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (fintech), που λειτουργούν με ένα πιο ευέλικτο μοντέλο. «Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι οι τράπεζες για να παραμείνουν ανταγωνιστικές πρέπει να εστιάσουν στις ψηφιακές τους διαδικασίες και υποδομές, έτσι ώστε να γίνουν πιο απλές, γρήγορες και αποτελεσματικές», συμπλήρωσε.

Πρέπει να βρεθούν λύσεις με την ΕΤΥΚ για αυτόματες αυξήσεις

Εξάλλου, ο Ανδρέας Σωκράτους Διευθυντής Στρατηγικής και Συναλλαγών στην ΕΥ, υπογράμμισε κάτι που αναδεικνύει η μελέτη και αφορά στην κουλτούρα για την επίτευξη των στόχων του κυπριακού τραπεζικού συστήματος.

«Όπως όλοι γνωρίζουμε, υπήρχαν ανέκαθεν διαμάχες και διαφορετικές απόψεις μεταξύ συντεχνίας και διευθύνσεων και τραπεζών και αυτές οι διαμάχες δυσκολεύουν την επίτευξη μιας υγειούς κουλτούρας», ανέφερε.

Σύμφωνα με τον ίδιο «το συντεχνιακό μοντέλο αποθαρρύνει την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τη ανταμοιβή, τη δίκαιη ανέλιξη και προαγωγή των αποδοτικών υπαλλήλων και πιστεύουμε ότι πρέπει να βρεθεί μια λύση μεταξύ της συντεχνίας και των διευθύνσεων τραπεζών όπου θα αναθεωρηθεί το σύστημα ανταμοιβής και προαγωγής των υπαλλήλων».

Εξάλλου, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, ο κ. Πεντάρης είπε πως οι κυπριακές τράπεζες έχουν κάνει πρόοδο στη μείωση του κόστους, κάτι που βρίσκεται σε κίνδυνο από την εκ νέου αύξηση του κόστους λόγω των αυτόματων μισθολογικών αυξήσεων. «Η μείωση του προσωπικού, αν δεν συνδυαστεί με όλα τα άλλα (αξιοποίηση ψηφιακού μετασχηματισμού, αλλαγή δεξιοτήτων προσωπικού) σε πέντε χρόνια θα έχουμε το ίδιο κόστος λόγω των αυτόματων αυξήσεων αν συνεχιστεί το σύστημα όπως έχει σήμερα», είπε.

Σε αυτό το σημείο, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Τραπεζών, Κωνσταντίνος Κουτεντάκης, τόνισε πως τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει βελτίωση του δείκτη κόστους προς έσοδα, κυρίως λόγω της αύξησης των εσόδων και όχι λόγω της μείωσης των εξόδων. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επέλθει και μια περαιτέρω συνεννόηση με την συντεχνία προκειμένου να αλλάξουν ορισμένα πράγματα που έχουν να κάνουν κυρίως με την αξιολόγηση των υπαλλήλων και της βελτίωσης της αποδοτικότητάς τους», είπε.

Σταθερότητα στο πλαίσιο των εκποιήσεων

Εξάλλου, σύμφωνα με τον Γιώργο Τζιωρτζή η σταθερότητα του τραπεζικού τομέα, πέραν από την έγκαιρη επισήμανση καθυστερήσεων στο δανειακό χαρτοφυλάκιο είναι συνδεδεμένη από ένα σταθερό πλαίσιο εκποιήσεων.

«Η σταθερότητα του τραπεζικού τομέα απειλείται τα τελευταία χρόνια από πολιτικές παρεμβάσεις στον τομέα των εκποιήσεων με συνεχείς αναβολές», είπε, προσθέτοντας πως «με τις συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις στέλνεται μήνυμα έλλειψης εμπιστοσύνης σε μελλοντικούς επενδυτές, το οποίο μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει στην κυπριακή οικονομία».

Η έκθεση της ΕΥ, η πρώτη στο είδος της στην Κύπρο, καταγράφει την μεγάλη σημασία του τραπεζικού συστήματος για την κυπριακή οικονομία.

Με βάση τα στοιχεία, οι δραστηριότητες των τραπεζικού τομέα το 2020 συνεισέφεραν €1,29 δισ. στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, που αντιστοιχούσαν στο 6,6% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στην Κύπρο, σε σύγκριση με το 2,8% που είναι μέσος όρος της ευρωζώνης. Σύμφωνα με την έκθεση, οι μεγαλύτερες τράπεζες του κλάδου συνείσφεραν €216 εκατ. το 2021 στα εθνικά φορολογικά έσοδα, που αντιστοιχεί σε 4,27% της συνολικής φορολογικής συνεισφοράς στην Κύπρο.

Οι κυπριακές τράπεζες είναι από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας, απασχολώντας περίπου 7.400 άτομα ή 974 τραπεζικούς υπαλλήλους ανά 100.000 πελάτες, το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη.

Η έκθεση καταπιάνεται σε τέσσερις πυλώνες, τον ξεκάθαρο σκοπό, τη βιωσιμότητα, την σταθερότητα και τη σταθερότητα και την προοδευτικότητα το τραπεζικού συστήματος.

Εξάλλου, ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου, Μιχάλης Καμμάς είπε πως η έρευνα «είναι το αποτέλεσμα πολύμηνης, εντατικής και διεξοδικής εργασίας και καταγράφει με τρόπο ξεκάθαρο τη σημαντικότητα του τραπεζικού τομέα, τις προκλήσεις των τραπεζών και της οικονομίας, τις αλλαγές και τις τάσεις που δημιουργούνται αλλά και τις δυναμικές όπως διαμορφώνονται κυρίως μέσα από το δίπτυχο Πράσινης και Ψηφιακής Μετάβασης.»

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση