Γράφει ο ΧΟΛΓΚΕΡ ΣΜΙΕΝΤΙΝΓΚ*
Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει πράγματι ασυνήθιστους κινδύνους. Αν και η εμπιστοσύνη των καταναλωτών έχει εξασθενήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη δείχνει ανθεκτική. Ωστόσο, οι πιο ήπιες επιχειρηματικές προσδοκίες και η συνεχιζόμενη συμπίεση των πραγματικών διαθέσιμων εισοδημάτων προαναγγέλλουν κάποια προβλήματα στο μέλλον. Αναμένουμε η ανάπτυξη των ΗΠΑ να επιβραδυνθεί σε πολύ χαμηλότερη τάση στις αρχές του 2023, με 40% πιθανότητες μιας πιθανώς αβαθούς ύφεσης. Βραχυπρόθεσμα συμμεριζόμαστε την ευρέως διαδεδομένη άποψη των Αμερικανών επενδυτών ότι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη των ΗΠΑ. Αυτή τη στιγμή, η Ευρώπη φαίνεται να βρίσκεται σε στασιμοπληθωρισμό έναντι της συνεχιζόμενης, αν και συγκρατημένης ανάπτυξης των ΗΠΑ. Μια μείωση του ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου στην Ευρώπη φαίνεται πιθανή, αν όχι και τόσο προς το παρόν. Η φύση και το χρονοδιάγραμμα των προβλημάτων διαφέρουν, πάντως, ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Εξακολουθώντας να εξαρτάται από τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία και έχοντας σημαντικό μεταποιητικό τομέα, η πρώτη είναι περισσότερο εκτεθειμένη στους τωρινούς διπλούς κραδασμούς σε επίπεδο προσφοράς, που προξενούν ο πόλεμος του Πούτιν και τα lockdowns στην Κίνα. Ομως, καθώς η Ευρωζώνη δεν διαθέτει τον εγχώριο πληθωρισμό των ΗΠΑ, ο κίνδυνος η κεντρική τράπεζα να θέλει να περιορίσει την ανάπτυξη της ζήτησης πολύ κάτω από την επικρατούσα τάση, προκαλώντας μια ακούσια ύφεση το 2023, φαίνεται πολύ χαμηλότερος στην Ευρωζώνη. Η Ευρώπη θα ωφεληθεί επίσης περισσότερο από τις ΗΠΑ από μια πιθανή χαλάρωση των περιορισμών προσφοράς αργότερα φέτος και το 2023. Μια δε υποθετική ύφεση των ΗΠΑ το επόμενο έτος θα έβλαπτε την Ευρώπη, αν και πιθανότατα θα το έκανε λιγότερο από το συνηθισμένο. Σε κάποιο βαθμό, η ασθενέστερη ζήτηση των ΗΠΑ για αγαθά θα μπορούσε να επιτρέψει στους Ευρωπαίους παραγωγούς να εξασφαλίσουν πιο σπάνιες προμήθειες. Καθώς τα βιβλία παραγγελιών είναι γεμάτα, η παραγωγή μπορεί στη συνέχεια να αυξηθεί, ακόμα και αν μειωθεί η εισροή νέων παραγγελιών.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό και παρά τις πρώτες χαρακτηριστικές ενδείξεις, ο δείκτης τείνει να πλησιάσει στην κορύφωσή του στις ΗΠΑ και μπορεί να το κάνει λίγους μήνες αργότερα στην Ευρωζώνη. Πάντως, από πλευράς ενημέρωσης των εταιρειών, η ισχύς τους στην τιμολόγηση αγαθών και η ακόμα ατελής μετακύλιση του υψηλότερου κόστους στους καταναλωτές υποδηλώνουν ότι υπάρχουν κίνδυνοι σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα να ανέλθει ο πληθωρισμός περισσότερο στην Ευρώπη απ’ ό,τι στις ΗΠΑ.
* Ο κ. Χόλγκερ Σμίεντινγκ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.