Kathimerini.gr
Σύννεφα διχασμού πυκνώνουν πια πάνω από τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης – ΗΠΑ με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις του, όπως προκύπτει μέσα από τα θέματα που κυριαρχούσαν σήμερα σε Financial Times, Politico κ.α.
«Αξιωματούχοι της Ε.Ε. επιτίθενται στον Τζο Μπάιντεν για τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, τις πωλήσεις όπλων και για θέματα εμπορίου, ενώ ο πόλεμος του Βλαντιμίρ Πούτιν απειλεί να καταστρέψει τη δυτική ενότητα» σημειώνουν οι συντάκτες του ευρωπαϊκού Politico, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι «εννέα μήνες μετά την εισβολή στην Ουκρανία ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει αρχίσει πια να προκαλεί ρήγματα στη Δύση».
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι «εξαγριωμένοι» με την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, ώστε να κατηγορούν τους Αμερικανούς ότι έχουν κάνει μια περιουσία από τον πόλεμο στην Ουκρανία ενώ οι χώρες της Ε.Ε. υποφέρουν.
«Το γεγονός είναι ότι, αν το δεις νηφάλια, η χώρα που κερδίζει περισσότερο από αυτόν τον πόλεμο είναι οι ΗΠΑ επειδή πουλάνε περισσότερο φυσικό αέριο και σε υψηλότερες τιμές και επειδή πουλάνε περισσότερα όπλα» δηλώνει ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος μιλώντας στο Politico.
Κάτι ανάλογο είχε ωστόσο δηλώσει δημοσίως προ ημερών και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες παράγουν φθηνό φυσικό αέριο, το οποίο μας πουλάνε σε υψηλή τιμή… Δεν νομίζω ότι αυτό είναι φιλική κίνηση» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Γάλλος ηγέτης, με το βλέμμα στραμμένο στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Σε ό,τι έχει να κάνει ειδικότερα με τις τιμές του φυσικού αερίου, ωστόσο, υπάρχει και η άλλη άποψη σύμφωνα με την οποία εκείνοι που κερδοσκοπούν δεν είναι οι Αμερικανοί παραγωγοί – εξαγωγείς, αλλά ευρωπαϊκές εταιρείες που μεταπωλούν ακριβά εντός των ευρωπαϊκών συνόρων το φθηνό αμερικανικό LNG.
Διατλαντικό αγκάθι ο νέος νόμος του Μπάιντεν
Εν τω μεταξύ, ωστόσο, τις τελευταίες εβδομάδες έμελλε να αναδυθεί και άλλο ένα αγκάθι που πλέον ρίχνει βαριά τη σκιά του πάνω από τις διατλαντικές σχέσεις προκαλώντας ρήγματα και δίνοντας τροφή σε έριδες.
Η μεγαλύτερη εστία έντασης τις τελευταίες εβδομάδες είναι οι πράσινες επιδοτήσεις και οι φόροι του Τζο Μπάιντεν, που οι Βρυξέλλες λένε ότι απειλούν να καταστρέψουν τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, εξηγούν οι συντάκτες του Politico.
Η Ε.Ε. απαιτεί μια ταχεία απάντηση στο ύψους 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων πακέτο πράσινων επιδοτήσεων του Τζο Μπάιντεν, σημειώνουν από την πλευρά τους οι ανταποκριτές των Financial Times στις Βρυξέλλες, βλέποντας τη διαμάχη Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ηνωμένων Πολιτειών για το συγκεκριμένο θέμα να επιδεινώνεται και την απειλή ενός διατλαντικού εμπορικού πολέμου (transatlantic trade war) να έρχεται πιο κοντά.
Στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αντιδράσεων βρίσκεται ο νόμος (Inflation Reduction Act – IRA) που έφερε η διοίκηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ με στόχο τη μείωση του πληθωρισμού. Ο λόγος για έναν ομοσπονδιακό νόμο που εγκρίθηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο τον περασμένο Αύγουστο και πρόκειται να τεθεί σε ισχύ στις αρχές Ιανουαρίου του 2023.
Η ευρωπαϊκή πλευρά έχει ωστόσο εκφράσει «σοβαρές ανησυχίες» αναφορικά με την εν λόγω νομοθεσία, με το αιτιολογικό ότι εκείνη παραβιάζει τους κανόνες του διεθνούς/ελεύθερου εμπορίου καθώς παρεκκλίνει από τον θεμιτό ανταγωνισμό.
Inflation Reduction Act – Όσα προβλέπει
Ο νόμος Inflation Reduction Act – IRA παρέχει εκπτώσεις φόρου και επιδοτήσεις σε καταναλωτές και σε εταιρείες των ΗΠΑ για προϊόντα όπως ηλεκτρικά οχήματα, ανεμογεννήτριες κ.ά., καθώς οι ΗΠΑ προσπαθούν να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα δημιουργώντας παράλληλα θέσεις εργασίας. Αυτές οι εκπτώσεις και οι επιδοτήσεις, ωστόσο, αφορούν προϊόντα τα οποία θα παράγονται εντός των αμερικανικών συνόρων.
Μέσα σε τέτοιο πλαίσιο, ωστόσο, όπως εξηγούν οι Financial Times, αρκετές ευρωπαϊκές εταιρείες ετοιμάζονται να κατευθύνουν στις ΗΠΑ, και όχι στην Ε.Ε., τις επόμενες επενδύσεις τους.
«Οι Αμερικανοί -οι φίλοι μας- παίρνουν αποφάσεις που έχουν οικονομικό αντίκτυπο σε εμάς» δήλωσε προ ημερών ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ μιλώντας στο Politico.
Προκειμένου να μπορέσουν να απαντηθούν έστω κάποιες από τις σχετικές ευρωπαϊκές ανησυχίες αναφορικά με το αμερικανικό Inflation Reduction Act (IRA), η ευρωπαϊκή πλευρά προώθησε τη σύσταση μιας κοινής αμερικανοευρωπαϊκής US-EU Task Force που είχε ήδη συναντήσεις τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο.
Διαφορά στις τιμές της ενέργειας
Δεν είναι μόνο τα φορολογικά θέλγητρα του Μπάιντεν που καθιστούν τις ΗΠΑ περισσότερο ελκυστικές ως επενδυτικό – επιχειρηματικό προορισμό, είναι παράλληλα και οι τιμές της ενέργειας που είναι αρκετά χαμηλότερες στις ΗΠΑ σε σύγκριση με την Ευρώπη.
Ενδεικτικά, η αμερικανική Cheniere Energy, που ξεχωρίζει ως η μεγαλύτερη μεταξύ των εξαγωγέων υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ, πουλά το φυσικό της αέριο σε τιμή fixed, χρησιμοποιώντας ως βάση υπολογισμού το αμερικανικό Henry Hub. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το αμερικανικό LNG πωλείται προς περίπου 33 δολάρια / μεγαβατώρα. Συγκριτικά, η τιμή του ευρωπαϊκού TTF είναι τώρα 119 ευρώ / μεγαβατώρα και το πλαφόν που πρότεινε η Κομισιόν 275 ευρώ / μεγαβατώρα.
Αναφορικά με το αμερικανικό Inflation Reduction Act (IRA), οι Ευρωπαίοι θέλουν να έχουν στα χέρια τους κάποιες συγκεκριμένες προτάσεις διευθέτησης έως τις 5 Δεκεμβρίου, οπότε αναμένεται να πραγματοποιηθεί η επόμενη συνάντηση του Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας Ε.Ε. – ΗΠΑ (EU-US Trade and Technology Council).
Οι Financial Times διαπιστώνουν αυξανόμενη ανησυχία εντός της Ε.Ε. αναφορικά με την κλίμακα του προγράμματος επιδοτήσεων στις ΗΠΑ. Υπογραμμίζουν επίσης τον κίνδυνο η αποτυχία επίτευξης καλύτερων όρων για την Ε.Ε. στο συγκεκριμένο θέμα να οδηγήσει σε σοβαρή διαμάχη Ε.Ε. – ΗΠΑ, σε μια περίοδο όμως κατά την οποία και οι δύο πλευρές πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη διατλαντική ενότητα λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Ο επιμένων… ευρωπαϊκά
Ορισμένα κράτη – μέλη της Ε.Ε., όπως η Γαλλία, έχουν ζητήσει από τις Βρυξέλλες να απαντήσουν στις ΗΠΑ με μια ανάλογη νομοθετική πρωτοβουλία επιδοτήσεων και εκπτώσεων υπέρ των ευρωπαϊκών προϊόντων τύπου «Buy European» («Ο επιμένων… ευρωπαϊκά», σε ελεύθερη απόδοση). Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ έχει επίσης από την πλευρά του προτείνει να αυξηθούν οι επιδοτήσεις.
Ωστόσο, άλλα κράτη – μέλη, όπως η Ολλανδία και η Σουηδία, έχουν προειδοποιήσει ενάντια σε μια κούρσα επιδοτήσεων ή σε ένα καθεστώς μεροληπτικής μεταχείρισης που θα μπορούσε να προκαλέσει αντίποινα από άλλους εμπορικούς εταίρους.
Με πληροφορίες από Financial Times, Politico