«Η Ευρώπη ξεμένει από χρόνο» είναι η πρώτη φράση την οποία χρησιμοποιεί ανάλυση του Politico με τίτλο «Η οικονομική Αποκάλυψη της Ευρώπης», για να περιγράψει παρασταστικά τις οικονομικές προκλήσεις και δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει η Γηραιά Ηπειρος με το βλέμμα στραμμένο στη δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Οπως σημειώνει το Politico, η οικονομία της Ευρώπης έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτική τις τελευταίες δεκαετίες, χάρη στην επέκταση της Ε.Ε. προς ανατολάς και την ισχυρή ζήτηση των προϊόντων της από την Ασία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ομως, καθώς η μακρόχρονη άνθηση της Κίνας φθίνει και οι εμπορικές εντάσεις με την Ουάσιγκτον θολώνουν την εικόνα του διατλαντικού εμπορίου, οι μέρες της ευρωπαϊκής αφθονίας φαίνεται πως φτάνουν στο τέλος τους.
Δεν είναι, όμως, μόνο το ζήτημα του εμπορίου και των δασμών που αναμένεται να επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ αυτό που προβληματίζει. Σύμφωνα με το Politico, ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ είναι βέβαιο πως θα ζητήσει από τις χώρες που ανήκουν στο ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, αν θέλουν να διατηρήσουν την αμερικανική «προστασία».
«Ερημος καινοτομίας»
Αυτό σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, που ήδη παλεύουν να συγκρατήσουν τα αυξανόμενα ελλείμματα εν μέσω μειωμένων φορολογικών εσόδων, ενδεχομένως αντιμετωπίσουν ακόμη μεγαλύτερες οικονομικές πιέσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν παράλληλα περαιτέρω πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις. Αυτό, όμως, που –κατά το Politico– ορθώνεται σήμερα ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρώπης είναι το γεγονός πως η Ε.Ε. έχει μετατραπεί σε μια «έρημο καινοτομίας», όπως χαρακτηριστικά τονίζεται.
Οπως σημείωσε ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι στην πρόσφατη έκθεσή του για την υποβαθμισμένη ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, μόνο τέσσερις από τις 50 κορυφαίες εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο είναι ευρωπαϊκές. Ο ίδιος, μάλιστα, παρουσιάζοντας την έκθεσή του τον Σεπτέμβριο είχε κάνει λόγο για μια «υπαρξιακή πρόκληση» που βρίσκεται ενώπιον της Ευρώπης.
«Διανύουμε μια περίοδο ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών, που καθοδηγούνται κατά κύριο λόγο από την πρόοδο της ψηφιακής καινοτομίας, και σε αντίθεση με το παρελθόν, η Ευρώπη δεν βρίσκεται πλέον στην πρώτη γραμμή της προόδου», δήλωνε από την πλευρά της τον Νοέμβριο η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ.
Την ίδια στιγμή, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο και τους Ρεπουμπλικανούς του να ελέγχουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, η Ευρώπη αναμένεται να βρεθεί εκτεθειμένη στις ιδιοτροπίες της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής, όπως σημειώνει το Politico. Ειδικότερα, εάν ο Τραμπ πράγματι επιβάλει δασμούς έως και 20% στις εισαγωγές, η ευρωπαϊκή βιομηχανία θα υποστεί ισχυρό πλήγμα, καθώς αυτή τη στιγμή η Αμερική είναι μακράν ο σημαντικότερος προορισμός για τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Παράλληλα, εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τη μη προετοιμασία της Ε.Ε. στην έναρξη της εποχής Τραμπ 2.0, παρότι υπάρχουν και φωνές που θεωρούν ότι, ακόμη κι αν ο Τραμπ υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του, οι συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι ελεγχόμενες. Σε κάθε περίπτωση, οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες προειδοποιούν ήδη ότι ένας νέος γύρος δασμών θα μπορούσε τόσο να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό όσο και να υπονομεύσει ριζικά το παγκόσμιο εμπόριο.
Σύμφωνα με το Politico, πάντως ο Τραμπ για την Ευρώπη αποτελεί απλώς το σύμπτωμα πολύ βαθύτερων προβλημάτων. Αν η Ευρώπη διέθετε πιο στέρεα οικονομικά θεμέλια και ήταν πιο ανταγωνιστική σε σχέση με τις ΗΠΑ, ο Τραμπ θα είχε μικρή επιρροή στην ήπειρο, εκτιμά το δημοσίευμα καταδεικνύοντας παράλληλα τη διεύρυνση του χάσματος στον τομέα της οικονομικής ανταγωνιστικότητας μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.
Μία ακόμη αιτία της κάμψης της παραγωγικότητας της Ευρώπης είναι η αδυναμία του επιχειρηματικού τομέα να καινοτομήσει. Συγκεκριμένα, οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας δαπανούν υπερδιπλάσια ποσά από ό,τι οι ευρωπαϊκές εταιρείες τεχνολογίας για έρευνα και ανάπτυξη, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Ταυτόχρονα, οι αμερικανικές εταιρείες έχουν σημειώσει άλμα 40% στην παραγωγικότητα από το 2005, ενώ η παραγωγικότητα στην ευρωπαϊκή τεχνολογία έχει μείνει στάσιμη. «Η Ευρώπη υπολείπεται σε τεχνολογίες που θα οδηγήσουν τη μελλοντική ανάπτυξη», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά η Λαγκάρντ στην ομιλία της στο Παρίσι.
Η περίπτωση της Γερμανίας και το ελληνικό (αντι)παράδειγμα
Το δημοσίευμα του Politico θίγει επίσης την παράμετρο της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Οπως τονίζεται, παρότι η Ευρώπη αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% των παγκόσμιων δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι φημισμένες αυτοκινητοβιομηχανίες της Γερμανίας έχασαν το τρένο των ηλεκτρικών οχημάτων.
Αυτή η αποτυχία αντικατοπτρίζεται στην πρόσφατη ανακοίνωση της VW ότι θα κλείσει ορισμένα γερμανικά εργοστάσια για πρώτη φορά στην Ιστορία της. Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας της Γερμανίας, ο οποίος απασχολεί περίπου 800.000 εργαζομένους στην εγχώρια αγορά, αποτελεί αιμοδότη της οικονομίας της για δεκαετίες, συμβάλλοντας περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τομέα στην ανάπτυξη της χώρας.
Αυτή η κρίση, όμως, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η Γερμανία καλείται, σύμφωνα με το Politico, να αντιμετωπίσει μια σειρά άλλων περίπλοκων οικονομικών προκλήσεων. Η μεγαλύτερη: το διπλό χτύπημα μιας ταχέως γηράσκουσας κοινωνίας καιτης έλλειψης εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης.
Με την Ευρώπη να αντιμετωπίζει στασιμότητα στην ανάπτυξη, μειωμένη ανταγωνιστικότητα και πιθανώς αντεγκλήσεις με την Ουάσιγκτον, θα περίμενε κανείς μια έντονη δημόσια συζήτηση σχετικά με μια σαρωτική ατζέντα μεταρρυθμίσεων, κάτι το οποίο, κατά το Politico, δεν έχει συμβεί. Ο λόγος; Πιθανώς το γεγονός ότι, ενώ η Ε.Ε. αντιπροσωπεύει ένα ολοένα και μικρότερο μερίδιο του παγκόσμιου ΑΕΠ, ηγείται ακόμη στους δείκτες κοινωνικής πρόνοιας.
Παρ’ όλα αυτά, ενώ οι οικονομικές προοπτικές επιδεινώνονται, οι Ευρωπαίοι ενδεχομένως να κληθούν «να ξυπνήσουν απότομα», όπως λέει το Politico. Εκτιμά παράλληλα πως χώρες όπως η Γαλλία –η οποία αντιμετωπίζει δημοσιονομικές δυσκολίες– θα δυσκολευτούν να διατηρήσουν σε υψηλά επίπεδα τις κοινωνικές παροχές τους.
Μάλιστα, το δημοσίευμα επισημαίνει πως, εάν η οικονομική πορεία της Ευρώπης δεν αντιστραφεί σύντομα, δεν αποκλείεται ορισμένες χώρες να κληθούν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις –όπως συνέβη με την Ελλάδα το 2010– καθώς το κόστος δανεισμού τους θα αυξάνεται και τα πολιτικά άκρα θα ενισχύουν την παρουσία και την εκλογική τους επιρροή.
Πηγή: Politico