ΠΗΓΗ: Reuters
ΑΝΓΚΕΛΙΣ ΜΕΧΤΑ
Υπάρχει επαρκής ποσότητα ρουχισμού σε όλον τον πλανήτη, ώστε να μη χρειαστεί ποτέ ξανά να υφανθεί ούτε μια νέα κλωστή. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ε.Ε., σχεδόν 22 εκατομμύρια τόνοι υφασμάτων απορρίπτονται κάθε χρόνο και βρίσκονται παντού, από τα βάθη του ωκεανού έως την έρημο Ατακάμα στη Χιλή. Μεγάλες ποσότητες από όσα γίνονται σκουπίδια στον παγκόσμιο Βορρά εξάγονται για να γίνουν κάποιων άλλων πρόβλημα στον παγκόσμιο Νότο. Ως αποτέλεσμα, εάν υπήρχε κυκλική οικονομία, οι δισεκατομμύρια τόνοι των υπαρχόντων ενδυμάτων θα έπρεπε να ανακτηθούν και να ανακυκλωθούν σε κλίμακα.
Ορισμένες αμερικανικές πολιτείες προωθούν νομοθεσία σχετική με την εν λόγω ανακύκλωση, ενώ οι συναφείς προτάσεις της Ε.Ε., που δημοσιοποιήθηκαν τον Ιούλιο, καθιστούν υπευθύνους τους παραγωγούς για τον πλήρη κύκλο ζωής των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων τους, κι αυτό ονομάζεται εκτεταμένη ευθύνη παραγωγού. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να καλύψουν το κόστος της διαχείρισης των απορριμμάτων τους, ένα μέτρο το οποίο λογίζεται ως κίνητρο να παράγουν λιγότερα απορρίμματα και να σχεδιάζουν μια κυκλική διαδικασία. Υπό κατάρτιση βρίσκεται και η νομοθεσία για οικολογικό σχεδιασμό και ντιζάιν ως μέρος μιας ολιστικής προσέγγισης της κλωστοϋφαντουργίας στην αγορά της Ε.Ε., η οποία οφείλει να είναι και ανακυκλώσιμη και εν πολλοίς βασισμένη σε ανακυκλωμένες ίνες έως το 2030.
Σήμερα, μόνο το 1% των υλικών των ρούχων μετατρέπεται σε νέο ύφασμα, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα ευρήματα ενός έργου για την κυκλική οικονομία στην Ευρώπη υπό την αιγίδα της «Μόδας για καλό σκοπό». Η έρευνα με θέμα τα απορρίμματα της κλωστοϋφαντουργίας από έξι ευρωπαϊκές χώρες κατέδειξε ότι το 74% από τα χρησιμοποιημένα ενδύματα, ήτοι σχεδόν 500.000 τόνοι, είναι διαθέσιμα και κατάλληλα προς ανακύκλωση. Δυνητικά η ποσότητα αυτή μπορεί να αποτιμάται περίπου στα 74 εκατ. ευρώ, εάν εισαχθεί εκ νέου στην αλυσίδα αξίας της βιομηχανίας της κλωστοϋφαντουργίας. Κι ενώ ο κλάδος διαθέτει βάση δεδομένων με 100 μηχανικά και χημικά εργοστάσια ανακύκλωσης διεθνώς, η κλίμακα είναι μικρή. Σύμφωνα με το Χρηματιστήριο Υφασμάτων –μια οργάνωση με στόχο τη μείωση εκπομπών ρύπων του κλάδου–, το 99% του ανακυκλωμένου πολυεστέρα προέρχεται από ανακυκλωμένα πλαστικά μπουκάλια (ΡΕΤ), βάζοντας σε ανταγωνισμό τον τομέα της μόδας με την εμφιάλωση, όπου θεωρητικά το πλαστικό δυνάμει ανακυκλώνεται πολύ περισσότερες φορές.
Ισως η τακτική αυτή να αντιδιαστέλλεται με την προτεινόμενη οδηγία της Ε.Ε. για τους ισχυρισμούς περί φιλικών προς το περιβάλλον συστατικών. Στο πλαίσιο αυτό, ο ισχυρισμός ότι η χρήση ανακυκλωμένου ΡΕΤ είναι περιβαλλοντικά επωφελής μπορεί να αποδειχθεί παραπλανητικός, «εάν ανταγωνίζεται με την ανακύκλωση υλικών που έρχονται σε επαφή με τα τρόφιμα και θεωρούνται πιο ευεργετικά υπό το κριτήριο της κυκλικότητας». Τέλος, ο Ρίτσαρντ Βιελετσόβσκι, διευθυντής του προγράμματος κλωστοϋφαντουργίας στην οικονομική δεξαμενή σκέψης Planet Tracker, επισημαίνει ότι εναπόκειται στους ομίλους ρουχισμού να επενδύσουν στην καινοτομία, η οποία πάντως δεν είναι φθηνή. «Λόγου χάριν, οι πρωτογενείς ίνες είναι τόσο φθηνές, που η ανακύκλωσή τους είναι δύσκολη, ενώ όταν κάνουμε αναφορά στα νήματα συνολικά, τότε αυτά πρέπει να διαλεχτούν και να διαχωριστούν, αλλά ακόμη και τότε ένα ύφασμα με ετικέτα “βαμβακερό” ή “πολυεστερικό” μπορεί να έχει προσμείξεις με άλλα νήματα, να διαθέτει φερμουάρ και κουμπιά και να έχει βαφτεί», τόνισε εν κατακλείδι ο κ. Βιελετσόβσκι.