Mέχρι στιγμής, ο αντίκτυπος της ενεργειακής κρίσης δεν ήταν ιδιαίτερα σοβαρός για την Ευρώπη. Ο κίνδυνος όμως δεν έχει περάσει, με τους πετρελαϊκούς κολοσσούς να μην θεωρούν καθόλου απίθανη μια νέα αύξηση στις τιμές, εξαιτίας μεταξύ άλλων και της πολιτικής που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτός ο κίνδυνος, ο οποίος σχετίζεται κυρίως με το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου, «θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές και απότομες αλλαγές στο ευρύτερο τοπίο των αγορών, οι οποίες είναι πιθανό να επηρεάσουν την εύρυθμη λειτουργία τους και κατ’ επέκταση την οικονομική σταθερότητα», όπως ανέφερε προ ημερών σε δημοσίευμά του το Bloomberg. Το πλαφόν (γνωστό και ως μηχανισμός διόρθωσης της αγοράς) θα τεθεί σε εφαρμογή στις 15 Φεβρουαρίου.
Προς το παρόν, η τιμή του Μπρεντ βρίσκεται σε συνεχή πτώση από τις 30 Δεκεμβρίου, και το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της άκρως σημαντικής αγοράς ολλανδικού φυσικού αερίου.
Ο Ρόμπιν Μπρουκς, επικεφαλής οικονομολόγος του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοοικονομικών Ζητημάτων, τόνισε στις 26 Ιανουαρίου ότι η πτώση των τιμών αποτελεί ένα διφορούμενο μήνυμα για την Ευρώπη. Εξακολουθεί να υπάρχει ένα «ενεργειακό σοκ» αν όχι μία κρίση, έγραψε ο Μπρουκς στον λογαριασμό του στο Twitter. Οι τιμές του ηλεκτρικού είναι υψηλότερες σε κάποιες χώρες, με πρώτη τη Γερμανία, όπου χτυπάει η «καρδιά» της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Οι τιμές του ηλεκτρικού παρέμειναν αυξημένες για την Ευρώπη συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, παρά το γεγονός ότι οι τιμές των βασικών αγαθών έχουν σημειώσει μείωση.
Το LNG και η ανάγκη για νέες «γέφυρες»
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καταφέρει να θέσει εκτός του ενεργειακού της μείγματος το ρωσικό πετρέλαιο, αν και συνεχίζονται οι μεταφορές φυσικού αερίου – μέσω του αγωγού Turkish Stream. Κάποιες ποσότητες ρωσικού αργού φτάνουν στην Ευρώπη μέσω μεταφορτώσεων. Προκειμένου να αντικασταθούν, η Ευρώπη έχει αρχίσει να χτίζει γέφυρες με χώρες όπως το Κατάρ, η Αίγυπτος, οι ΗΠΑ και το Αζερμπαϊτζάν (για τη μεταφορά φυσικού αερίου). Τουλάχιστον μία από αυτές αποτελεί ένα αυξημένο πολιτικό ρίσκο.
Οι ΗΠΑ έχουν αντικαταστήσει μέρος των παροχών ρωσικού αερίου με Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG). Αυτό απαιτεί τις ανάλογες υποδομές, τις οποίες η Ευρώπη οφείλει να αναπτύξει περαιτέρω, αν και διαθέτει αρκετές προκειμένου να κάνει τις ΗΠΑ τον κύριο πάροχό της σε ό,τι αφορά το LNG. Οι ΗΠΑ έγιναν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG στον κόσμο κατά το α’ τρίμηνο του 2022 χάρη στην Ευρώπη, σύμφωνα με την Υπηρεσία Πληροφοριών για τον τομέα της Ενέργειας.
Το LNG είναι ακριβότερο από το φυσικό αερίο που μεταφέρεται μέσω των αγωγών, αλλά τουλάχιστον απαλλάσσει ως ένα βαθμό την Ευρώπη από το πολιτικό ρίσκο του να συνεταιρίζεται με τη Ρωσία κατά την τρέχουσα περίοδο.
Για τον λόγο αυτό, η Ε.Ε. παρέβλεψε το αυξημένο κόστος του LNG λόγω της επιτακτικής ανάγκης να απεξαρτηθεί από τη ρωσική ενέργεια. Ωστόσο, δημοσίευμα του Γκάβιν Μαγκουάιρ στο Reuters στις 20 Δεκεμβρίου ανέφερε ότι το 2023, η Ένωση θα εστιάσει περισσότερο στο ζήτημα του κόστους καθώς και σε πιθανούς τρόπους μείωσής του. Μια τέτοια κίνηση «ίσως καταστήσει ιδιαίτερα εμφανές το πόσο εξαρτημένη είναι η Ευρώπη από τις εισαγόμενες προμήθειες ενέργειας», σημείωσε ο Μαγκουάιρ.
Γνωρίζοντας τα παραπάνω, η Ε.Ε. είναι αναγκασμένη να αναζητήσει άλλους παρόχους φθηνού φυσικού αερίου.
Η περίπτωση του Αζερμπαϊτζάν
Το ρωσικό αέριο αποτελούσε περίπου το 40% των συνολικών εισαγωγών στις ευρωπαϊκές χώρες και το 60% των εισαγόμενων προμηθειών στη Γερμανία. Κατά τα τελευταία 20 χρόνια, η Ε.Ε. είχε αυξήσει τις αγορές ρωσικού αερίου κατά 150%, σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Όταν άρχισαν να επιβάλλονται οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, η Ευρώπη έθεσε γρήγορα στο στόχαστρο το ρωσικό αέριο και το πετρέλαιο. Η Ρωσία προχώρησε σε αντίποινα, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο την πρόσβαση της Ευρώπης στο σημαντικό αυτό ορυκτό καύσιμο. Η Ευρώπη δεν είχε άλλη επιλογή από τα να αναζητήσει νέους εταίρους.
Το Αζερμπαϊτζάν αποτέλεσε μία λύση σε ό,τι αφορά τις προμήθειες φυσικού αερίου το περασμένο καλοκαίρι. Η χώρα προμηθεύει ήδη με αέριο και πετρέλαιο την Ελλάδα, την Αυστρία, τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, τη Ρουμανία, την Κροατία και την Τσεχία.
Το 2022, ο όγκος των αζερικών προμηθειών αερίου προς την Ε.Ε. έφτασε τα 12 δισ. κυβικά μέτρα, και σύμφωνα με την Ένωση, οι εισαγωγές θα διπλασιαστούν μέχρι το 2027. Ωστόσο, το φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν δεν θα είναι αρκετό για να αναπληρώσει τα ενεργειακά «κενά» της Ευρώπης.
Η Ρωσία διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα αερίου στον κόσμο, με 37,4 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (tcm). Το Αζερμπαϊτζάν διαθέτει 2,5 tcm, το γειτονικό Τουρκμενιστάν 13,6 tcm (ή 19 tcm σύμφωνα με άλλες πηγές) και το Καζακστάν 2,3 tcm. Ωστόσο, το αέριο από το Τουρκμενιστάν και το Καζακστάν θα μπορεί να φτάσει στην Ευρώπη μόνο μέσω του Αζερμπαϊτζάν μέσω του διηπειρωτικού αγωγού Trans-Caspian. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο αγωγός αυτός υπάρχει προς το παρόν μόνο στα χαρτιά.
Ο δρόμος προς την ενεργειακή ασφάλεια
Επιπλέον, στην προσπάθειά της για διεύρυνση των εμπορικών της συνεργασιών, η Ευρώπη θα πρέπει να λάβει υπόψη και άλλους παράγοντες που ενδεχομένως να επηρεάσουν τις προμήθειες ενέργειας, όπως π.χ. ένας δεύτερος πόλεμος, δεδομένης της τεταμένης κατάστασης στην περιοχή Ναγκόρνο Καραμπάχ στα σύνορα Αρμενίας – Αζερμπαϊτζάν.
Στο παρελθόν, υπήρξαν εκκλήσεις μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για κυρώσεις κατά του Αζερμπαϊτζάν λόγω του πολέμου. Επιπλέον, τον Δεκέμβριο ένα μέλος του Κογκρέσου των ΗΠΑ, ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Μάικλ Γκαρσία από την Καλιφόρνια (όπου υπάρχει μια μεγάλη αρμενική κοινότητα) κάλεσε επίσης σε επιβολή κυρώσεων.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν προς το παρόν ενδείξεις ότι εξετάζονται τέτοιου είδους μέτρα κατά του Αζερμπαϊτζάν.
Στην Ευρώπη, οι πιο δυσοίωνες εκτιμήσεις για τον φετινό χειμώνα δεν έχουν επαληθευτεί ακόμα, αλλά αυτό συνέβη μεταξύ άλλων χάρη στις σχετικά ήπιες μέχρι στιγμής καιρικές συνθήκες και τη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου. Είναι γεγονός, πάντως, ότι κάποιες χώρες βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από άλλες.
Οι τιμές πετρελαίου θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό και από την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας καθώς και τους κινδύνους που συνδέονται με τις νέες ενεργειακές συμφωνίες.
Η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ανέβει, με βάση τις τελευταίες μετρήσεις PMI. Για να συνεχίσουν να βελτιώνονται οι προοπτικές, οι επενδυτές και οι εταιρείες θα εστιάσουν την προσοχή στις εξελίξεις στην Ουκρανία καθώς και στο πόσο ασφαλής από… «δράματα» είναι η αλυσίδα ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης.
Πηγή: Forbes