Kathimerini.gr
Απτόητος εμφανίζεται ο συνασπισμός των κρατών-μελών των BRICS από τις απειλές του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για επιβολή δασμών έως και 100% στα προϊόντα τους, εάν συνεχίσουν να υπονομεύουν το δολάριο ως το διεθνώς εδραιωμένο νόμισμα συναλλαγών. Οπως, όμως, επισημαίνουν αναλυτές στο αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNBC, αυτή η πολιτική δεν ανακόπτει την επέκταση του σχηματισμού, ο οποίος απέκτησε τη Δευτέρα το νεότερο μέλος του, την Ινδονησία.
Υπό την προεδρία του απερχόμενου Τζο Μπάιντεν, η Ουάσιγκτον ήταν σχετικά απορριπτική ως προς τον δεκαμελή συνασπισμό. Πέρυσι τον Οκτώβριο ο σύμβουλος Επικοινωνιών Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κίρμπι, είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ δεν θεωρούν τους BRICS (αρκτικόλεξο των Brazil, Russia, India, China & South Africa) απειλή. Το κλίμα, ωστόσο, θα μπορούσε να αλλάξει μόλις ο Ντόναλντ Τραμπ εισέλθει στον Λευκό Οίκο. «Μια βασική αλλαγή πολιτικής με την επικείμενη κυβέρνηση Τραμπ είναι η ρητή μεταχείριση των BRICS ως οντότητας», δήλωσε η Μικαέλα Πάπα, διευθύντρια έρευνας στο Κέντρο Διεθνών Σπουδών του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT).
O συνασπισμός συγκροτήθηκε από τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία και την Κίνα το 2009, ενώ στη συνέχεια προσχώρησε η Νότια Αφρική το 2010. Υπό την ηγεσία του Πεκίνου οι BRICS ιδρύθηκαν ως πόλος ανταγωνιστικός έναντι της κυριαρχίας της Δύσης στη διεθνή σκηνή. Η 16η ετήσια σύνοδος κορυφής της συμμαχίας στο Καζάν πέρυσι εγκαινίασε την εισδοχή στους κόλπους της τής Αιγύπτου, της Αιθιοπίας, του Ιράν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Σύμφωνα με Ρώσους αξιωματούχους και επίσημο έγγραφο της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, άνω των 30 χωρών ενδιαφέρονταν να ενταχθούν στον συνασπισμό το 2024.
Πάντως, το ίδιο το μέγεθος του μπλοκ καθιστά όλο και πιο απίθανο οι ΗΠΑ να εφαρμόσουν τιμωρητικούς δασμούς 100% στις χώρες, οι οποίες το απαρτίζουν, σύμφωνα με τον Ντάνκαν Ρίγκλεϊ, διευθυντή οικονομολόγο υπεύθυνο για την Κίνα στην Pantheon Macroeconomics. Κάτι τέτοιο πιθανώς να υποχρέωνε τις προαναφερθείσες χώρες να δείξουν ουδετερότητα στη σινοαμερικανική διαμάχη και να στραφούν προς το Πεκίνο, πλήττοντας τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Πέραν τούτου, η Κίνα ως η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο θα μπορούσε ακόμη και να μετριάσει τον δυσμενή αντίκτυπο από τυχόν εμπορικές κυρώσεις της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τον υψηλόβαθμο ερευνητή του Chatham House, Ντέιβιντ Λούμπιν. «Από τη σκοπιά του Πεκίνου, η εδραίωση της Κίνας ως εναλλακτικού πυλώνα της παγκόσμιας τάξης είναι ένας σημαντικότατος στόχος, ο οποίος δεν θα επιτευχθεί χωρίς την υποστήριξη του αναπτυσσόμενου κόσμου», προσέθεσε ο ίδιος. «Δεδομένου ότι περίπου 120 χώρες θεωρούν την Κίνα ως τη βασική τους εμπορική εταίρο, αυτό δεν είναι δύσκολο». Αλλωστε, έχει ήδη αρχίσει να προωθεί μια πολιτική μηδενικών δασμών για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες έχουν διπλωματικούς δεσμούς μαζί της.
Αναφορικά με το αμερικανικό νόμισμα, η Ρωσία πιέζει για αποδολαριοποίηση, αποπειρώμενη να παρακάμψει το δίκτυο SWIFT, ένα παγκοσμίως αναγνωρισμένο πρότυπο για τις τραπεζικές συναλλαγές, καθώς και να περιορίσει τον αντίκτυπο των κυρώσεων των ΗΠΑ εις βάρος της. Μία επιλογή των BRICS θα ήταν η θέσπιση κοινού νομίσματος, πρόταση η οποία δεν έχει ακόμη κερδίσει έδαφος, ή η δημιουργία ενός πλαισίου συναλλαγών με πολλά νομίσματα. Ηδη αυτό συντελείται, εφόσον μέρος του κινεζικού και ρωσικού εμπορίου γίνεται μέσω του γουάν και του ρουβλίου. Πάντως, ο ερευνητής Ντέιβιντ Λούμπιν υπογραμμίζει ότι το γουάν χρησιμοποιείται πολύ λιγότερο διεθνώς από το δολάριο, ενώ αναλυτές τονίζουν, τέλος, πως η έλλειψη συγκεκριμένης ενιαίας στρατηγικής και δράσης από τους BRICS εγείρει αμφιβολίες για το αν λογίζονται ως απειλή για τις ΗΠΑ.