Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Παραμένει αυστηρή η ματιά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) πάνω στα προβληματικά δάνεια των τραπεζών και στις νομοθεσίες που βοηθούν στην επίλυσή τους, όπως το πλαίσιο των εκποιήσεων. Όπως διαφαίνεται, παραμένει μέχρι σήμερα βασική προτεραιότητα για την ΕΚΤ η αντιμετώπιση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) από τότε που άρχισε να εποπτεύει τις τράπεζες, ενώ παρουσιάζεται να ανησυχούν πολύ οι επόπτες από νομοθετικές προτάσεις που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματική επίλυσή τους, κάτι που επιχειρείται στην Κύπρο ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Σύμφωνα με ανάρτηση στο ιστολόγιο (blog) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την Elizabeth McCaul, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, και τον Korbinian Ibel, γενικό διευθυντή Universal & Diversified Institutions, τονίζουν πως, οι κοινές προσπάθειες τραπεζών, φορέων χάραξης πολιτικής και εποπτικών αρχών έχουν αποδειχθεί μέχρι στιγμής αποτελεσματικές στη μείωση των ΜΕΔ. Σύμφωνα με την ανάρτηση, ανησυχούν πολύ για νομοθετικές προτάσεις που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματική επίλυση των ΜΕΔ, ενώ προσθέτουν πως δεν πρέπει να μπαίνουν σε κίνδυνο τα επιτεύγματα των τραπεζών που έχουν γίνει με κόπο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οικονομικής αβεβαιότητας. Κατά τους ίδιους, πρέπει να συνεχίσουν κράτη και επόπτες να ενισχύουν το πλαίσιο που επιτρέπουν τη μείωση των ΜΕΔ και την πρόληψη της συσσώρευσής τους. Οι κα McCaul και ο κ. Ibel σημειώνουν ότι τα νοικοκυριά και οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις επωφελούνται όταν οι τράπεζες είναι εξοπλισμένες να διατηρούν όγκους δανείων και υγιείς ισολογισμούς και αυτό με τη σειρά του στηρίζει την υγεία της οικονομίας.
Ένα σημαντικό μέρος της αύξησης των ΜΕΔ αποδόθηκε στην απουσία γρήγορων τρόπων για τις τράπεζες να επιλύσουν ζητήματα που επηρεάζουν τους αναξιοπαθούντες δανειολήπτες.
Όπως αναφέρουν στην ανάρτησή τους, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι δανειολήπτες που αδυνατούν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Η ιστορία έχει διδάξει ότι όταν τα ΜΕΔ συσσωρεύονται και παραμένουν άλυτα, επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών και απορροφούν πολύτιμους πόρους. Αυτό περιορίζει τελικά την ικανότητα των τραπεζών να εκπληρώσουν τον σημαντικό ρόλο τους, δηλαδή να παρέχουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις πρόσβαση σε πιστώσεις, καθώς τις εμποδίζει να χορηγούν νέα δάνεια. «Στο τρέχον αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον, πρέπει να παραμείνουμε συγκεντρωμένοι στη συνέχιση της μείωσης των ΜΕΔ και στην πρόληψη της συσσώρευσής τους εξαρχής», σχολιάζουν σχετικά.
Το μαχαίρι στο κόκκαλο
Όπως σχολιάζουν στο blog της ΕΚΤ, ήδη από το 2017 ζήτησαν από τις τράπεζες με υψηλά επίπεδα ΜΕΔ να αναπτύξουν φιλόδοξες και αξιόπιστες στρατηγικές για τη μείωσή τους. Με παρόμοιο τρόπο, οι νομοθέτες υιοθέτησαν σαφείς κανόνες παροχής βάσει ενός ενιαίου χρονοδιαγράμματος προβλέψεων. «Η επίλυση των ΜΕΔ είναι δαπανηρή, απαιτεί χρόνο και απαιτεί πολύ λεπτομερή βαθμονόμηση του ρυθμού μείωσης για να διασφαλιστεί ότι η χρηματοδότηση της συνολικής οικονομίας δεν θα επηρεαστεί αρνητικά. Οι τράπεζες μπορούν να διαχειρίζονται τα ΜΕΔ με διάφορους τρόπους. Χρειάζονται ευελιξία για να επιλέξουν ποια προσέγγιση πρέπει να ακολουθήσουν και ποιος συνδυασμός εργαλείων είναι ο καταλληλότερος για χρήση. Για να επιτύχουν τη σωστή ισορροπία, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των ΜΕΔ στα βιβλία τους και το ατομικό λειτουργικό τους περιβάλλον. Όλες οι προσεγγίσεις έχουν κάτι κοινό: βασίζονται σε ένα εύρυθμο νομικό πλαίσιο που επιτρέπει την επίλυση των ΜΕΔ», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Πρωτοβουλίες πολιτικής
Σύμφωνα με τα γραφόμενα των McCaul και Ibel, η εποπτική προσέγγιση της ΕΚΤ ενθαρρύνει τις τράπεζες να μειώσουν σημαντικά τα ΜΕΔ που κατέχουν. Ωστόσο, η διασφάλιση της επιτυχούς επίλυσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων –και με τον κατάλληλο ρυθμό– απαιτεί πολύ περισσότερα από μια ισχυρή, καλά βαθμονομημένη εποπτική προσέγγιση. Σχολιάζουν δε, πως, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν στη διάθεσή τους διαφορετικά εργαλεία για την επίλυση των ΜΕΔ, τα οποία έχουν επίσης διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις μειώσεις που έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα. «Έχουμε ωφεληθεί πολύ από τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε στην άρση των εμποδίων στην έγκαιρη επίλυση των ΜΕΔ τα τελευταία χρόνια. Οι πρωτοβουλίες πολιτικής που διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο βοηθώντας τις τράπεζες να σημειώσουν πρόοδο προς τη μείωση των ΜΕΔ τους περιλαμβάνουν βελτιώσεις στα πλαίσια αφερεγγυότητας και αποκλεισμού (εκποιήσεων), αποτελεσματικότερες δικαστικές διαδικασίες, ανάπτυξη κλάδου εξυπηρέτησης ΜΕΔ και δημιουργία ευρύτερων και βαθύτερων αγορών ΜΕΔ», σημειώνουν εμφατικά.
Απουσία νομοθεσιών
Όπως σημειώνουν, στο παρελθόν, ένα σημαντικό μέρος της αύξησης των ΜΕΔ αποδόθηκε στην απουσία γρήγορων τρόπων για τις τράπεζες να επιλύσουν ζητήματα που επηρεάζουν τους αναξιοπαθούντες δανειολήπτες. Συγκεκριμένα, συμπληρώνουν ότι, όταν ένα δάνειο κατέστη μη εξυπηρετούμενο και οι τράπεζες διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχαν πιθανά μέτρα για την επαναφορά του πελάτη σε λειτουργική κατάσταση, τα ισχύοντα νομικά πλαίσια ήταν συχνά ανεπαρκή. Δεν επέτρεψαν στις τράπεζες να αποκτήσουν γρήγορα την κυριότητα των εξασφαλίσεων και να ανακτήσουν την αξία από το δάνειο. Όταν οι τράπεζες γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να επιλύσουν επισφαλή δάνεια, περιορίζουν τον δανεισμό σε πελάτες με μεγαλύτερο κίνδυνο. «Τα αδύναμα πλαίσια αφερεγγυότητας και αποκλεισμού βλάπτουν τελικά τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Και τα ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, τα οποία προορίζονται να προστατεύονται από αυτές τις νομικές και δικαστικές διαδικασίες, υφίστανται τελικά τη μεγαλύτερη ζημιά, καθώς η πρόσβασή τους στην πίστωση εξαφανίζεται. Ως μέρος της ευρύτερης εικόνας, η εύκολη στην πλοήγηση και συνεκτική αφερεγγυότητα, ο αποκλεισμός και οι δικαστικές διαδικασίες που επιτρέπουν την ταχεία επίλυση είναι ζωτικής σημασίας. Τα δημοσιονομικά μέτρα για τη στήριξη των δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα με την αποπληρωμή του χρέους τους είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικά, ειδικά σε περιόδους κρίσης, όπως κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Τέτοια μέτρα, εάν σχεδιαστούν και εφαρμοστούν σωστά, μπορούν να επιτύχουν ισορροπημένες και βιώσιμες λύσεις τόσο για τους δανειολήπτες όσο και για τους δανειστές», υπογραμμίζουν.
Την τελευταία δεκαετία, η εποπτική μας προσέγγιση έχει αποδειχθεί πολύ αποτελεσματική στη μείωση των ΜΕΔ και στην αποτροπή περαιτέρω συσσώρευσης που θα μπορούσε να προκύψει από αβέβαιες οικονομικές συνθήκες. Χρειάστηκαν χρόνια για να μειωθούν σημαντικά τα NPL στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να εισέλθουν στην τρέχουσα περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε από την πανδημία, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το περιβάλλον των αυξανόμενων επιτοκίων οπλισμένες με ισχυρούς ισολογισμούς. Το έργο της μείωσης των ΜΕΔ παραμένει ημιτελές και δεν θα ήταν συνετό να παρέμβουμε τώρα στην υπάρχουσα εποπτική στρατηγική και νομικό πλαίσιο που έχει αποδειχθεί επιτυχές.
Ως τραπεζικές εποπτικές αρχές, δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή σε τυχόν εξελίξεις και νομοθετικές προτάσεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί. Τα αποτελεσματικά νομικά πλαίσια –και οι γρήγορες δικαστικές διαδικασίες για την εφαρμογή τους– αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της ικανότητας των τραπεζών να μειώνουν επιτυχώς τα ΜΕΔ. Ανησυχούμε βαθιά για τα μέτρα που ενδέχεται να δημιουργήσουν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις νομικές διαδικασίες και να επηρεάσουν την ανακτησιμότητα και την αξία των περιουσιακών στοιχείων. Θα συνεχίσουμε να εναντιωνόμαστε σθεναρά και δημόσια σε κάθε πρωτοβουλία που θα μπορούσε να υπονομεύσει την τρέχουσα επιτυχία. Αντίθετα, πρέπει να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τα πλαίσια που επιτρέπουν τη μείωση των ΜΕΔ και την πρόληψη της συσσώρευσής τους εξαρχής.