Kathimerini.com.cy
Τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, την οποία επικαλείται το Υπουργείο Παιδείας για το «απαγορευτικό» στις αλλαγές των βαθμών του πρώτου τετραμήνου και ζήτησαν επανειλημμένα μέλη της Επιτροπής Παιδείας της Βουλής να τους δοθεί, μετά από αντιδράσεις γονέων και μαθητών, αποκαλύπτει η «Κ».
Σε αυτή παρουσιάζεται αναλυτικά η άποψη για τις γραπτές εξετάσεις του α' και β' τετραμήνου, όμως την ίδια ώρα η Νομική Υπηρεσία φαίνεται να δίνει στο Υπουργείο τη δυνατότητα αναγωγής βαθμολογίας συγκεκριμένων μαθημάτων του πρώτου τετραμήνου, νοουμένου ότι αυτή θα γίνει με ισότιμο τρόπο, τονίζοντας ότι δεν ρωτήθηκε για τη συγκεκριμένη επιλογή από το Υπουργείο, αλλά τη δίνει αυτόβουλα:
«Μετά από έντονο προβληματισμό, έχουμε καταλήξει ότι η Διοίκηση θα μπορούσε, ενδεχομένως, κατά την κρίση της, να προχωρήσει σε αναγωγή της βαθμολογίας συγκεκριμένων μαθημάτων (επί συγκεκριμένων ερωτήσεων), τα οποία είναι κοινά και στα οποία έχουν παρακαθήσει το σύνολο των μαθητών/μαθητριών ή τα οποία είναι κοινά ανά κλάδο μάθησης [εάν υπάρχει]. Εναπόκειται στη Διοίκηση να κρίνει κατά πόσο διαπιστώνονται συγκεκριμένοι λόγοι που να της επιτρέπουν να ενεργήσει με αυτό τον τρόπο, και για το καλώς νοούμενο συμφέρον των μαθητών/μαθητριών. Τέτοιοι παράγοντες θα μπορούσαν να αποτελέσουν η εισαγωγή θεμάτων ή ύλης στο εξεταστικό δοκίμιο που δεν διδάχθηκαν, ο υψηλός βαθμός δυσκολίας σε συγκεκριμένα εξεταστικά θέματα ή οι λανθασμένες διατυπώσεις ερωτήσεων ή οι διατυπώσεις ερωτήσεων με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μην ήταν εύλογα αντιληπτή η απάντηση σε αυτές. Κατά την άποψή μου, οποιαδήποτε αλλαγή των βαθμολογιών, μέσω της μεθόδου της αναγωγής βαθμολογιών, ως μέτρο που θα ληφθεί με απόφαση της Διοίκησης, θα μπορούσε να είναι εφικτή, νοουμένου ότι αυτή θα γίνει με ισότιμο τρόπο, για το σύνολο των μαθητών/μαθητριών και νοουμένου ότι μόνο ευμενή αποτέλεσμα θα έχει για τους μαθητές/μαθήτριες».
Στο συμπέρασμά της για τα ερωτήματα του Υπουργείου, η Νομική Υπηρεσία αναφέρει τα εξής:
«Η Διοίκηση μπορεί να προχωρήσει σε τροποποίηση των υφιστάμενων Κανονισμών και δη του Κανονισμού 15(Α)(1)(α) των Κανονισμών, έτσι ώστε να διαφοροποιήσει το ποσοστό βαρύτητας της γραπτής εξέτασης για το τρέχον τετράμηνο (Β’ τετράμηνο), νοουμένου ότι καταγράφει ειδική και επαρκής αιτιολογία ως προς τους λόγους που κατέστησαν αναγκαία την τροποποίηση αυτή, με εξειδίκευση στο δημόσιο συμφέρον που αποσκοπεί να εξυπηρετήσει, και, νοουμένου ότι η εν λόγω τροποποίηση υλοποιηθεί άμεσα. Ως προς το ερώτημά σας υπ’ αρ. (β), έχω την άποψη ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναδρομικά οποιαδήποτε διαφοροποίηση του ποσοστού βαρύτητας της γραπτής εξέτασης για το Α’ τετράμηνο, αφοί οι γραπτές αυτές εξετάσεις έχουν ήδη ολοκληρωθεί και έχει ήδη αποδοθεί βαθμολόγηση, τόσο επί της ενιαίας γραπτής αξιολόγησης, όσο και επί της συντρέχουσας αξιολόγησης, δημιουργώντας και αποκρυσταλλώνοντας έτσι διακιώματα στους μαθητές/μαθήτριες, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε τυχόν διαφοροποίηση στο στάδιο αυτό, να οδηγήσει ενδεχομένως σε δυσμενή επηρεασμό αριθμού μαθητών».
Δείτε ολόκληρη τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας ΕΔΩ.
Το θέμα τέθηκε ενώπιον της υπουργού στη Βουλή
Χθες στην έκτακτη συνεδρίαση της Επιτροπής Παιδείας της Βουλής, όπου ήταν παρούσα και η υπουργός Παιδείας, το θέμα των βαθμολογιών του πρώτου τετραμήνου τέθηκε ενώπιον της από μερίδα βουλευτών, αλλά και από τους οργανωμένους γονείς και μαθητές, στον απόηχο του προβλήματος που γνωστοποιήθηκε από γονείς, ότι μερίδα μαθητών έλαβε αρνητικές απαντήσεις από Πανεπιστήμια του εξωτερικού, εξαιτίας των βαθμών που αυτοί έχουν εξασφαλίσει στα μαθήματά τους κατά το πρώτο τετράμηνο. Την ίδια ώρα, που, σύμφωνα με δηλώσεις στο κρατικό ραδιόφωνο του προέδρου της Παγκύπριας Συνομοσπονδίας Γονέων Μέσης Εκπαίδευσης Λοΐζου Κωνσταντίνου, ομάδα γονέων ετοιμάζεται σε ατομικό επίπεδο να οδηγήσει το θέμα στα Δικαστήρια. Απαντώντας στις αντιδράσεις που εκφράστηκαν στη Σύσκεψη στη Βουλή, η κα Μιχαηλίδου είπε ότι το Υπουργείο δεν μπορεί να παρέμβει στις βαθμολογίες του πρώτου τετραμήνου, όχι μόνο λόγο της γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας, αλλά και για παιδαγωγικούς λόγους. Επίσης τόνισε ότι κάτι τέτοιο θα αδικούσε τους μαθητές που είχαν υψηλές βαθμολογίες, επαναλαμβάνοντας την ανάγκη να μην προκύψουν νέα κεφάλαια που θα απειλούσαν την ομαλότητα στην τρέχουσα σχολική χρονιά.