Kathimerini.gr
Βασίλης Κωστούλας
Οι δυτικές χώρες που στηρίζουν την Ουκρανία επικαλούνται πρωτίστως ζητήματα αρχής τα οποία συνάδουν με τις αξίες ενός δημοκρατικού, ελεύθερου κόσμου. Είναι όμως εύλογη η κόπωση μέσα από έναν πόλεμο φθοράς με τη Ρωσία, καθώς τα κόστη που συνεπάγεται η παρατεταμένη σύγκρουση ανατροφοδοτούν το ντιμπέιτ σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Τελικά, ποιο είναι το συμφέρον της Δύσης;
Αν «πέσει» η ουκρανική άμυνα, η Ρωσία πιθανότατα θα επιστρέψει στον αρχικό στόχο της, που ήταν η εισβολή στο Κίεβο και η ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα η Ουκρανία θα πρέπει να εγκαταλείψει τα όπλα της και να μετασχηματίσει τον στρατό της σε μια μορφή εγχώριας αστυνομικής δύναμης. Αυτομάτως οι προσαρτημένες περιοχές που βρίσκονται υπό ρωσικό έλεγχο θα καταστούν οριστικά και αμετάκλητα τμήματα της ρωσικής επικράτειας. Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν μάλιστα ότι η Μόσχα δεν θα αρκεστεί στην αλλαγή της διακυβέρνησης, αλλά θα κατακτήσει ολόκληρη την ουκρανική επικράτεια μετουσιώνοντας σε πράξη το ρωσικό αφήγημα που αμφισβητεί το δικαίωμα ύπαρξης της Ουκρανίας ως ανεξάρτητης εθνικής οντότητας και οραματίζεται την αναβίωση των συνόρων της Σοβιετικής Ενωσης.
Ανθρωπιστική κρίση
Το σενάριο αυτό μεταφράζεται σε περαιτέρω ανθρωπιστική καταστροφή, με δείγματα γραφής τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας σε περιοχές όπως οι Μαριούπολη και Μπούκα. Πέρα από τα πλήγματα στις υποδομές, θα αυξηθεί το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές. Τουλάχιστον 10.000 άμαχοι Ουκρανοί όλων των ηλικιών έχουν χάσει τη ζωή τους και περισσότεροι από 20.000 έχουν τραυματιστεί, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία του Γραφείου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Επιπλέον, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Ζελένσκι, 30.000 Ουκρανοί στρατιώτες έχουν σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης.
Μεταναστευτικά κύματα
Δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η εκτόξευση των προσφυγικών ροών στον βαθμό που η Ρωσία θα καταλάβει περισσότερα εδάφη της Ουκρανίας. Τα στοιχεία της Υπηρεσίας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες καταδεικνύουν ότι μέχρι τον Φεβρουάριο 6,5 εκατ. Ουκρανοί είχαν εγκαταλείψει τη χώρα τους. Η πιθανότητα μιας νέας έξαρσης των προσφυγικών ροών από την Ουκρανία αφορά άμεσα την Ευρώπη, η οποία έχει ήδη διαθέσει γι’ αυτόν τον σκοπό κονδύλια έως και 20 δισ. ευρώ. Οσο θα αυξάνονται οι πρόσφυγες, τόσο θα αυξάνεται το ποσό της βοήθειας.
Οικονομικό κόστος
Μέσα στα δύο χρόνια του πολέμου η Ε.Ε. έχει εγκρίνει συνολική αρωγή ύψους 150 δισ. ευρώ, ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο. Ωστόσο, η επέκταση της Ρωσίας εγγύτερα στα ευρωπαϊκά σύνορα θα ενισχύσει δραστικά τις απαιτήσεις σε επίπεδο αποτροπής, πολύ πέρα από τους σημερινούς σχεδιασμούς της Ε.Ε. Οι ευρωπαϊκές χώρες ξοδεύουν σαφώς κάτω από το 2% του ΑΕΠ τους σε αμυντικές δαπάνες. Ομως η επιστροφή του ρίσκου στα επίπεδα του Ψυχρού Πολέμου υπολογίζεται ότι θα μεταφραστεί για την Ευρώπη σε εκατοντάδες δισ. ευρώ σε ετήσια βάση και με άγνωστο χρονοδιάγραμμα.
Γεωπολιτικό προηγούμενο
Συγχρόνως, εάν ΗΠΑ και Ευρώπη δεν περιορίσουν τη Ρωσία στην Ουκρανία, πιθανώς θα επιβεβαιωθούν οι φόβοι ότι η Μόσχα δεν θα σταματήσει εκεί, αφού θα αισθάνεται δικαιωμένη για την επιλογή της να εισβάλει σε γειτονική της χώρα. Η Μολδαβία και η Γεωργία θα είχαν λόγους να ανησυχούν αντιμέτωπες με τη ρωσική επιθετικότητα. Οι βαλτικές χώρες, καθώς και η Πολωνία, θα ήταν επίσης εκτεθειμένες στις απειλές και στον υβριδικό πόλεμο του ρωσικού καθεστώτος. Αν η Ρωσία έβαζε στο στόχαστρο κάποιο από τα ανατολικά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πιθανώς θα «νοσταλγούσαν» την κρίση της Ουκρανίας, καθώς η ανάγκη να υπερασπιστούν τους συμμάχους τους θα τους έφερνε αντιμέτωπους με αποφάσεις όπως η αποστολή ακόμη και δικών τους στρατιωτών σε μια πιο άμεση εμπλοκή με τη Ρωσία· σημειωτέον, στηρίζοντας το Κίεβο η Δύση πρακτικά μπορεί να κάμπτει την επιθετικότητα της Ρωσίας χωρίς να την πολεμάει απευθείας.
Επίσης, αν το Κρεμλίνο πετύχει στην Ουκρανία, θα ενισχύσει το κίνητρο αντι-δυτικών δυνάμεων όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα. Η Κίνα ούτως ή άλλως παρακολουθεί τις εξελίξεις με την Ταϊβάν στο φόντο. Η αποτυχία της Ουκρανίας θα υπονόμευε το εκτόπισμα της Ευρωατλαντικής Συμμαχίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ορέξεις των απανταχού αυταρχικών καθεστώτων και τρομοκρατικών δικτύων. Θα αποκτούσε άλλωστε ενισχυμένη δυναμική η απήχηση ριζοσπαστικών λαϊκιστικών κομμάτων στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών, καθώς η καταγραφή μιας χειροπιαστής νίκης της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή θα ενδυνάμωνε το αντιδημοκρατικό τους αφήγημα.
Πολύ μεγάλη για να χάσει;
Στον αντίποδα, ο προβληματισμός που επικρατεί ακόμη και σε δυτικούς κύκλους είναι ότι ο Πούτιν έχει φέρει τον εαυτό του σε μια θέση που δεν του επιτρέπει να χάσει. Μετά μια ήττα, ποια θα είναι η επόμενη μέρα για εκείνον και τη Ρωσία; Θα υπάρξει αλλαγή καθεστώτος; Τι χαρακτηριστικά θα έχει; Πώς θα αντιδράσει μια ταπεινωμένη Ρωσία με πυρηνικό οπλοστάσιο στην κατοχή της; Πώς θα διαχειριστεί η Δύση ένα πληγωμένο κράτος, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αποξενωμένο από την Ευρώπη και στενά συνεργαζόμενο με την Κίνα; Είναι μόνο κάποια από τα ερωτήματα χωρίς εύκολες απαντήσεις.
«Εάν η Ρωσία χάσει, θα προκληθεί μεγάλη αναστάτωση στο εσωτερικό, η οποία ενδεχομένως θα οδηγήσει σε αλλαγή κυβέρνησης. Γι’ αυτό και ο Πούτιν θα κάνει ό,τι μπορεί για να κερδίσει. Από την άλλη, δεν νομίζω ότι η Ουκρανία θα χάσει αυτόν τον πόλεμο. Εχει αντισταθεί τόσο αποτελεσματικά στην εισβολή κάνοντας σαφές ότι θα υπερασπιστεί την ανεξαρτησία της. Η Ρωσία θέλει τουλάχιστον να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο των επαρχιών που έχει προσαρτήσει. Η Ουκρανία θέλει να διώξει τη Ρωσία από κάθε ίντσα της κυρίαρχης επικράτειας. Αυτός ο πόλεμος θα μπορούσε να διαρκέσει πολύ ακόμη», σχολιάζει στην «Κ» ο καθηγητής Ανατολικοευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πενσυλβάνια, Μίτσελ Ορενσταϊν.
Tι σημαίνει νίκη σε αυτόν τον πόλεμο
Πλέον η Ρωσία κατέχει συνολικά περίπου το 20% της ουκρανικής επικράτειας. Αν διασφάλιζε τον αποκλεισμό της ουκρανικής ακτογραμμής, που θα υπονόμευε τη σύνδεση της χώρας με τη Μαύρη Θάλασσα, και τον έλεγχο του υπόλοιπου τμήματος του ανατολικού Ντονμπάς –όπου βρίσκεται και το αυτονομιστικό κίνημα που υποστηρίζει–, τότε θα είχε πιθανώς στα χέρια της ένα περίγραμμα ικανοποίησης των συμφερόντων της. Από την άλλη, αν η Ουκρανία διασφάλιζε την ανεξαρτησία της, διατηρώντας περίπου το 80% της αρχικής της επικράτειας, παρότι αρκετοί Ουκρανοί θα διαφωνούσαν, κατά μια άποψη θα είχε ίσως πετύχει μια έστω λειψή νίκη. Θα είχε αποκρούσει τον σχεδιασμό της Ρωσίας να τη μετατρέψει σε υποτελές κράτος και θα είχε διατηρήσει ζωντανή την ευρωπαϊκή προοπτική της.
Για την ώρα, τόσο ο ρωσικός όσο και ο ουκρανικός ορισμός της απόλυτης νίκης παρατείνουν το αδιέξοδο, δοκιμάζοντας τα όρια της δυτικής υποστήριξης. Ομως αν η Δύση εγκατέλειπε την Ουκρανία, το κόστος δεν θα ήταν απαραίτητα χαμηλότερο τόσο σε οικονομικούς όσο και σε γεωπολιτικούς όρους· μάλλον το αντίθετο. Το βέβαιο είναι ότι έχει ήδη ξοδέψει σημαντικό –οικονομικό και πολιτικό– κεφάλαιο το οποίο θα χαραμιζόταν.