Kathimerini.gr
Βασίλης Κωστούλας
Ποια θα ήταν η όψη της ευρωπαϊκής άμυνας χωρίς την ομπρέλα των ΗΠΑ; Μέχρι πρότινος, το ερώτημα ήταν ακαδημαϊκής φύσης. Αποκτά όμως ρεαλιστική υπόσταση στον βαθμό που λαμβάνει κανείς σοβαρά υπόψη τα γεωπολιτικά σλόγκαν του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος εργάζεται για την επιστροφή στον Λευκό Οίκο με τη φιλοδοξία να μη δεσμεύεται από τα checks and balances της πρώτης θητείας.
Ο εκλεκτός των Ρεπουμπλικανών δεν έχει κρύψει την περιφρόνηση που τον διακατέχει απέναντι στο ΝΑΤΟ, έναν θεσμό ο οποίος διαχειρίζεται υποθέσεις χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Κουίνς της Νέας Υόρκης – γενέτειρα του Τραμπ. Φέρεται μάλιστα να την εκδήλωσε με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο, μιλώντας off the record στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στο Φόρουμ του Νταβός το 2020: «Θα πρέπει να καταλάβετε ότι εάν η Ευρώπη δεχθεί επίθεση, δεν θα έρθουμε ποτέ να σας βοηθήσουμε και να σας στηρίξουμε. Παρεμπιπτόντως, το ΝΑΤΟ είναι νεκρό, και θα φύγουμε, θα βγούμε από το ΝΑΤΟ. Με την ευκαιρία, μου χρωστάτε 400 δισ. δολάρια, γιατί δεν πληρώσατε, εσείς οι Γερμανοί, αυτά που έπρεπε να πληρώσετε για την άμυνα».
Η αλήθεια είναι ότι τον «εγκεφαλικό θάνατο» του ΝΑΤΟ είχε διαγνώσει και ο Εμανουέλ Μακρόν, σε μια πολύκροτη συνέντευξη στον Economist το 2019. Προειδοποιούσε τότε ότι η Ευρώπη δεν μπορούσε πλέον να στηρίζεται στις ΗΠΑ για την άμυνά της. Ο πρόεδρος της Γαλλίας είχε μιλήσει ήδη από το 2017 για μια «Ευρώπη που προστατεύει» και η οποία οφείλει να «επανεφεύρει την κυριαρχία της».
Από τότε, το Παρίσι δεν εγκατέλειψε τον στόχο για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, μια ιδέα η οποία δεν ήταν το ίδιο δημοφιλής ανάμεσα στους Ατλαντιστές της Γηραιάς Ηπείρου, ιδίως στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Όμως γίνεται πια όλο και πιο ελκυστική στις Βρυξέλλες για λόγους ευνόητους, οι οποίοι σαφώς ενισχύθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Χαρακτηριστική ήταν η αλλαγή στο δόγμα εξωτερικής πολιτικής της Γερμανίας, όπως τη σηματοδότησε η ιστορική ομιλία Σολτς στη Bundestag τον Μάρτιο του 2022, προβλέποντας μεταξύ άλλων των ενίσχυση του γερμανικού προϋπολογισμού για αμυντικές δαπάνες.
Το σκεπτικό που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη αφορά στην ενίσχυση του ευρωπαϊκού βραχίονα στο ΝΑΤΟ: «αυτόνομη δράση ως συμπλήρωμα του ΝΑΤΟ». Στον βαθμό που εκτυλίσσεται -και ανεξάρτητα από τη μορφή που θα λάβει- το αφήγημα του αμερικανικού αναχωρητισμού, κερδίζει έδαφος η άποψη ότι η Ευρώπη οφείλει να κινηθεί σε τρία επίπεδα:
· Να αναβαθμίσει τη στρατιωτική της ικανότητα και να επενδύσει στην αμυντική βιομηχανία της
· Να προχωρήσει με την ευρωπαϊκή ενοποίηση και να καταστήσει αποδοτικότερη τη διαδικασία λήψης αποφάσεων
· Να εμβαθύνει τις σχέσεις της με τις κυβερνήσεις σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία και η Αυστραλία
Στο πλαίσιο αυτό, η Γαλλία θεωρείται ικανή να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο, καθώς της αναλογεί ο ισχυρότερος ευρωπαϊκός στρατός, έχει αναπτύξει μια σαφώς υπολογίσιμη αμυντική βιομηχανία, και διαθέτει πυρηνικές δυνατότητες.
Παρεμπιπτόντως, αξιωματούχοι όπως ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ έχουν εκφράσει την άποψη ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ενισχύσει την αποτρεπτική ισχύ της, τονίζοντας ότι η πυρηνική επιλογή είναι αποφασιστική προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η έννοια της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης δεν αντιτίθεται στο πνεύμα της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Όπως έλεγε στην «Κ» ο γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας – EDA, Γίρι Σεντίβι, το project της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας είναι συμπληρωματικό στο ΝΑΤΟ και δεν θα ήταν ρεαλιστική μια ρήτρα συλλογικής άμυνας στην Ε.Ε, καθώς την προσφέρει το άρθρο 5 στο ΝΑΤΟ. Αλλά οι υπέρμαχοι του εγχειρήματος απευθύνουν πλέον εκκλήσεις με τον χαρακτήρα του επείγοντος.
Σύμφωνα με πληροφορίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ο Ντόναλντ Τραμπ ήθελε να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, αλλά «πείστηκε από ανώτερα στελέχη της κυβέρνησης να μην το κάνει». Δεν είναι όμως βέβαιο ότι θα συμβεί το ίδιο και σε μια δεύτερη θητεία του, στην οποία εκτιμάται ότι θα τον περιστοιχίζουν πλέον οι πιο ριζοσπάστες ομοϊδεάτες του.
Όταν οι Αμερικανοί θα προσέρχονται στις κάλπες, τον Νοέμβριο του 2024, το ΝΑΤΟ θα έχει ήδη συμπληρώσει 75 χρόνια. Αν ο Τραμπ κατέλθει οριστικά υποψήφιος και καταφέρει να επανεκλεγεί, η αμυντική συμμαχία ΗΠΑ – Ευρώπης ίσως θα κληθεί να διαχειριστεί τη μεγαλύτερη κρίση που έχει αντιμετωπίσει ποτέ από την υπογραφή του Βορειοατλαντικού Συμφώνου τον Απρίλιο του 1949.
Εξ ου και στη Γηραιά Ήπειρο πυκνώνουν οι συζητήσεις με το βλέμμα στο σενάριο εγκατάλειψης της Ουκρανίας από τις ΗΠΑ. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Ευρώπη θα πρέπει να αυξήσει την παραγωγή όπλων και πυρομαχικών για να αναπληρώσει τις προμήθειες. Θα αναγκαστεί επίσης να εντατικοποιήσει τη στρατιωτική εκπαίδευση και να ενισχύσει τις επενδύσεις σε τομείς όπως τα drones και οι δορυφόροι, μέσα από έναν συνδυασμό πόρων και επενδύσεων για οικονομίες κλίμακας και ενίσχυση της αποτελεσματικότητας. Και θα πρέπει ενδεχομένως να αναθερμάνει την αμυντική συνεργασία της με το Ηνωμένο Βασίλειο. Σημειωτέον, η κρίση με τη Ρωσία έχει ούτως ή άλλως προσφερθεί για δείγματα γραφής προς αυτήν την κατεύθυνση, καθώς η Ευρώπη παρέχει σήμερα σχεδόν τα διπλάσια ποσά -συνολικά, περισσότερα από 85 δισ. ευρώ- από τις ΗΠΑ σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Ποια θα ήταν λοιπόν η όψη της ευρωπαϊκής άμυνας χωρίς την ομπρέλα των ΗΠΑ; Πιθανώς θα μάθουμε σύντομα, αν ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει τις προεδρικές εκλογές και αν -καταφέρει να- μετουσιώσει σε πράξη τις διαθέσεις του.