Η κυβερνητική κρίση στη Γερμανία που κορυφώθηκε την περασμένη εβδομάδα με τον καγκελάριο Σολτς να διαλύει τον λεγόμενο συνασπισμό του «Φαναριού», έχει βυθίσει τη χώρα σε ένα νέο κύκλο πολιτικής αβεβαιότητας – χωρίς διαφαινόμενο ορίζοντα λήξης.
Παρότι ο Σολτς υπήρξε ο πρωτεργάτης αυτής της κρίσης και πιθανότατα το κόμμα του θα χάσει στις πρόωρες εκλογές, οι Financial Times σχολιάζουν την ειρωνεία του πράγματος καθώς ο καγκελάριος κατάφερε να ενισχύσει τις μετοχές του εσωκομματικά.
Η υποστήριξη των Σοσιαλδημοκρατών προς τον Σολτς εκδηλώθηκε την περασμένη εβδομάδα σε μια συναισθηματικά φορτισμένη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD, όταν οι βουλευτές σηκώθηκαν όρθιοι καταχειροκροτώντας τον.
«Ιδού ο Όλαφ Σολτς, ένας αποτυχημένος καγκελάριος, ο συνασπισμός του μόλις κατέρρευσε, απέπεμψε τον υπουργό Οικονομικών του και το SPD θεωρεί ότι αυτό είναι λόγος για πανηγυρισμούς;» διερωτάται στους FT ο Γενς Σπαν, βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και πρώην υπουργός Υγείας, περιγράφοντας τη σκηνή ως «σουρεαλιστική».
Και δεν ήταν ο μόνος που διατύπωσε έκπληξη: Ο παρουσιαστής Μίκι Μπάιζενχερτς παρομοίασε τον Σολτς με τον Μπρους Γουίλις στην ταινία «Η έκτη αίσθηση». «Πηγαίνει κάθε μέρα στη δουλειά του, παρότι έχει πεθάνει εδώ και καιρό. Απλώς δεν το ξέρει ακόμα» έγραψε στο Χ.
Η ανακοίνωση Σολτς περί διάλυσης της ταλαιπωρημένης τρικομματικής κυβέρνησης πυροδοτεί μια σειρά διεργασιών που θα οδηγήσουν σε πρόωρες γερμανικές εκλογές εντός των επόμενων μηνών, χωρίς ωστόσο σαφές χρονοδιάγραμμα. Και η ασάφεια αυτή εντείνει το κλίμα αβεβαιότητας όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά σε ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο, εν μέσω του πολιτικού σεισμού που σηματοδοτεί η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ.
Πρόωρες εκλογές, ναι, αλλά πότε;
Αυτό είναι και το μεγάλο ζητούμενο.
Η Γερμανία, υπό τον φόβο μιας νέας Βαϊμάρης, έχει καταστήσει εξαιρετικά αυστηρές τις διαδικασίες διάλυσης της βουλής και προκήρυξης πρόωρων εκλογών.
Αρχικά, ο Σολτς πρέπει να ζητήσει (και να χάσει) ψήφο εμπιστοσύνης στην Μπούντεσταγκ. Στη συνέχεια, ο Γερμανός πρόεδρος μπορεί να διαλύσει εντός 21 ημερών το κοινοβούλιο, με τις πρόωρες εκλογές να προκηρύσσονται εντός των επόμενων 60 ημερών.
Συνεπώς, το κρισιμότερο ερώτημα αυτή τη στιγμή είναι το πότε ο Γερμανός καγκελάριος θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης.
Μετά την αποπομπή του υπουργού Οικονομικού, Κρίστιαν Λίντνερ, την περασμένη εβδομάδα, ο Σολτς διεμήνυσε πως σκοπεύει να συνεχίσει με κυβέρνηση μειοψηφίας έως τις 15 Ιανουαρίου, οπότε και θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης – η απώλεια της οποίας θα προλειάνει τον δρόμο για τις πρόωρες εκλογές έως τα τέλη Μαρτίου.
Ωστόσο, με τη Γερμανία να «φλερτάρει» με την ύφεση και τον Τραμπ να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο στα τέλη Ιανουαρίου, οι αναλυτές εκτιμούν πως η οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης δεν έχει τον χρόνο με το μέρος της και η αντιπολίτευση αξιώνει δραστική επίσπευση των διαδικασιών.
Ο Φρίντριχ Μερτς, πρόεδρος του CDU και πιθανός διάδοχος του Σολτς βάσει των δημοσκοπήσεων, κάλεσε τον Σολτς να διασφαλίσει ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν πριν από την οκρωμοσία Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου, υποστηρίζοντας ότι η πολιτική κρισιμότητα της διεθνούς συγκυρίας απαιτεί βιάση. «Δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε μια κυβέρνηση μειοψηφίας στη Γερμανία για αρκετούς μήνες», είπε.
Εξάλλου, ο Μερτς επιδιώκει τη «σπουδή», θέλοντας να αξιοποιήσει τις ευνοϊκές για το CDU δημοσκοπήσεις και παράλληλα να μειώσει το χρόνο ανασυγκρότησης του SPD. Από την άλλη, τον Σολτς θα ευνοούσε μία σχετική πίστωση χρόνου ώστε να βελτιώσει τις πιθανότητες του κόμματός του.
Σε τηλεοπτική συνέντευξη της Κυριακής, ο Σολτς φάνηκε να κάμπτεται από τις πιέσεις, εμφανιζόμενος πιο διαλλακτικός για ψήφο εμπιστοσύνης πριν τα Χριστούγεννα, δηλαδή νωρίτερα απ’ό,τι υπολόγιζε, αλλά και πάλι «αργά» για την αντιπολίτευση.
Ακόμη, όμως, και να υπάρξει πολιτική βούληση για επίσπευση των εκλογών, η αρτηριοσκληρωτική γραφειοκρατεία δεν αποκλείεται να δράσει αποτρεπτικά. Με επιστολή του προς τον Σολτς, ο επικεφαλής του ομοσπονδιακού οργάνου που επιβλέπει τις εκλογές φέρεται να προειδοποίησε πως μια εκλογική αναμέτρηση τους δύο πρώτους μήνες του 2025 θα οδηγούσε σε «ανυπολόγιστους κινδύνους». Ο αξιωματούχος επικαλέστηκε ως πρακτικά εμπόδια, μεταξύ άλλων, την… προμήθεια επαρκούς ποσότητας χαρτιού και ετοιμότητας των υπηρεσιών εκτύπωσης.
Όπως σημειώνει το Reuters, το τίμημα της υπερφόρτωσης μιας γραφειοκρατίας που δεν έχει συνηθίσει να διοργανώνει εκλογές σε τόσο στενές προθεσμίες, θα είναι υψηλό. Ο προγραμματισμός των εκλογών κατά τη χειμερινή περίοδο, όταν πολλές ημέρες χάνονται λόγω αργιών και ασθενειών, είναι δυσκολότερος από ό,τι κατά τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες.
Ποιος θα κερδίσει;
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν ευρύ προβάδισμα (32%) στο CDU του Μερτς και το συντηρητικό αδερφό κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), συνασπισμός που πιθανότατα θα ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού. Οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην τρίτη θέση, πίσω από το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), με ποσοστό 16%.
Καθώς το CDU έχει διαμηνύσει πως δεν θα συνεργαστεί με το AfD για τον σχηματισμό συνασπισμού, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στραφεί στο SPD του Σολτς (το οποίο, μέχρι τότε, δεν αποκλείεται να έχει έναν νέο επικεφαλής – με εξαιρετικά δημοφιλή μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών και των πολιτών τον υπουργό Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους που χαίρει υψηλών ποσοστών αποδοχής). Παρόλα αυτά και με βάση τις δημοσκοπήσεις, οι συντηρητικοί και το SPD πιθανότατα θα χρειαστούν ένα τρίτο κόμμα για τη συγκυβέρνηση.
Οι Πράσινοι -που σήμερα συγκεντρώνουν ποσοστό 10% στις δημοσκοπήσεις- έχουν γίνει μόνιμος στόχος των CDU/CSU για τις πολιτικές τους σε θέματα μετανάστευσης και κλίματος. Το FDP θα πρόεβαλλε ως καλύτερη λύση για συγκυβέρνηση με τους συντηρητικούς, αλλά θα πυροδοτούσε τις ενστάσεις του SPD. Εξάλλου, οι Φιλελεύθεροι ίσως να μην αποτελούν ούτως ή άλλως επιλογή καθώς αυτή τη στιγμή συγκεντρώνουν ποσοστό 4% – κάτω από το όριο εισόδου στο κοινοβούλιο.
«Όπως και να διαμορφωθούν τα πράγματα, ο επόμενος συνασπισμός μπορεί να είναι εξίσου εύθραυστος όσο ο προηγούμενος» σχολιάζει το Politico.
Γιατί η Γερμανία είναι σημαντική;
Δεδομένων των τεράστιων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν η Γερμανία και η Ευρώπη, είναι μια ιδιαίτερα κακή συγκυρία για κενό ηγεσίας και εσωστρέφεια στη Γερμανία.
Καθώς ηγέτες των γερμανικών κομμάτων ομφαλοσκοπούν διαγκωνιζόμενοι για το πότε θα διενεργηθεί η ψήφος εμπιστοσύνης, περίπου 50.000 Ρώσοι και Βορειοκορεάτες στρατιώτες φαίνεται να ετοιμάζονται να εξαπολύσουν επίθεση κατά των ουκρανικών δυνάμεων στην περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας, ενώ οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να προωθούνται κατά μήκος του μετώπου στην Ουκρανία.
Παράλληλα, η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος όχι μόνο απείλησε να περικόψει τη βοήθεια των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, αλλά ενθάρρυνε μάλιστα τη Μόσχα να «κάνει ό,τι θέλει» στα μέλη του ΝΑΤΟ που δεν πληρούν τους στόχους της συμμαχίας για τις αμυντικές δαπάνες.
Επιπλέον, η γερμανική οικονομία συρρικνώνεται, το Βερολίνο παραμένει εξαρτημένο αμυντικά από τις ΗΠΑ, ενώ ο Τραμπ έχει προαναγγείλει αύξηση των δασμών στις ευρωπαϊκές εισαγωγές – μεταξύ άλλων και στα γερμανικά αυτοκίνητα και την αμυντική βιομηχανία.
Όπως σχολιάζει το Politico, σε μερικούς μήνες, τα πράγματα μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικά στη Γερμανία. Ο Μερτς, πιθανώς ο επόμενος καγκελάριος, εμφανίζεται πολύ πιο «γεράκι» όσον αφορά τη βοήθεια για την Ουκρανία, ενώ ευαγγελίζεται μια συνταγή της ελεύθερης αγοράς για να βγάλει τη γερμανική οικονομία από το τέλμα. Ταυτόχρονα, έχει μετατοπίσει τους συντηρητικούς της Γερμανίας πολύ δεξιότερα σε σύγκριση με την εποχή της Άνγκελα Μέρκελ, εκφράζοντας την επιθυμία να συνάψει «συμφωνίες» με τον Τραμπ.
Πηγή: Politico, Financial Times, Reuters