Kathimerini.gr
«Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία κινδυνεύει να μετατραπεί σε κάτι ακόμα πιο επικίνδυνο», γράφει σε άρθρο του το Politico, υπογραμμίζοντας πως «η πιθανότητα μιας σύγκρουσης που θα φέρνει τη Μόσχα σε άμεση αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ έχει ξαφνικά γίνει πιο πιθανή».
Οι δηλώσεις που έχουν κάνει ανώτεροι αξιωματούχοι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας τις τελευταίες ημέρες αντικατοπτρίζουν τον αυξανόμενο κίνδυνο ενός ευρύτερου και πιο απρόβλεπτου πολέμου, ενώ σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και οι ρωσικές προειδοποιήσεις για μια πιθανή πυρηνική κλιμάκωση.
Υπάρχει μια αίσθηση ότι ο πόλεμος περνά πια σε μια νέα, περισσότερο επικίνδυνη φάση, γράφει ο Τζέιμι Ντέτμερ στο Politico, επικαλούμενος ως ενισχυτικές της εν λόγω αίσθησης πολλές από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών: Τα πλήγματα που φέρονται να έχουν πραγματοποιήσει οι Ουκρανοί εντός των συνόρων της Ρωσίας – Τις «προβοκάτσιες» που φέρεται να ενορχήστρωσε η ρωσική πλευρά στην αποσχισθείσα από τη Μολδαβία περιοχή της Υπερδνειστερίας – Τις εξελίξεις εντός των ουκρανικών συνόρων – Αλλά και τις δηλώσεις αξιωματούχων όπως για παράδειγμα του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Σεργκέι Λαβρόφ, που έχει προειδοποιήσει ακόμη και για τον κίνδυνο ενός τρίτου παγκοσμίου πολέμου.
Ουκρανική αντεπίθεση με σκοπό τη νίκη
Ο συντάκτης του Politico βλέπει, ωστόσο, αλλαγές και στον τρόπο με τον οποίο η Δύση προσεγγίζει πια αυτήν τη σύγκρουση. Πιο συγκεκριμένα, οι φωνές που «βλέπουν» πλέον ως πιθανή μια νίκη της Ουκρανίας όχι μόνο αυξάνονται αλλά και εκφράζονται κατά τρόπο περισσότερο ηχηρό. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, δυνάμεις όπως είναι εκείνες των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου δείχνουν πια να φοβούνται λιγότερο το ενδεχόμενο μιας διάχυσης, μετάδοσης ή επέκτασης του πολέμου σε άλλες περιοχές πέραν των ουκρανικών. Στο ίδιο πλαίσιο, οι Δυτικοί αρχίζουν να βλέπουν πιο θετικά και το ενδεχόμενο μιας ουκρανικής αντεπίθεσης.
Νέοι στόχοι
«Μεμονωμένα μέλη [του ΝΑΤΟ] – όπως η Βρετανία – έχουν αποδειχθεί έτοιμα πια να αναλάβουν ρίσκα τα οποία απέρριπταν πριν από έξι εβδομάδες», στηρίζοντας δηλαδή την Ουκρανία κατά τρόπους (με νέα πιο φονικά και βαρέα όπλα, για παράδειγμα) που μέχρι πρότινος απέφευγαν, δηλώνει ο ιστορικός Hew Strachan μιλώντας στο Politico.
Οι δυτικοί – αμερικανικοί και βρετανικοί – πολεμικοί στόχοι αναδιαμορφώνονται, με την αμερικανική πλευρά για παράδειγμα (Λόιντ Όστιν, Άντονι Μπλίνκεν) να διαμηνύει πως θέλει «να δει τη Ρωσία αποδυναμωμένη σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να ξανακάνει όσα έκανε εισβάλλοντας στην Ουκρανία».
Όσο για τους Ρώσους, εκείνοι από την πλευρά τους παρουσιάζονται να έχουν «υποχωρήσει» μερικώς, αποσύροντας δυνάμεις από την ευρύτερη περιοχή του Κιέβου και τον ουκρανικό βορρά.
Το Κρεμλίνο έχει, εκ πρώτης όψεως, περιορίσει τους στρατιωτικούς του στόχους στο Ντονμπάς και στη νότια Ουκρανία, έχοντας εγκαταλείψει την προσπάθεια να καταλάβει το Κίεβο.
Ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας ρωσικής επίθεσης στο Κίεβο
Αναλυτές προειδοποιούν, ωστόσο, πως εάν οι Ρώσοι επιτύχουν το προσεχές διάστημα στην ανατολική Ουκρανία (Ντονμπάς), νικώντας τις εξαιρετικά εμπειροπόλεμες ουκρανικές δυνάμεις που μάχονται στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, έπειτα θα μπορούσαν να επιστρέψουν με στόχο να πλήξουν το Κίεβο και πάλι.
Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πως θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος. Το πιο πιθανό είναι, πάντως, πως η ένταση θα κορυφωθεί κι άλλο, προτού καταλήξουμε στο όποιο τέλος, όπως σημειώνει στο άρθρο του το Politico.