REUTERS, TASS
Την έντονη αντίδραση της ρωσικής πολιτικής ηγεσίας προκάλεσε η απόφαση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν να εγκρίνει τελικά, με καθυστέρηση πολλών μηνών, το αίτημα των Ουκρανών να χρησιμοποιήσουν αμερικανικούς πυραύλους ATACMS για πλήγματα σε μεγάλο βάθος της ρωσικής επικράτειας. «Είναι προφανές ότι η απερχόμενη διοίκηση στην Ουάσιγκτον… ρίχνει κι άλλο λάδι στη φωτιά, προκαλώντας περαιτέρω κλιμάκωση των εντάσεων», σχολίασε ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ. Ο Ρώσος αξιωματούχος υπενθύμισε ότι στις 12 Σεπτεμβρίου ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε προειδοποιήσει ότι μια παρόμοια απόφαση της Ουάσιγκτον θα άλλαζε ριζικά τον χαρακτήρα του πολέμου, καθώς θα σήμαινε ότι οι ΗΠΑ και άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ συμμετέχουν πλέον ευθέως στη στρατιωτική σύγκρουση εναντίον της Ρωσίας. Αιτιολογώντας τη θέση του ο Πούτιν είχε τότε υποστηρίξει ότι η χρήση των ATACMS για πλήγματα σε μεγάλο βάθος της ρωσικής επικράτειας προϋποθέτει την άμεση ανάμειξη της Δύσης μέσω στρατιωτικών ειδικών και πληροφοριών δορυφορικής κατασκοπείας.
Την Κυριακή, αμερικανικά Μέσα που επικαλούνταν κορυφαίους κυβερνητικούς αξιωματούχους ανέφεραν ότι ο Τζο Μπάιντεν, σχεδόν δύο μήνες προτού αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο για να παραδώσει τη σκυτάλη στον Ντόναλντ Τραμπ, αποφάσισε να κάνει δεκτό το ουκρανικό αίτημα που μέχρι τότε απέρριπτε λόγω του φόβου ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Οι ATACMS (τακτικά πυραυλικά συστήματα του στρατού) είναι βαλλιστικοί πύραυλοι με βεληνεκές μέχρι 300 χιλιόμετρα. Στα πλεονεκτήματά τους συγκαταλέγονται η μεγάλη ακρίβεια, καθώς είναι κατευθυνόμενοι πύραυλοι, και το γεγονός ότι ανεβαίνουν πολύ ψηλά στην ατμόσφαιρα για να αποκτήσουν πολύ μεγάλη ταχύτητα καθώς κατεβαίνουν προς τον στόχο τους, καθιστώντας δυσκολότερη την αναχαίτισή τους από την εχθρική αεράμυνα.
Στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούσαν χθες ότι η απόφαση του Μπάιντεν ήρθε πολύ αργά ώστε να έχει στρατηγικής σημασίας αντίκτυπο στο πεδίο της μάχης, καθώς ο ρωσικός στρατός προωθείται, έστω με σοβαρές απώλειες, στα μέτωπα του Ντονμπάς και του Χάρκοβο, ενώ οι Ουκρανοί αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα εφοδίων και μάχιμων στρατιωτών. Είναι πιθανό, όμως, η χρήση των ATACMS να δυσκολέψει και να επιβραδύνει την προώθηση των ρωσικών στρατευμάτων, ιδίως αν το παράδειγμα των ΗΠΑ ακολουθήσουν και οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Την Κυριακή, η γαλλική εφημερίδα Le Figaro είχε αναφέρει στην ιστοσελίδα της ότι η Γαλλία και η Βρετανία είχαν δώσει το πράσινο φως στην Ουκρανία να χρησιμοποιήσει τους δικούς τους, αντίστοιχους με τους ATACMS, πυραύλους SCALP και Shadow, αλλά στη συνέχεια η ανάρτηση κατέβηκε για αδιευκρίνιστους λόγους.
Επικαλούμενα γνώμες ειδικών σε θέματα ασφάλειας τα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία εκτιμούσαν ότι οι ATACMS θα χρησιμοποιηθούν σε πρώτη φάση για να εμποδίσουν την αναμενόμενη ρωσική αντεπίθεση για την απώθηση των ουκρανικών δυνάμεων από τις περιοχές που κατέχουν στη ρωσική περιοχή του Κουρσκ, όπου εισέβαλαν στις αρχές Δεκεμβρίου. Οι Ρώσοι έχουν συγκεντρώσει δύναμη 50.000 ανδρών, στις οποίες περιλαμβάνονται και 10.000 στρατιώτες από τη Βόρεια Κορέα, προκαλώντας φόβους στο Κίεβο και στους συμμάχους του ότι εάν η αντεπίθεσή τους αποδειχθεί επιτυχής, ενδέχεται να τους επιτρέψει να προελάσουν στη γειτονική, ουκρανική περιφέρεια του Σούμι.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι καλωσόρισε την απόφαση Μπάιντεν, αν και η μετρημένη αντίδρασή του μαρτυρούσε τη δυσφορία του για την πολύμηνη καθυστέρηση της αμερικανικής κυβέρνησης. «Σήμερα, πολλά λέγονται στα μίντια για την άδεια των ΗΠΑ να κάνουμε αυτό που ζητούσαμε. Αλλά τα πλήγματα δεν έρχονται με λέξεις. Αυτά τα πράγματα δεν ανακοινώνονται. Οι πύραυλοι θα μιλήσουν από μόνοι τους», τόνισε ο Ουκρανός πρόεδρος σε μήνυμά του μέσω βίντεο.
Κοινή είναι η αίσθηση μεταξύ των διεθνών πολιτικών αναλυτών ότι, με την άμμο να εξαντλείται στην κλεψύδρα της προεδρίας του, ο Τζο Μπάιντεν επιδιώκει να ενισχύσει την πολιτική του κληρονομιά δημιουργώντας τετελεσμένα για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος υποσχέθηκε προεκλογικά τον γρήγορο τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Την ίδια άποψη συμμερίστηκε και ο πρόεδρος της ρωσικής Δούμας (Βουλή) Βιατσεσλάβ Βολοντίν κατηγορώντας τον απερχόμενο Αμερικανό πρόεδρο ότι «θέλει να πάρει μαζί του ολόκληρη την Αμερική και, ίσως, ολόκληρο τον κόσμο» και πως με την τελευταία του απόφαση «θα καταστρέψει εντελώς τις ρωσοαμερικανικές σχέσεις». Η βουλευτής Μαρία Μπούτινα δήλωσε: «Ελπίζω ότι ο Τραμπ θα ακυρώσει αυτή την απόφαση, γιατί με αυτή την επιλογή (οι ΗΠΑ) ρισκάρουν πραγματικά έναν Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε σχολιάσει μέχρι χθες το βράδυ την απόφαση Μπάιντεν. Ωστόσο, ένας από τους κορυφαίους συμβούλους του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Γερμανία Ρίτσαρντ Γκρένελ, άσκησε σκληρή κριτική στον απερχόμενο πρόεδρο με ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ. «Κανένας δεν θα περίμενε ότι ο Τζο Μπάιντεν θα κλιμάκωνε τον πόλεμο στην Ουκρανία κατά τη μεταβατική περίοδο. Είναι σαν να ξεκινάει πραγματικά έναν καινούργιο πόλεμο», έγραψε ο Γκρένελ.
Για μία ακόμη φορά οι Ευρωπαίοι εμφανίστηκαν διχασμένοι. Ο Πολωνός πρόεδρος Αντρέι Ντούντα εγκωμίασε τον Μπάιντεν χαρακτηρίζοντας «αναγκαία» την απόφασή του και εκφράζοντας την ελπίδα ότι «θα μπορούσε να αποδειχθεί σημείο τομής». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν οι Βαλτικές Δημοκρατίες. Αντίθετα, ο Σλοβένος πρόεδρος Ρόμπερτ Φίτσο δήλωσε ότι πρόκειται για «χωρίς προηγούμενο κλιμάκωση της έντασης που τορπιλίζει τις ελπίδες για έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών», ενώ η Ουγγαρία έκανε λόγο για «εξαιρετικά επικίνδυνη» απόφαση.