Αλεξάνδρα Βουδούρη
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. «Η διαφθορά διαβρώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και αυτό είναι οδυνηρό. Πρέπει να εργαστούμε σκληρά για να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη», δήλωνε τον περασμένο Δεκέμβριο η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εν μέσω της πολιτικής θύελλας που είχε ξεσπάσει στην Ευρώπη για το σκάνδαλο διαφθοράς Qatargate.
Σχεδόν πέντε μήνες αργότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει σήμερα τη στρατηγική της για «ισχυρότερους κανόνες στην αντιμετώπιση της διαφθοράς και την προαγωγή ενός πνεύματος ακεραιότητας στην Ε.Ε. και παγκοσμίως». Βασικός στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι όλες οι μορφές διαφθοράς θα ποινικοποιούνται σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., ότι τα νομικά πρόσωπα θα μπορούν επίσης να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα αδικήματα αυτά και ότι τα αδικήματα αυτά θα επισύρουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Με την παραδοχή ότι το ισχύον νομικό πλαίσιο της Ε.Ε. είναι παρωχημένο και ελλιπές, η Κομισιόν προσανατολίζεται να καταστήσει τους κανόνες της Ε.Ε. κατάλληλους για τον επιδιωκόμενο σκοπό, ενσωματώνοντας και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (UNCAC).
Η πρόταση θα παρουσιαστεί από τους αντιπροέδρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά και Βέρα Γιούροβα και αναμένεται να υιοθετηθεί από το Κολέγιο των Επιτρόπων. Ενδιαφέρον στοιχείο της πρότασης, σύμφωνα με πληροφορίες, αφορά τη βελτίωση της συνεργασίας για τις διασυνοριακές έρευνες και τη διευκόλυνση σύλληψης εγκληματιών μέσω της θέσπισης συγκεκριμένων οργάνων καταπολέμησης της διαφθοράς σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Σύμφωνα με έγγραφο που έχει στην κατοχή της η «Κ», η οδηγία προτείνει αντιμετώπιση της διαφθοράς μέσω ποινικοποίησης όλων των μορφών της, ενώ δημιουργεί τις βάσεις για εναρμόνιση των ευρωπαϊκών κανόνων σε ό,τι αφορά τα σχετικά αδικήματα. Η οδηγία –επί της ουσίας– αντανακλά τη δέσμευση της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν κατά την ομιλία της για την Κατάσταση της Ενωσης τον περασμένο Σεπτέμβριο, όπου τόνιζε ότι «θα ανεβάσουμε τον πήχυ για αδικήματα όπως ο παράνομος πλουτισμός, η αθέμιτη άσκηση επιρροής και η κατάχρηση εξουσίας». Ενώπιον της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε δώσει μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση στην πρόταση να συμπεριληφθεί «η διαφθορά στο καθεστώς κυρώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα» ως «το νέο μας εργαλείο για την προστασία των αξιών μας στο εξωτερικό».
Για τον λόγο αυτό ο ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε., Ζοζέπ Μπορέλ, αναμένεται να προτείνει ξεχωριστά «ένα ειδικό καθεστώς κυρώσεων στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της Ενωσης με στόχο να αντιμετωπιστούν σοβαρές πράξεις διαφθοράς, ανεξαρτήτως του πού συμβαίνουν, όταν η διαφθορά κινδυνεύει να επηρεάσει σοβαρά τα θεμελιώδη συμφέροντα της Ε.Ε.». Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται παράλληλα κοινή ανακοίνωση της Κομισιόν και του ύπατου εκπροσώπου που θα συνοδεύει τις προτάσεις που θα παρουσιαστούν σήμερα και θα αποτελέσουν έναν «οδικό χάρτη» περαιτέρω δράσεων. Αν τελικά η νομοθετική πρωτοβουλία περάσει από τους επόμενους δύσκολους «κάβους» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κυρίως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αναμένεται να ενισχύσει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα της Ε.Ε. να καταπολεμήσει τη διαφθορά εντός των κρατών-μελών της και της εγγύς γειτονίας της.
Φορέας «δεοντολογίας»
Στον «απόηχο» του σκανδάλου Qatargate, η πρόεδρος της Κομισιόν αναμένεται –σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας– να παρουσιάσει πολύ σύντομα πρόταση για δημιουργία ενός φορέα «δεοντολογίας», που θα επιβλέπει τη λειτουργία όλων των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε., που ήδη επικρίνονται για «χαλαρούς» ακόμα κανόνες εντός τους και κυρίως μειωμένα ανακλαστικά σε ό,τι αφορά την πρόβλεψη και αντιμετώπιση εσωτερικών υποθέσεων διαφθοράς.
Πώς διαφέρουν οι αντιλήψεις των Ευρωπαίων
Δεν αποτελεί είδηση ότι η κρατούσα πεποίθηση στην Ελλάδα είναι ότι υπάρχει διαφθορά. Σε ένα τοξικό περιβάλλον όπου διεξάγεται καθημερινά ο δημόσιος λόγος και ιδιαίτερα εν μέσω της προεκλογικής περιόδου με καθημερινές αντεγκλήσεις, όπου κυριαρχούν οι λέξεις «απατεώνες», «ψεύτες», «κερδοσκόποι» και κατηγορίες για σκάνδαλα εντός και εκτός Ελλάδας, με πιο πρόσφατο το Qatargate, είναι κάτι παραπάνω από αναμενόμενο η πλειοψηφία των Ελλήνων να θεωρεί ότι η χώρα είναι διεφθαρμένη.
Οπως κατέδειξε η τελευταία έκθεση του Ευρωβαρόμετρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διαφθορά, που διεξήχθη Μάρτιο και Απρίλιο του 2022 και στην οποία συμμετείχαν από τη χώρα μας 1.013 άτομα, οι Ελληνες σε ποσοστό 98% θεωρούν διαδεδομένο το γενικότερο πρόβλημα της διαφθοράς στη χώρα, ενώ έπονται η Κροατία και η Κύπρος με 94% και η Ουγγαρία με 91%, έναντι του 68% που είναι ο μέσος όρος των πολιτών της Ε.Ε. Και ενώ βρισκόμαστε ελάχιστες εβδομάδες πριν από το άνοιγμα της κάλπης, ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι το 91% των συμπολιτών μας εκτιμά πως υπάρχει διαφθορά στους πολιτικούς θεσμούς, με το 59% να θεωρεί ότι υπάρχει διαφθορά στα πολιτικά κόμματα και στους πολιτικούς.
Ανησυχητικό παράλληλα είναι το γεγονός ότι το 55% των Ελλήνων θεωρεί αποδεκτό να δώσει κάποιο δώρο εάν θέλει κάτι από τη δημόσια διοίκηση, καθώς και ότι το 51% των πολιτών πιστεύει ότι η καταγγελία υπόθεσης διαφθοράς θα ήταν άσκοπη διότι οι υπεύθυνοι δεν θα τιμωρηθούν. Το ίδιο ακριβώς ποσοστό καταγράφεται και σε όλη την Ε.Ε. ενώ το 53% των Ευρωπαίων δηλώνει ότι δεν γνωρίζει πώς να καταγγείλει μια υπόθεση διαφθοράς, με το 48% να εκτιμά ότι δύσκολα θα αποδειχθεί, γι’ αυτό τον λόγο άλλωστε και δεν προχωρεί σε καταγγελία περιστατικών. Στην περίπτωση πάντως που χρειαστεί να το κάνουν είναι επίσης ενδιαφέρον ότι οι Ελληνες εμπιστεύονται περισσότερο την αστυνομία (70%), τη Δικαιοσύνη (35%), ενώ τα ΜΜΕ συγκεντρώνουν αντίστοιχα 11% και τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. μόλις το 3%. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι αυτά τα στοιχεία αντανακλούν την αντίληψη (perception) που έχουν οι ερωτώμενοι πολίτες για τη διαφθορά σε συγκεκριμένους τομείς και όχι την πραγματικότητα ή τι ακριβώς ισχύει στη δημόσια διοίκηση ή στο τι κάνει το κράτος ή οι ανεξάρτητες αρχές για την αντιμετώπισή της. Πρόκειται, δηλαδή, για μια μέθοδο καταγραφής των αντιλήψεων βάσει του τι εκτιμούν γενικά οι πολίτες ότι συμβαίνει και όχι πάντα βάσει πραγματικών γεγονότων ή/και προσωπικών εμπειριών.
Προσωπικές εμπειρίες φυσικά –και όχι, τυχαία– καταγράφονται στην εν λόγω έρευνα σε ό,τι αφορά το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, καθώς αποτελεί στην αντίληψη της πλειονότητας τον πιο διεφθαρμένο τομέα. Εκεί καταγράφεται ότι το 13%, εκτός από τα επίσημα έξοδα, χρειάστηκε να δώσει επιπλέον αμοιβή ή δώρο σε νοσοκόμα ή γιατρό, ή να κάνει δωρεά σε νοσοκομείο. Πρόκειται για το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε., όπου κατά μέσον όρο το 4% χρειάστηκε να δώσει «φακελάκι».
Ευρέως διαδεδομένη
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι (επτά στους δέκα) θεωρούν ότι η διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη στη χώρα όπου ζουν και κατοικούν, ενώ το 63% θεωρεί ότι η διαφθορά είναι «απαράδεκτη». Ωστόσο η φύση και το εύρος της διαφθοράς διαφέρουν μεταξύ των κρατών-μελών, για παράδειγμα στην Ιρλανδία το 78% θεωρεί τη διαφθορά «απαράδεκτη» την ώρα που το ποσοστό αυτό είναι περιορισμένο στη Λετονία (34%) και στην Τσεχία (μόλις 30%).
Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι υπάρχει διαφθορά στους εθνικούς δημόσιους θεσμούς (74%), στα πολιτικά κόμματα και στους πολιτικούς (53%). Από το 2013, το ποσοστό ωστόσο όσων θεωρούν ότι η διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη έχει μειωθεί σε 18 κράτη-μέλη. Οι Ευρωπαίοι που αισθάνονται ότι η διαφθορά επηρεάζει την καθημερινή τους ζωή αποτελούν μειονότητα, μόλις το 26%.
Ωστόσο, η έρευνα της Κομισιόν καταγράφει τις αντιλήψεις των πολιτών για τη διαφθορά στις χώρες όπου διαμένουν. Δεν υπάρχει δηλαδή ερώτημα σχετικά με το πώς βλέπουν οι Ευρωπαίοι τη διαφθορά γενικότερα στην Ε.Ε. ή τις προσπάθειες αντίστοιχα των ευρωπαϊκών θεσμών να την αντιμετωπίσουν. Στη «σκιά» του σκανδάλου του Qatargate –που ξέσπασε μετά τη δημοσίευση της εν λόγω έρευνας– και ενόψει των κρίσιμων ευρωεκλογών του 2024, θα είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον να γίνει μια τέτοια καταγραφή το επόμενο έτος.