Δέκα χρόνια μετά την έκρηξη δύο αυτοσχέδιων βομβών στη γραμμή τερματισμού του μαραθωνίου της Βοστώνης, η πόλη θα θυμηθεί τη ζοφερή στιγμή σήμερα, Σάββατο, με προσευχές για όσους έχασαν τη ζωή τους, ενώ θα πραγματοποιηθούν και δράσεις που καταδεικνύουν το ανθεκτικό πνεύμα της κοινότητας.
Η δήμαρχος της Βοστώνης Μισέλ Γου, η οποία είχε θέσει την πρώτη της υποψηφιότητα για το δημοτικό συμβούλιο όταν συνέβη η τραγωδία, θα φέρει κοντά τις οικογένειες που έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα, για να καταθέσουν στεφάνι στους χώρους μνήμης. Στη συνέχεια, θα πραγματοποιηθεί μια σύντομη τελετή στον τερματισμό του μαραθωνίου, όπου θα χτυπήσουν οι καμπάνες και θα ακολουθήσει ενός λεπτού σιγή.
Ο 127ος μαραθώνιος της Βοστώνης πραγματοποιείται τη Δευτέρα.
«Εχω μιλήσει από τότε με πάρα πολλά μέλη της κοινότητας, οικογένειες που έχουν σημαδευτεί για πάντα και που κουβαλούν αυτό το τραύμα μαζί τους μέχρι σήμερα», είπε η Γου, που εκείνη την ημέρα άνθρωποι με αισθήματα «σύγχυσης, φόβου και σοκ γι’ αυτό που συνέβαινε» είχαν μπει στα γραφεία της προεκλογικής της εκστρατείας.
«Ολος ο κόσμος είδε τη Βοστώνη να συσπειρώνεται εκείνη τη στιγμή και, μέχρι σήμερα, εξακολουθούμε να κουβαλάμε το χαρακτηριστικό της ανθεκτικότητας και της δύναμης», πρόσθεσε η δήμαρχος της πόλης.
Τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 260 τραυματίστηκαν όταν δύο αυτοσχέδιες βόμβες, που είχαν τοποθετήσει οι Τζοχάρ και Τάμερλαν Τσαρνάεφ, εξερράγησαν στη γραμμή τερματισμού του μαραθωνίου. Οι νεκροί ήταν ο Λου Λινγκζί, ένας 23χρονος μεταπτυχιακός φοιτητής του Πανεπιστημίου της Βοστώνης από την Κίνα, η Κριστλ Κάμπελ, μια 29χρονη διευθύντρια εστιατορίου από το Μέντφορντ της Μασαχουσέτης, και ο 8χρονος Μάρτιν Ρίτσαρντ, που είχε πάει να παρακολουθήσει τον μαραθώνιο με την οικογένειά του.
Κατά τη διάρκεια ενός τεταμένου, τετραήμερου ανθρωποκυνηγητού που παρέλυσε την πόλη, ο αστυνομικός Σον Κόλιερ δέχθηκε πυρά και έχασε τη ζωή του μέσα στο αυτοκίνητό του. Ενας δεύτερος αστυνομικός, ο Ντένις Σίμοντς, πέθανε επίσης ένα χρόνο αφότου τραυματίστηκε σε σύγκρουση με τους βομβιστές.
Η αστυνομία συνέλαβε τον αιμόφυρτο και τραυματισμένο Τζοχάρ Τσαρνάεφ στο προάστιο Ουότερταουν της Βοστώνης, όπου κρυβόταν σε μια βάρκα που ήταν «παρκαρισμένη» σε μιαν αυλή, λίγες ώρες μετά τον θάνατο του αδελφού του. Ο Τάμερλαν Τσαρνάεφ, 26 ετών, είχε σκοτωθεί σε ανταλλαγή πυροβολισμών με την αστυνομία.
«Νομίζω ότι όλοι ζούμε ακόμα με εκείνες τις τραγικές μέρες πριν από 10 χρόνια», είπε ο Μπιλ Eβανς, πρώην αστυνομικός επίτροπος της Βοστώνης.
Ο Τζοχάρ Τσαρνάεφ καταδικάστηκε σε θάνατο, ενώ όλη του η δικαστική προσπάθεια τα τελευταία χρόνια επικεντρώθηκε στην προσπάθειά του να αποφύγει την εκτέλεση.
Ηδη από τον περασμένο Ιανουάριο αναμένεται απόφαση ομοσπονδιακού εφετείου για την υπόθεση του 29χρονου, αλλά δεν έχει εκδώσει ακόμη απόφαση.
Το εφετείο απέρριψε αρχικά τη θανατική ποινή του Τσαρνάεφ το 2020, λέγοντας ότι ο δικαστής δεν εξέτασε επαρκώς τους ενόρκους για πιθανές προκαταλήψεις. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επανέφερε πέρυσι την ποινή.
Ο βομβαρδισμός όχι μόνο ένωσε τη Βοστώνη –το «Boston Strong» έγινε η κραυγή της πόλης–, αλλά ενέπνευσε πολλούς στην κοινότητα των δρομέων και ώθησε πολλούς από αυτούς που επλήγησαν από την τρομοκρατική επίθεση να συμμετάσχουν στον μαραθώνιο.
Πηγή: Associated Press