Kathimerini.gr
Ξεπέρασαν χθες τις 800.000 τα κρούσματα του κορωνοϊού σε παγκόσμια κλίμακα, με την Ευρώπη να αποτελεί πάντα το επίκεντρο της πανδημίας, καθώς έχει τα περισσότερα βαριά περιστατικά και τους περισσότερους θανάτους, παρότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πλέον μακράν η πρώτη χώρα σε αριθμό κρουσμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι νεκροί σε δύο μόνο ευρωπαϊκές χώρες, Ιταλία και Ισπανία, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το μισό του συνολικού αριθμού των θυμάτων σε παγκόσμια κλίμακα – γύρω στις 40.000 μέχρι χθες το βράδυ.
Σε αρκετές περιοχές των δύο χωρών το σύστημα υγείας βρίσκεται στο χείλος της ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Στο Μιλάνο κατασκευάστηκε μέσα σε δέκα μόνον ημέρες νοσοκομείο εκστρατείας σε εκθεσιακό χώρο, ικανό να φιλοξενήσει 200 βαριά ασθενείς σε μονάδες εντατικής θεραπείας.
Η Ισπανία θρήνησε 849 ανθρώπους μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο, ενώ οι Αρχές της Μαδρίτης υποχρεώθηκαν να ανοίξουν και δεύτερο προσωρινό νεκροτομείο για να καλύψουν τις πιεστικές ανάγκες.
Ενώ η Ιταλία κρατούσε χθες ενός λεπτού σιγή για τα θύματα του COVID-19, με τις σημαίες να ανεμίζουν μεσίστιες σε όλη τη χώρα, η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung δημοσίευε επιστολή Ιταλών πολιτικών, κυρίως από το βόρειο τμήμα της χώρας, με την οποία ζητούν την άμεση έκδοση ομολόγων κορωνοϊού, υπενθυμίζοντας τη διαγραφή γερμανικού χρέους από τη διεθνή κοινότητα, το 1953.
Στο Βερολίνο, ο Λόταρ Βίλερ, πρόεδρος του ινστιτούτου Κοχ, επέμεινε στο αισιόδοξο σενάριο περί μείωσης του ρυθμού αύξησης κρουσμάτων και θυμάτων, εκτιμώντας πως η τάση αυτή θα γίνει περισσότερο ορατή μετά το Πάσχα.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Βρετανός καθηγητής Νιλ Φέργκιουσον δήλωσε ότι «υπάρχει λόγος για αισιοδοξία». Σύμφωνα με μελέτη του Imperial College σε 11 ευρωπαϊκές χώρες, τα περιοριστικά μέτρα αποδίδουν, έχοντας σώσει μέχρι τώρα γύρω στις 60.000 ζωές.