Kathimerini.gr
Για εξάντληση ορισμένων τύπων πυραύλων αεράμυνας στον αμερικανικό στρατό κάνει λόγο δημοσίευμα της Wall Street Journal εγείροντας ερωτήματα σχετικά με την ετοιμότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να ανταποκριθούν σε μια πιθανή νέα σύγκρουση στον Ειρηνικό εν μέσω των υφιστάμενων πολεμικών μετώπων της Μέσης Ανατολής και της ανατολικής Ευρώπης.
Οπως αναφέρεται, οι πύραυλοι αναχαίτισης έχουν γίνει το πιο περιζήτητο πυρομαχικό κατά τη διάρκεια της διευρυνόμενης κρίσης στη Μέση Ανατολή, καθώς το Ισραήλ αντιμετωπίζει τον τελευταίο χρόνο πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη που εκτοξεύονται από το Ιράν και τις πολιτοφυλακές του.
Οι πύραυλοι Standard, οι οποίοι συνήθως εκτοξεύονται από πλοία και κυκλοφορούν σε διάφορους τύπους, είναι από τα πιο συνηθισμένα πυρομαχικά που έχουν χρησιμοποιήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες για να υπερασπιστούν το ισραηλινό έδαφος. Οι ΗΠΑ έχουν εκτοξεύσει περισσότερους από 100 πυραύλους Standard από το ξέσπασμα του πολέμου τον Οκτώβριο του 2023, όπως δήλωσαν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι.
Σε κάθε περίπτωση, το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας αναφέρει ότι δεν πρόκειται να αποκαλύψει δημοσίως τα αποθέματά του, επειδή οι πληροφορίες είναι απόρρητες και θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από το Ιράν και τους πληρεξουσίους του. «Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, το υπουργείο Αμυνας αύξησε τις δυνάμεις μας στην περιοχή για την προστασία του αμερικανικού στρατού και την υποστήριξη της άμυνας του Ισραήλ, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τα αποθέματα», δήλωσε η εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Σαμπρίνα Σινγκ.
Το δημοσίευμα πάντως αναφέρει ότι η μεγάλη ζήτηση για αναχαιτίσεις στα πολεμικά θέατρα της Μέσης Ανατολής και της Ουκρανίας, έχει προκαλέσει την ανησυχία του Πενταγώνου για την πιθανότητα ταχύτερης χρήση των αποθεμάτων πυραύλων αεράμυνας συγκριτικά με τον ρυθμό αντικατάστασης. Μια τέτοια εξέλιξη αφήνει τις ΗΠΑ ευάλωτες σε ενδεχόμενη σύγκρουση στον Ειρηνικό, δήλωσαν αναλυτές και αξιωματούχοι.
«Οι ΗΠΑ δεν έχουν αναπτύξει μια αμυντική βιομηχανία που να εξυπηρετεί πόλεμο φθοράς μεγάλης κλίμακας στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή, ικανοποιώντας παράλληλα τα δικά τους πρότυπα ετοιμότητας», δήλωσε ο Ελιας Γιουσίφ, συνεργάτης και αναπληρωτής διευθυντής του Προγράμματος Συμβατικής Άμυνας στο Κέντρο Stimson στην Ουάσινγκτον. «Και οι δύο αυτοί πόλεμοι είναι παρατεταμένες συγκρούσεις, κάτι που δεν ήταν μέρος του αμυντικού σχεδιασμού των ΗΠΑ», πρόσθεσε.
Η αύξηση της παραγωγής όπλων έχει αποδειχθεί δύσκολη για το Πεντάγωνο, καθώς απαιτεί από τις οπλοβιομηχανίες να ξεκινήσουν νέες γραμμές παραγωγής, να επεκτείνουν τις εγκαταστάσεις τους και να προσλάβουν επιπλέον εργαζόμενους. Οι αμυντικές αυτές εταιρείες συχνά διστάζουν να επενδύσουν σε αυτή την επέκταση αν δεν είναι σίγουρες ότι το Πεντάγωνο δεσμεύεται να αγοράζει όπλα σε αυξημένα επίπεδα μακροπρόθεσμα.