Kathimerini.gr
«Εκείνη την ώρα κόβαμε την πίτα. Είπαμε: “Μα τι ποδαρικό κάνει το 2024”. Μετά το σκεφτήκαμε ανάποδα. “Δες πώς ξεκίνησε το έτος. Δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ. Πάει, έσπασε το κακό. Και είμαστε ζωντανοί”».
Ο μοναδικός Ελληνας που διαμένει στην πόλη Καναζάβα και έζησε τον μεγάλο σεισμό που χτύπησε την Ιαπωνία την Πρωτοχρονιά μιλάει για τη στιγμή του τρόμου αλλά και την υπακοή του ιαπωνικού λαού.
Δευτέρα, 1η Ιανουαρίου 2024. Είναι λίγο πριν από τις τέσσερις το απόγευμα και στην πόλη της Καναζάβα, το «μικρό Κιότο», όπως την αποκαλούν λόγω της ομορφιάς της, ο Γιάννης Λαντούρης ετοιμάζεται να κόψει την πρωτοχρονιάτικη πίτα μαζί με την παρέα του. Είναι αργία, είναι όλα κλειστά. Οι Ιάπωνες βρίσκονται στα σπίτια τους μαζί με τις οικογένειές τους. Κάνει κρύο. Η θέρμανση είναι αναμμένη, οι περισσότεροι έχουν μόλις τελειώσει το πρωτοχρονιάτικο γεύμα και ετοιμάζονται για μια μικρή σιέστα.
Τότε περίπου έφτασε το πρώτο μήνυμα. «Ημασταν με τα ποτήρια στα χέρια, όταν ήρθε το πρώτο μήνυμα στο κινητό μιας φίλης. Προειδοποιούσε για σεισμό τριών Ρίχτερ. Αλλά αμέσως μετά ήχησε δεύτερο μήνυμα σε όλα τα κινητά για μεγάλο σεισμό, ήταν κόκκινος συναγερμός. Κοιταχτήκαμε γελώντας αμήχανα, γιατί ξέραμε πως ερχόταν κάτι μεγάλο. Τότε ξεκίνησε. Σείστηκε η γη. Είχαν όλοι προλάβει να μπουν κάτω από το τραπέζι. Εγώ ήμουν όρθιος γιατί είδα το ψυγείο, έναν όγκο 120 κιλών, να φεύγει από τη θέση του. Ηθελα να το κρατήσω. Δεν έπεσε τελικά. Ο σεισμός δεν ήταν σαν τους άλλους. Συνήθως η δόνηση είναι δεξιά αριστερά, παράλληλη, αλλά αυτή τη φορά ήταν πάνω κάτω. Διήρκεσε σχεδόν ένα λεπτό. Ηταν τρομακτικό. Ο φίλος μου τράβηξε ένα βίντεο, το οποίο δεν είδα καν, γιατί έχω πολύ άγχος και δεν ήθελα να το δω. Μετά ήρθε και τρίτο μήνυμα, ήταν η προειδοποίηση για τσουνάμι. Να φανταστείτε είμαστε μόλις έξι χιλιόμετρα από την ακτή. Αλλά το μήνυμα έκανε λόγο για κύματα πέντε μέτρων, που δεν είναι πολύ, για παράδειγμα το τσουνάμι του σεισμού του 2011 ήταν 40 μέτρα».
Ο Γιάννης Λαντούρης είναι εξοικειωμένος με τους σεισμούς, όπως άλλωστε και όλοι οι Ιάπωνες. Εγκαταστάθηκε στην Ιαπωνία πριν από έξι χρόνια, για να φτιάξει μια δική του επιχείρηση στον τομέα της τεχνολογίας. Είναι ο μοναδικός Ελληνας της περιοχής. Σήμερα εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος στον τομέα της τεχνολογίας.
«Η Ιαπωνία είναι ένα δύσκολο μέρος να ζήσει κανείς. Η κουλτούρα, τόσο η πολιτιστική όσο και η εργασιακή, είναι πολύ διαφορετική. Οι άνθρωποι είναι πολύ προσηλωμένοι στην παράδοση. Επειτα είναι και η γλώσσα. Και είναι και ένας πολύ κλειστός λαός, ωστόσο, όταν ανοιχτούν, οι Ιάπωνες είναι καταπληκτικοί. Να φανταστείτε η περιοχή που μένω εγώ είναι από τις πιο συντηρητικές στην Ιαπωνία, αλλά είναι και από τις πιο όμορφες, για αυτό και είναι ένας τουριστικός προορισμός. Οσο για τους σεισμούς, όσο και να τους περιμένεις, φοβάσαι. Είναι ένα γεγονός που δεν ελέγχεις, είναι βίαιο, και παρόλο που στην Ιαπωνία τους βιώνουμε πάρα πολύ συχνά, πάντα μπορεί να σε εκπλήξουν» λέει στην «Κ» τέσσερα 24ωρα μετά τον σεισμό των 7,6 Ρίχτερ που έπληξε την περιοχή κοντά στη χερσόνησο Νότο στην επαρχία Ισικάουα.
«Μένουμε σε μονοκατοικία, οπότε βγήκαμε αμέσως έξω. Το σημείο συνάντησης ήταν σε ένα σχολείο κοντά. Στην Ιαπωνία, όταν νοικιάζεις ένα σπίτι, σου δίνουν αμέσως και κάποιες οδηγίες για την περίπτωση μιας καταστροφής. Είναι υποχρεωμένοι. Αλλά αποφασίσαμε τελικά να πάμε σε ένα άλλο σημείο που είχε μαζευτεί κόσμος, στον τρίτο όροφο του ξενοδοχείου Hyatt. Εκεί μας έδωσαν νερό, κουβέρτες, γιατί έκανε και πολύ κρύο. Ηταν πολύ φιλόξενα».
«Σήμερα έχουν ευτυχώς πάψει οι μετασεισμοί, που ήταν και αυτοί τρομακτικοί» συνεχίζει. «Εδώ σε εμάς η εικόνα δεν είναι τόσο κακή. Εχουμε επιστρέψει στα σπίτια μας, έχουμε ρεύμα, νερό, ίντερνετ».
Οι εικόνες στις πόλεις Σουζού και Γουατζίμα, κοντά στο επίκεντρο του σεισμού, είναι συγκλονιστικές. Δεκάδες ισοπεδωμένα κτίρια και σκάφη τα οποία ξεβράστηκαν στη στεριά από τα κύματα στη δυτική ακτογραμμή της χώρας μετά το τσουνάμι που ακολούθησε τον σεισμό.
«Αυτό που φοβόμασταν πολύ ήταν το τσουνάμι. Τα σπίτια εδώ στην πόλη είναι χτισμένα από ξύλο και είναι πολύ εύκολο να παρασυρθούν. Οταν συνειδητοποιήσαμε πως δεν υπήρχε κίνδυνος επιστρέψαμε στο σπίτι. Είχαμε κλείσει ήδη το νερό και το ρεύμα όπως λένε οι οδηγίες. Οι επόμενες ημέρες είχαν πολλούς μετασεισμούς. Ο ένας μάλιστα ήταν έξι Ρίχτερ, δεν τον λες και μικρό. Εκεί ξυπνάει η μνήμη σου και ξαναζείς το συμβάν. Αλλά ήταν σύντομος, οπότε το αφήσαμε γρήγορα πίσω μας».
«Αυτό που αξίζει να εξετάσει κανείς είναι η προετοιμασία που έχουν οι Ιάπωνες για τέτοιου είδους καταστροφές» τονίζει.
«Εδώ στην Ιαπωνία, τα παιδιά από μικρά μαθαίνουν πώς να αντιδράσουν στην περίπτωση μιας καταστροφής. Στην Ελλάδα αυτό πρέπει να κάνουμε, να έχουμε μια μέρα πρόβας κάθε χρόνο. Ενα γενικό συναγερμό, ώστε όλοι να ξέρουν τι να κάνουν. Είναι πολύ σημαντικό ώστε να μην προκληθεί πανικός και να μην υπάρξουν τόσα θύματα. Να έχουμε επίσης συγκεκριμένες οδηγίες. Είναι θέμα οργάνωσης».
Οσο για τους «τελειομανείς» και «οργανωτικούς» Ιάπωνες, «έχουν εμμονή με το καθήκον, με την τάξη, δεν αμφισβητούν την εξουσία, υπακούν. Από μικρά παιδιά μαθαίνουν να αγαπούν την πατρίδα τους. Η νέα γενιά βέβαια είναι κάπως διαφορετική, πιο μοντέρνα, πιο ανεξάρτητη. Να τονίσω πως στην Ιαπωνία δεν είναι όλα τέλεια. Νομίζουμε πως είναι μια πολύ προηγμένη τεχνολογικά χώρα, αλλά δεν είναι σε μερικά πράγματα. Η παράδοση εδώ δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Αλλά υπάρχουν και άλλα ζητήματα. Οι κολόνες του ρεύματος, για παράδειγμα, όλα τα καλώδια είναι στον αέρα. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο σε ένα σεισμό, για την πρόκληση πυρκαγιών. Τώρα κάνουν μια προσπάθεια στο Τόκιο να τα τοποθετήσουν κάτω από τη γη. Αυτό με έναν τρόπο είναι και πολύ “ελληνικό”», λέει καταληκτικά.
Τι λέει η ελληνική πρεσβεία στην Ιαπωνία
«Εμείς ήμασταν πιο μακριά. Στο Τόκιο, και στον Νότο γενικότερα, δεν λάβαμε το προειδοποιητικό μήνυμα. Είχα ζήσει και εγώ ένα σεισμό στην περιοχή της Γιοκοχάμα, με μέγεθος 6,7 Ρίχτερ, δεν ήταν πάνω από τα επτά, αλλά πολύ πιο αισθητός. Είναι στον καθένα ξεχωριστά, το πώς θα το αντιμετωπίσει. Για τους Ιάπωνες οι σεισμοί είναι κάτι πολύ σύνηθες, έχουν όλοι ένα κιτ για τα απαραίτητα, ακόμη και στον χώρο εργασίας. Οπως και εμείς άλλωστε εδώ στην πρεσβεία. Κράνος, σφυρίχτρα, φακό» λέει από την πλευρά του ο δρ Στυλιανός Χουρμουζιάδης, επιτετραμμένος ελληνικής πρεσβείας στην Ιαπωνία.
«Ο ιαπωνικός λαός είναι ένας ανθεκτικός λαός, ιστορικά είναι έτσι. Είναι γνωστό και το πώς αντεπεξήλθαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι μηχανισμοί τους, παρόλο που δεν έχουν μεγάλη ευελιξία, είναι πολύ καλά δομημένοι ιεραρχικά και το σύστημα δουλεύει. Σήμερα στην περιοχή έχουν επηρεαστεί από τον σεισμό γύρω στους 13.000 με 19.000 ανθρώπους, ενώ 800 διαμένουν προσωρινά στα αυτοκίνητά τους. Διακόσιοι πενήντα αγνοούνται, το οποίο δεν είναι καλό νέο. Από την άλλη, η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί, και παρόλο που η πρόσβαση είναι πολύ δύσκολη, έχουν βρεθεί τρόποι να φτάνει η τροφοδοσία μέσω λιμένων. Ο λαός γενικά διατηρεί μια ψυχραιμία. Και επειδή στην Ιαπωνία το συλλογικό είναι πολύ ανώτερο από το ατομικό, όλοι συνδράμουν στο μέτρο που μπορούν, και ως εθελοντές, ενώ και οι ίδιοι οι πληγέντες διατηρούν μια ηρεμία. Αυτό είναι αξιοθαύμαστο. Ολοι έχουν μια μεγάλη αίσθηση ευθύνης, υπερβάλλουν, δίνουν όλο τους τον εαυτό. Θα υπάρξει φυσικά ένα μεγάλο ποσό που θα διατεθεί για την ανοικοδόμηση της περιοχής και για την υποστήριξη των πληγέντων. Εχει ήδη ανακοινωθεί από τον Ιάπωνα πρωθυπουργό, το ποσό είναι 4,7 δισ. γιεν» προσθέτει ο ίδιος, ενημερώνοντας πως οι 500-600 Ελληνες που ζουν στην Ιαπωνία είναι όλοι τους καλά.