ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

H νέα στρατηγική της Γερμανίας έναντι της Κίνας

Η γερμανική κυβέρνηση υιοθέτησε χθες την πρώτη εθνική της στρατηγική έναντι της Κίνας την οποία χαρακτήρισε «εταίρο, ανταγωνιστή και συστημικό αντίπαλο»

Kathimerini.gr

Η γερμανική κυβέρνηση υιοθέτησε χθες την πρώτη εθνική της στρατηγική έναντι της Κίνας την οποία χαρακτήρισε «εταίρο, ανταγωνιστή και συστημικό αντίπαλο», ενώ τόνισε την ανάγκη να μειωθεί σημαντικά η εξάρτησή της από τα κινεζικά προϊόντα και παράλληλα να διατηρήσει μαζί της οικονομικούς δεσμούς αξίας πολλών δισ. δολαρίων. Η νέα αυτή στρατηγική προβλέπει ελέγχους στις εξαγωγές και στις επενδύσεις γερμανικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Κίνα προκειμένου να προστατευτούν οι ευαίσθητες τεχνολογίες και δεξιότητες.

Η κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς υιοθέτησε το έγγραφο των 64 σελίδων έπειτα από μήνες συζητήσεων και καθυστερήσεων που οφείλονταν στις διαφωνίες εντός του κυβερνητικού συνασπισμού σχετικά με το πόσο σκληρή πρέπει να είναι η στάση της χώρας. Τελικά η στρατηγική του Βερολίνου απηχεί δηλώσεις στελεχών της Ε.Ε. που ζητούν τη «μείωση του ρίσκου» από τους δεσμούς με την Κίνα.

Η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ τόνισε πως «δεν θέλουμε να αποσυνδεθούμε από την Κίνα, αλλά να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους, να ενισχύσουμε την ευρωπαϊκή οικονομία και να περιορίσουμε τις εξαρτήσεις». Η νέα στρατηγική του Βερολίνου υιοθετεί πιο σκληρή γραμμή έναντι της Κίνας από εκείνη των κυβερνήσεων της Αγκελα Μέρκελ, που την αντιμετώπιζαν ως μια τεράστια αγορά για τα γερμανικά προϊόντα.

Η αντίληψη αυτή είχε οδηγήσει σε μια στενή σχέση της Γερμανίας με την Κίνα, καθώς τουλάχιστον ένα εκατ. γερμανικές θέσεις εργασίας εξαρτώνται άμεσα από την Κίνα και πολύ περισσότερες, έμμεσα. Σχεδόν οι μισές ευρωπαϊκές επενδύσεις στην Κίνα προέρχονται από τη Γερμανία και περίπου οι μισές επιχειρήσεις μεταποίησης της Γερμανίας εξαρτώνται από την Κίνα για κάποιο τμήμα της εφοδιαστικής τους αλυσίδας.

Όμως, τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες με την πανδημία έφεραν στην επιφάνεια τον βαθμό εξάρτησης που είχε αναπτύξει η Γερμανία και γενικότερα η Ευρώπη από την Κίνα για ευρύ φάσμα προϊόντων, από φάρμακα μέχρι επεξεργασμένα μέταλλα αναγκαία για την πράσινη τεχνολογία. Πέρυσι, άλλωστε, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ενέτεινε την ανησυχία πως το Πεκίνο θα μπορούσε να καταχραστεί αυτές τις οικονομικές εξαρτήσεις, όπως η Μόσχα εκμεταλλεύτηκε την εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Ετσι τώρα οι επιχειρήσεις της Γερμανίας καλούνται να αντιληφθούν πλήρως τους γεωπολιτικούς κινδύνους που εγκυμονεί η δραστηριότητά τους στην Κίνα. Το Βερολίνο ανακοίνωσε πως σχεδιάζει και εξετάζει τρόπους για να δώσει κίνητρα που θα ενθαρρύνουν τις γερμανικές επιχειρήσεις να στραφούν σε άλλες αγορές πέραν της Κίνας. Παραμένει, όμως, αβέβαιο το κατά πόσον θα στηρίξουν αυτήν την πολιτική οι επιχειρήσεις της Γερμανίας.

Πολλές μεσαίου μεγέθους οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν δηλώσει σε σχετικές έρευνες πως οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι έχουν περιπλέξει την κατάσταση στην Κίνα. Ωστόσο, σημαντικοί παράγοντες της αγοράς, όπως οι γερμανικοί κολοσσοί της BASF και της Volkswagen, αντέδρασαν στις εκκλήσεις του Βερολίνου για «μείωση του ρίσκου» απλώς διπλασιάζοντας τις επενδύσεις τους στην Κίνα και παγιώνοντας τα εγχώρια χαρακτηριστικά τους.

Η στρατηγική αυτή θα τεθεί τώρα υπό την κρίση του γερμανικού Κοινοβουλίου και οι σχετικές συζητήσεις αναμένεται να αρχίσουν τον Σεπτέμβριο. Στόχος της είναι να δώσει κατευθύνσεις σε επιχειρήσεις, κυβερνητικές υπηρεσίες, πανεπιστήμια και διάφορα άλλα ιδρύματα για τις δοσοληψίες τους με την Κίνα. Στοχεύει επίσης να αποτελέσει την απάντηση προς την εξωτερική πολιτική του Πεκίνου.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση