Μπεν Χάμπαρντ, Πολ Σόουν / The New York Times
Μόλις πριν από δύο μήνες, πολλοί στη Δύση πίστευαν ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν θα μπορούσε να μετατοπισθεί από την υπερβολικά στενή σχέση του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Ερντογάν είχε εγκάρδια συνάντηση με τον πρόεδρο Μπάιντεν, η Τουρκία επέτρεψε σε Ουκρανούς στρατιωτικούς διοικητές που βρίσκονταν στην Τουρκία να επιστρέψουν στο πεδίο της μάχης, εξοργίζοντας το Κρεμλίνο. Τέλος, η Αγκυρα ήρε τις ενστάσεις της, επιτρέποντας στη Σουηδία να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, ο Ερντογάν δεν έδειξε έτοιμος να αλλάξει την πολιτική ισορροπιών του όταν συναντήθηκε με τον Πούτιν στο Σότσι τη Δευτέρα, κάνοντας μάλιστα λόγο για ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των χωρών τους στον ενεργειακό τομέα και στο εμπόριο. Η κοινή εμφάνιση Πούτιν – Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι η σχέση τους θα διατηρηθεί.
Καθώς η Ρωσία βρίσκεται αποκλεισμένη από τη Δύση, η Τουρκία έχει αποδειχθεί πολύτιμος δίαυλος, αρνούμενη να εφαρμόσει τις δυτικές κυρώσεις και συνεχίζοντας τις εξαγωγές της προς τη Ρωσία. Για την Άγκυρα, εν μέσω οικονομικής κρίσης, η Ρωσία αποδείχθηκε σημαντική αγορά για τις τουρκικές εξαγωγές και κρίσιμη πηγή ξένου συναλλάγματος για την κεντρική τράπεζα της Τουρκίας.
«Σε ό,τι αφορά τον Ερντογάν, εκτιμώ ότι απολαμβάνει τα καλύτερα και των δύο κόσμων», λέει ο Αχμέτ Κασίμ Χαν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μπεϊκόζ της Κωνσταντινούπολης. Ο Τούρκος ηγέτης κατάφερε να ικανοποιήσει τους νατοϊκούς συμμάχους του στο θέμα της Σουηδίας, χωρίς να διακινδυνεύσει τη σχέση του με τον Πούτιν.
Ο Πούτιν ωφελείται και αυτός από τον ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με έναν ηγέτη κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ. «Αν ήμουν ο ένοικος του Κρεμλίνου, θα προτιμούσα ένα μέλος συμμαχίας, το οποίο δημιουργεί προβλήματα και καθυστερεί ζητήματα μεγάλης σημασίας για τα άλλα μέλη. Είναι πάντα χρήσιμο να έχεις πρόσβαση σε έναν ενοχλητικό εταίρο των αντιπάλων σου», σημειώνει ο Χαν.
Η αποκρυπτογράφηση της σχέσης Πούτιν – Ερντογάν μετά την εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί δυσεπίλυτο γρίφο για τους δυτικούς ηγέτες. Ο Ερντογάν αποφεύγει την απλουστευτική δυτική αντίληψη περί καλών (Ουκρανοί) και κακών (Ρώσοι) στο ουκρανικό, επιλέγοντας σύνθετη προσέγγιση με καταγγελία της ρωσικής εισβολής και προσφορά βοήθειας στην Ουκρανία, διευρύνοντας την ίδια ώρα τις εμπορικές σχέσεις της χώρας του με τη Ρωσία και αποκαλώντας τον Πούτιν «φίλο του».
Διπλωματικός ρόλος
Η τακτική αυτή προσέφερε στον Ερντογάν μοναδικό διπλωματικό ρόλο, επιτρέποντας στην Τουρκία να μεσολαβεί για ανταλλαγές αιχμαλώτων και συμφωνίες σιτηρών. Η άρνησή του, πάντως, να απομακρυνθεί από τον Πούτιν απογοητεύει το ΝΑΤΟ. Η πρόθεση του Ερντογάν για στενότερες σχέσεις με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ φάνηκε το καλοκαίρι. Κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον πρόεδρο Μπάιντεν, ο Τούρκος πρόεδρος έκανε λόγο για «νέα εποχή στις σχέσεις με τις ΗΠΑ», ενώ καλωσόρισε τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι στην Τουρκία λέγοντας ότι το Κίεβο «αξίζει μία θέση στο ΝΑΤΟ, χωρίς αμφιβολία».
Τη Δευτέρα, όμως, ήταν πια ολοφάνερο πόσο συνδεδεμένες είναι πια οι οικονομίες των δύο χωρών, τόσο στον τουρισμό, με πέντε εκατομμύρια Ρώσους να παραθερίζουν στην Τουρκία, όσο και στην ενέργεια. Τον περασμένο χειμώνα, η Μόσχα επέτρεψε στην Άγκυρα να καθυστερήσει την εξόφληση για την αγορά ρωσικού φυσικού αερίου, δίνοντας τη δυνατότητα στην τουρκική κυβέρνηση να καταθέσει μέρος του ποσού σε συνάλλαγμα άλλο από το δολάριο, ανακουφίζοντας την πίεση στα τουρκικά συναλλαγματικά αποθέματα.