Kathimerini.gr
Του Ζεράρ Ρολάν και του Νικόλα Νέου*
Διεθνείς αγορές και επενδυτές παρουσιάζονται ενθουσιασμένοι μετά το «άνοιγμα» της Κίνας αφού η χώρα εγκατέλειψε την πολιτική του «μηδενικού κόβιντ». Κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει με σιγουριά πόσοι άνθρωποι πέθαναν όταν το 80% των Κινέζων φέρεται να έχει μολυνθεί, αλλά υπάρχουν σαφή σημάδια οικονομικής ανασύνταξης μετά από τρία χρόνια σκληρής καραντίνας. Θα επιστρέψουμε λοιπόν και πάλι στα υψηλά ποσοστά ανάπτυξης των τελευταίων δεκαετιών της Κίνας;
Παρόλο που η ανάπτυξη αναμφίβολα θα επανέλθει βραχυπρόθεσμα σε εντυπωσιακούς ρυθμούς, φαίνεται ότι η εποχή της αλματώδους μεγέθυνσης της Κίνας ανήκει στο παρελθόν. Και αυτό λόγω δομικών προβλημάτων που δεν χρήζουν εύκολης αντιμετώπισης αλλά και λάθος πολιτικών που, παρότι θα μπορούσαν, δεν έχουν αντιμετωπιστεί μέχρι τώρα.
Ας αρχίσουμε από τα δομικά προβλήματα. Η μακροπρόθεσμη οικονομική μεγέθυνση εξαρτάται κυρίως από τρεις παράγοντες: αύξηση του εργατικού δυναμικού, την αποδοτικότητα των επενδύσεων, και την καινοτομία.
Η Κινεζική βιομηχανία επωφελήθηκε τα μέγιστα από την αστείρευτη ροή φθηνού εργατικού δυναμικού από τις επαρχίες. Αυτό έχει τελειώσει. Η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού θα συρρικνώνεται όλο και περισσότερο και οι πρόσφατες δημογραφικές εξελίξεις θα επιταχύνουν τις διαδικασίες. Η γήρανση του πληθυσμού της Κίνας είναι βαθιά διαρθρωτική και ως εκ τούτου δύσκολα θα ανατραπεί. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Pew, το μετριοπαθές σενάριο θα δει τον Κινεζικό πληθυσμό το 2100 να μειώνεται σχεδόν στο μισό, πέφτοντας στα 767 εκατομμύρια από 1.426 δις σήμερα.
Η αποδοτικότητα των επενδύσεων επίσης καταγράφει καθοδική τροχιά μετά την αυταρχική μεταχείριση του του ιδιωτικού τομέα από τον Σι Τζινπίνγκ. Αντ’ αυτού, ο Κινέζος πρόεδρος στηρίζεται στον λιγότερο αποτελεσματικό δημόσιο τομέα που βρίσκεται υπό τον εναγκαλισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος, παραγκωνίζοντας έτσι την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ο Τζακ Μα, ιδρυτής της «Κινεζικής Amazon» Alibaba και σύμβολο της επιβολής της θέλησης του Κόμματος στις μεγάλες επιχειρήσεις, φέρεται πλέον να κρύβεται κάπου στο Τόκιο, αφότου άσκησε ανοιχτά κριτική για τους χειρισμούς της Κινεζικής ηγεσίας στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας. Επιπλέον, μετά την επενδυτική έκρηξη στις υποδομές τα τελευταία 20 χρόνια, οι φθίνουσες αποδόσεις του κεφαλαίου μειώνουν τα κέρδη μελλοντικών επενδύσεων.
Τέλος, η καινοτομία πλήττεται από την καταστολή των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας αλλά αυτό δεν περιγράφει τη συνολική εικόνα.
Πρώτον, οι Δυτικές χώρες αρχίζουν να υψώνουν τείχη ενάντια στην αντιγραφή προηγμένων τεχνολογιών από την Κίνα, κάτι που σημαίνει ότι η τελευταία θα πρέπει να στηριχθεί περισσότερο στις δικές της δυνάμεις.
Δεύτερον, η έρευνα στην Κίνα λειτουργεί σε μία ατμόσφαιρα καταπίεσης και έλλειψης ατομικών ελευθεριών.
Ο κ. Σι στηρίζεται σε ένα δυαδικό σύστημα όπου οι STEM (Επιστήμη, Τεχνολογία, Μηχανική, Μαθηματικά) λειτουργούν ελεύθερα ενώ οι Κοινωνικές επιστήμες βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Κόμματος.
Μπορεί οπότε κάποιος να αναρωτηθεί πόσο η έλλειψη ελευθερίας του νου επηρεάζει την παραγωγικότητα της έρευνας.
Η Κίνα επενδύει μεγάλα κεφάλαια στην καινοτομία αλλά μόνο υπό την επίβλεψη πολιτικών κομισάριων της γραφειοκρατίας, που αποθαρρύνουν τη δημιουργικότητα και την αντισυμβατικότητα. Οι αποπνικτικές αυτές συνέπειες ευνοούνται από την κολεκτιβιστική κουλτούρα της Κίνας που δεν βλέπει με καλό μάτι την απόκλιση από τον κομφορμισμό και ως εκ τούτου δεν συμβάλλει στην άνθηση της καινοτομίας.
Πάνω στα δομικά προβλήματα, οι λάθος πολιτικές του Κομμουνιστικού Κόμματος έχουν προσθέσει επιπλέον βάρη στην ανάπτυξη της χώρας.
Πρώτα απ’ όλα, τα ελλείμματα των τοπικών κυβερνήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την κρίση των ακινήτων. Οι πρώτες πουλούσαν ακίνητες περιουσίες για να καλύψουν τα ελλείμματά τους, αυξάνοντας την οικονομική δραστηριότητα στην αγορά αλλά ταυτόχρονα δημιουργώντας μία φούσκα. Τα θεμέλια της Evergrande, του κολοσσού της αγοράς ακινήτων με περιουσιακά στοιχεία πάνω από 300 δις δολάρια, τρέμουν με απρόβλεπτες συνέπειες.
Δεύτερον, παρ’ όλες τις σχετικές δηλώσεις για αυξημένο μερίδιο της κατανάλωσης στον ιδιωτικό τομέα, το ποσοστό της στο Κινεζικό ΑΕΠ παραμένει σχετικά χαμηλό: Λίγο πάνω από 50% σε σχέση με 65% στις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες. Αυτά δεν είναι καλά νέα για την συνολική ζήτηση της Κινεζικής οικονομίας.
Τρίτον, πολλές χώρες στις οποίες η Κίνα έχει δανείσει μεγάλα ποσά στα πλαίσια της «Πρωτοβουλίας μίας Ζώνης και ενός Δρόμου» δεν εξυπηρετούν τα χρέη τους προς αυτήν. Τέτοια φαινόμενα προσθέτουν σημαντικά βάρη στους Κινεζικούς ισολογισμούς στο κοντινό μέλλον και θα επιτείνονται καθώς η παγκόσμια οικονομία υφίσταται υφεσιακές πιέσεις.
Τέλος, ακόμα και αν οι εφοδιαστικές αλυσίδες ανακάμψουν γρήγορα από τις πολιτικές «μηδενικού κόβιντ», η επιθετική εξωτερική πολιτική επηρεάζει αρνητικά τις Κινεζικές εξαγωγές. Ο εκφοβισμός κρατών όπως η Αυστραλία, η Λιθουανία και τελευταία η Τσεχία δίνει κίνητρο στη Δύση και τους συμμάχους της να διαφοροποιούν το διεθνές τους εμπόριο και να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα Κινεζικά αγαθά. Τέτοιες εξελίξεις θα αποδυνάμωναν περαιτέρω την μηχανή της οικονομικής μεγέθυνσης της Κίνας.
Τα τελευταία 40 χρόνια, το «Κινεζικό θαύμα» έσωσε περίπου 800 εκατομμύρια ανθρώπους από την απόλυτη φτώχεια. Παρότι ανεπανάληπτο, υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύουμε ότι οι χρυσές δεκαετίες Κινεζικής ανάπτυξης ανήκουν στο παρελθόν, παρ’ όλη την εκτίναξη της μετά τον κόβιντ. Οι συνέπειες βρίσκονται εμπρός μας.
Η νομιμότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος στηρίχθηκε στο θαύμα της οικονομικής ανάπτυξης. Το τέλος των μακροπρόθεσμα υψηλών ρυθμών ανάπτυξης θα προκαλέσει πονοκεφάλους στην Κινεζική ηγεσία.
Ο Gérard Roland είναι ο E. Morris Cox Professor of Economics and Professor of Political Science στο πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας και ο Νικόλαος Νέος είναι οικονομολόγος