ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Έπειτα από τρεις μήνες ολέθρου στη Γάζα, «κερδίζει» κανείς;

Όλες οι πλευρές καλούνται να διαχειριστούν απώλειες, αρρυθμίες και ανεπιθύμητες επιπλοκές

Τρεις μήνες μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ και την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, η σύρραξη βρίσκεται σε αχαρτογράφητα νερά – αν όχι σε τέλμα.

Οι άμαχοι, εκατέρωθεν, είναι αυτοί που σηκώνουν στις πλάτες τους το κύριο βάρος της βίας: Πάνω από 22.000 οι νεκροί στη Γάζα και περισσότεροι από 1.200 στο Ισραήλ. Εσωτερικά εκτοπισμένο το 85% των πολιτών της Γάζας, και το ένα τέταρτο του πληθυσμού στον παράκτιο παλαιστινιακό θύλακα αντιμέτωπο με την απειλή του λιμού και ασθενειών.

Η σύγκρουση απέχει πολύ από το τέλος της – και δεν αποκλείεται να οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές συνεχίζουν να βάλλουν και να βάλλονται, ενώ διεθνείς και περιφερειακοί παράγοντες καθορίζουν, με την εμπλοκή ή και την απουσία τους, τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή.

Ισραήλ: Τα περιορισμένα οφέλη και το αίνιγμα της επόμενης μέρας

Μέχρι στιγμής, παρά τις σποραδικές επιτυχίες, το Ισραήλ έχει αποτύχει να εκπληρώσει τους δύο βασικούς στόχους του: Την εξάλειψη της Χαμάς και την απελευθέρωση των περίπου 130 ομήρων που παραμένουν αιχμάλωτοι της ισλαμιστικής οργάνωσης.

Παρότι θεωρείται εξαιρετικά σημαντική η εξουδετέρωση του Σάλεχ αλ Αρούρι -του 57χρονου υπ’αριθμόν δύο στην ιεραρχία της Χαμάς μετά τον Ισμαήλ Χανίγια και ηγέτη της Χαμάς στη Δυτική Οχθη– οι δύο βασικοί στόχοι του Ισραήλ στη Γάζα, ο πολιτικός ηγέτης Γιαχία Σινουάρ και ο στρατιωτικός ηγέτης Μοχάμεντ Ντέιφ, εξακολουθούν να κυκλοφορούν ελεύθεροι.

Το Ισραήλ εξακολουθεί να έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ωστόσο, η διοίκηση Μπάιντεν πιέζει πλέον απροκάλυπτα το Ισραήλ ζητώντας αλλαγή στρατηγικής πλεύσης, υπό το βάρος του μεγάλου φόρου αίματος άμαχων Παλαιστινίων.

Παράλληλα, δεν εμφανίζεται μόνο η ισραηλινή κοινή γνώμη διχασμένη για τον εξελισσόμενο πόλεμο, αλλά και η ισραηλινή κυβέρνηση για την επόμενη ημέρα της σύγκρουσης.

Ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος έχει διαμηνύσει πως προτιμά στη Γάζα μια κυβέρνηση υπό μια «μεταρρυθμισμένη» και «αναζωογονημένη» Παλαιστινιακή Αρχή, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός απορρίπτει την προοπτική αυτή επιμένοντας πως δεν θα δεχτεί μια Γάζα – «Χαμαστάν» (ελεγχόμενη από τη Χαμάς) ή «Φαταχστάν» (υπό τον έλεγχο της Φατάχ).

Παρόλα αυτά, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν έχει διατυπώσει προσώρας μια βιώσιμη εναλλακτική, επιτρέποντας όμως έτσι να διακινούντα σενάρια, εικασίες και προσωπικές ή κομματικές – σε κάποιες περιπτώσεις καιροσκοπικού χαρακτήρα – θέσεις από υπουργούς και ανώτερα στελέχη της διοίκησής του.

Την εβδομάδα που πέρασε, ο υπουργός Αμυνας, Γιοάβ Γκάλαντ παρουσίασε ένα -διαφαινόμενα δικό του, χωρίς κυβερνητική έγκριση- σχέδιο για τη Γάζα, προκαλώντας την αντίδραση των ακραίων στοιχείων της κυβέρνησης.

Ο Γκάλαντ ανέφερε ότι στη βόρεια Λωρίδα της Γάζας θα υπάρξει μετάβαση σε μια νέα προσέγγιση του πολέμου που θα περιλαμβάνει επιδρομές, την καταστροφή των σηράγγων της Χαμάς, αεροπορικές και χερσαίες επιχειρήσεις καθώς και «ειδικές» επιχειρήσεις.

«Μετά τον πόλεμο, η Χαμάς δεν θα ελέγχει πλέον τη Γάζα, η οποία θα διοικείται από παλαιστινιακά όργανα, εφόσον δεν υπάρχει κάποια απειλή για το Ισραήλ. Το Ισραήλ θα διατηρήσει το δικαίωμα να αναλαμβάνει δράση στον θύλακα, όμως δεν θα υπάρχει παρουσία Ισραηλινών πολιτών εκεί», πρόσθεσε ο Γκάλαντ.

Από την άλλη πλευρά ωστόσο, ο υπουργός Εθνικής Ασφαλείας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ και ο συνάδελφός του των Οικονομικών, Μπεζαλέλ Σμότριχ, έχουν προτείνει μια «λύση» που θα «ενθαρρύνει» τον παλαιστινιακό λαό να «μεταναστεύσει» από τη Γάζα και τους εβραίους έποικους να επιστρέψουν εκεί. Οι προτάσεις τους προκάλεσαν διεθνείς αντιδράσεις, ενώ αποτελούν μη αποδεκτή λύση και για τη διοίκηση Μπάιντεν.

Η ηγεσία του Ισραήλ, υπό τον Νετανιάχου, δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την αντίθετη -συχνά οργισμένη- ισραηλινή κοινή γνώμη, αλλά και τη διεθνή που στρέφεται ολοένα και περισσότερο εναντίον του – κάτι που απηχεί και η ψηφοφορία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον περασμένο μήνα, κατά την οποία 153 από τα 193 κράτη μέλη ζήτησαν κατάπαυση του πυρός.

«Είναι πλέον μετρημένες οι μέρες του Νετανιάχου; Το τεύχος του Economist έχει τίτλο “Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου τα θαλάσσωσε στον πόλεμο. Ωρα να απολυθεί“. Είτε είναι δίκαιη αυτή η εκτίμηση είτε όχι, είναι σαφές ότι οι εσωτερικές διαιρέσεις και η αναποφασιστικότητα εντός της κυβέρνησής του θέτουν εμπόδια στην απρόσκοπτη συνέχιση του πολέμου», σημειώνει ο Ίαν Παρμίτερ από το Κέντρο Αραβικών και Ισλαμικών Σπουδών του Εθνικού Πανεπιστημίου Αυστραλίας.

Χαμάς: Αντέχει μεν, αλλά με βαριές απώλειες

Η οργάνωση έχει υποστεί ισχυρό πλήγμα, καθώς το Ισραήλ υποστηρίζει πως έχει σκοτώσει ή αιχμαλωτίσει 8.000 με 9.000 μέλη της (σ.σ από μία εκτιμώμενη δύναμη έως 30.000 ανδρών), ενώ εκείνη έχει πια «χάσει» και μεγάλο μέρος των υποδομών της (βλ. τούνελ κ.ά.) που καταστράφηκαν από τους Ισραηλινούς.

Ωστόσο, όπως σχολιάζει ο Αυστραλός ακαδημαϊκός, «το μεγαλύτερο επίτευγμα της Χαμάς είναι πως παραμένει όρθια. Για να βγει κερδισμένη, δεν χρειάζεται να νικήσει το Ισραήλ – χρειάζεται απλώς να καταφέρει να επιβιώσει από την επίθεση των IDF».

Η Χαμάς θεωρείται πως έχει αποκομίσει κάποια «κέρδη» από την πρωτοφανή επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Κυριότερο αυτών το ότι επανέφερε το Παλαιστινιακό στην κορυφή της μεσανατολικής -και διεθνούς- ατζέντας.

Τα αραβικά κράτη που είχαν υπογράψει ειρηνευτικές συμφωνίες με το Ισραήλ, έχουν απομακρυνθεί πια από εκείνο ή πνέουν μένεα εναντίον του. Και οι αυξημένες προσδοκίες από τις Συμφωνίες του Αβραάμ περί εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Αράβων, έχουν, προς το παρόν τουλάχιστον, διαψευστεί.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν επίσης ότι η υποστήριξη προς τη Χαμάς έχει αυξηθεί από 12% σε 44% στη Δυτική Όχθη και από 38% σε 42% στη Γάζα τους τελευταίους τρεις μήνες. «Αν ήταν εφικτή αυτήν τη στιγμή η διεξαγωγή εκλογών στα παλαιστινιακά εδάφη, αυτές θα μπορούσαν να έχουν αποτελέσματα που δεν θα άρεσαν στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ», σημειώνει ο Παρμίτερ.

ΗΠΑ: Αδυναμία επιρροής

Ο Μπάιντεν πήρε θέση σαφώς υπέρ του Ισραήλ μετά την επίθεση της Χαμάς, ωστόσο έκτοτε η Ουάσιγκτον δεν έχει καταφέρει να επηρεάσει τα σχέδια του ιδίου του Νετανιάχου.

Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν, δεν κατάφερε να πείσει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό να τερματίσει τον πόλεμο στις αρχές του νέου έτους. Και η νέα του επίσκεψη στην περιοχή μπορεί να μην αποφέρει τους επιθυμητούς καρπούς.

Επιπλέον, η επίσης διχασμένη αμερικανική κοινή γνώμη αποτελεί ακόμη έναν «πονοκέφαλο» για τον Μπάιντεν εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Όπως καταδεικνύουν δημοσκοπήσεις, η στήριξη των Αμερικανών πολιτών στο Ισραήλ μειώνεται και οι φωνές για εκεχειρία ενισχύονται.

«Θύμα» της συγκυρίας φαίνεται να γίνεται το Κίεβο, με τους Ρεπουμπλικανούς να δίνουν έμφαση πλέον στον πόλεμο του Ισραήλ και τη διακοπή των μεταναστευτικών ροών στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τον πόλεμο στην Ουκρανία – κάτι που ευνοεί, τουλάχιστον προς το παρόν, τον Ρώσο πρόεδρο.

Ηνωμένα Έθνη: Αποστολή… δεν εξετελέσθη

Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν επίσης αποτύχει στην αποστολή τους να διατηρήσουν την παγκόσμια ειρήνη, τονίζει ο Παρμίτερ.

Το μοναδικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας για τον πόλεμο δεν ήταν παρά κενό γράμμα, αφού ναι μεν εγκρίθηκε η αποστολή μεγαλύτερης βοήθειας προς τους Παλαιστίνιους στη Λωρίδα της Γάζας αλλά κατέστη ανέφικτη η επιβολή μιας κατάπαυσης πυρός.

«Το πρόσφατο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αποτύπωσε την αυξανόμενη απομόνωση του Ισραήλ, αλλά δεν έκανε τίποτα για να αλλάξει την πορεία του πολέμου. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, αποδείχθηκε ανίσχυρος να επηρεάσει είτε το Ισραήλ είτε τη Χαμάς», σχολιάζει ο Παρμίτερ.

Ιράν: Αναζητώντας ευκαιρίες

Το Ιράν εξακολουθεί να μη δείχνει διατεθειμένο να εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο. Ουσιαστικά λειτουργεί «δι’αντιπροσώπων», μέσω της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και των Χούθι στην Υεμένη, που παρέχουν συμβολική υποστήριξη στη Χαμάς μέσω μικρής εμβέλειας επιθέσεων με ρουκέτες, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυροβολικό.

Η Τεχεράνη πιθανώς να συνεχίσει στο ίδιο μήκος κύματος ιδίως μετά τις πρόσφατες πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις στον τάφο του Κασέμ Σολεϊμάνι την περασμένη εβδομάδα που την αναγκάζουν πια να επικεντρωθεί πιο πολύ στην εσωτερική ασφάλεια παρά στη βοήθεια προς τη Χαμάς.

Πηγή: The Conversation

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση