ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο άνδρας που είδε την οικογένειά του νεκρή στα πρωτοσέλιδα

Το πρόσωπο του κενό, σκοτεινό, γεμάτο απόγνωση – τα μάτια του βαθιά, πρησμένα, τα έχει κυριεύσει η θλίψη

Kathimerini.gr

Κρατάει τρεις φωτογραφίες, δίπλα του έχει τα διαλυμένα ρούχα των δικών του ανθρώπων. Το πρόσωπο του κενό, σκοτεινό, γεμάτο απόγνωση – τα μάτια του βαθιά, πρησμένα, τα έχει κυριεύσει η θλίψη. Ο 43χρονος Σέρχιι Περεμπούινις, σύζυγος και πατέρας, προσωποποιεί όλη την τραγικότητα της εν εξελίξει εισβολής στην Ουκρανία.

Είδε την επί 21 χρόνια σύζυγο μαζί με τα δύο παιδιά του να κείτονται νεκροί στην προσπάθεια τους να ξεφύγουν από το υπό πολιορκία Ιρπίν, λίγα χιλιόμετρα μακριά από το Κίεβο. Την πρώτη εικόνα την είδε στο Twitter.

Μετά, η φωτογραφία των νεκρών ανθρώπων του έγινε διεθνές πρωτοσέλιδο (ΝΥΤ, Liberation, κλπ). Ο ίδιος είναι ζωντανός διότι ένα παιχνίδι της μοίρας τον είχε κρατήσει μακριά από την οικογένεια του.

Τον 43χρονο άνδρα συνάντησε στο Κίεβο ο δημοσιογράφος των New York Times Άντριου Κράμερ, μίλησε μαζί του και κατέγραψε την ιστορία που είναι γροθιά στο στομάχι.

Lynsey Addario, The New York Times

Ακολουθεί η μετάφραση του κειμένου των ΝΥΤ:

Γνωρίστηκαν στο γυμνάσιο, ζευγάρι έγιναν μερικά χρόνια αργότερα, αφού συναντήθηκαν ξανά σε ένα ουκρανικό νυχτερινό κέντρο διασκέδασης.

Παντρεμένοι από το 2001, ζούσαν έξω από το Κίεβο, σε ένα διαμέρισμα με τα δύο παιδιά τους και τα σκυλιά τους. Εκείνη ήταν λογίστρια και εκείνος προγραμματιστής υπολογιστών. Ο Σέρχιι και η Τετιάνα Περεμπούινις είχαν ένα μίνι βαν Chevrolet. Μοιραζόντουσαν ένα εξοχικό σπίτι με φίλους, και η κυρία Περεμπούινις ήταν αφοσιωμένη κηπουρός και μανιώδης σκιέρ. Είχε μόλις επιστρέψει από ένα ταξίδι του σκι στη Γεωργία.

Και μετά, στα τέλη του περασμένου μήνα, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και οι μάχες έφτασαν γρήγορα στο Κίεβο. Δεν πέρασε καιρός και οι πρώτες οβίδες του πυροβολικού έπεσαν στη γειτονιά τους. Ένα βράδυ, μια οβίδα χτύπησε το κτήριο τους, με αποτέλεσμα η κυρία Περεμπούινις και τα παιδιά να μετακομίσουν στο υπόγειο.

Με τον σύζυγό της να βρίσκεται μακριά, στην ανατολική Ουκρανία προκειμένου να φροντίζει την άρρωστη μητέρα του, η κυρία Περεμπούινις αποφάσισε ότι ήταν καιρός να πάρει τα παιδιά της και να τρέξει. Δεν τα κατάφεραν.

Η 43χρονη γυναίκα και τα δύο παιδιά της, ο 18χρονος Μικίτα και η 9χρονη Αλίσα, μαζί με έναν εθελοντή στην εκκλησία που τους βοηθούσε, τον 26χρονο Ανατόλι Μπερέζνι, σκοτώθηκαν την περασμένη Κυριακή στην προσπάθεια τους να περάσουν πάνω από τα τσιμεντένια υπολείμματα μιας κατεστραμμένης γέφυρας στην πόλη Ιρπίν, προσπαθώντας να φύγουν από το Κίεβο.

Οι αποσκευές τους – μια μπλε και μια γκρι βαλίτσα και μερικά σακίδια – ήταν σκορπισμένες πλάι στα νεκρά σώματα τους, μαζί με μια πράσινη θήκη μεταφοράς για ένα μικρό σκυλί που γάβγιζε. Ήταν τέσσερις άνθρωποι μεταξύ των πολλών που προσπάθησαν να περάσουν τη γέφυρα το περασμένο Σαββατοκύριακο, αλλά ο θάνατός τους είχε απήχηση πολύ πέρα από το ουκρανικό προάστιο τους.

Μια φωτογραφία της οικογένειας, με τα κορμιά τους αιμόφυρτα και ακίνητα, που τραβήχτηκε από τη φωτογράφο των New York Times, Λίντσει Αντάριο, περικλείει την αδιάκριτη σφαγή από τον εισβολέα ρωσικό στρατό που στοχεύει ολοένα και περισσότερο σε πυκνοκατοικημένες περιοχές αμάχων.

Προσοχή: Σκληρή εικόνα
Το πρωτοσέλιδο των ΝΥΤ

Η ζωή της οικογένειας και οι τελευταίες ώρες της περιέγραψαν σε συνέντευξή τους ο Περεμπούινις και μια ακόμα κυρία, νονά του ενός παιδιού, η Πωλίνα Νεντάβα. Ο 43χρονος είπε ότι έμαθε για τον θάνατο της οικογένειάς του στο Twitter, από αναρτήσεις Ουκρανών.

Ο κ. Περεμπούινις -το βράδυ πριν πεθάνει- είπε ότι είπε στη γυναίκα του ότι λυπόταν που δεν ήταν μαζί της. Σε αυτό το σημείο ήταν μοναδική φορά στη συνέντευξη που ξέσπασε σε κλάματα. «Της είπα, συγχώρεσε με που δεν μπορούσα να σε υπερασπιστώ». Του απάντησε: «Μην ανησυχείς, θα καταφέρω να φύγω».

Δεν τα κατάφερε, κι έτσι ο Περεμπούινις νιώθει ότι είναι σημαντικό ο θάνατός τους να καταγραφεί σε φωτογραφίες και βίντεο. «Όλος ο κόσμος πρέπει να ξέρει τι συμβαίνει εδώ».

Η οικογένεια Περεμπούινις είχε ήδη εκτοπιστεί μια φορά λόγω πολέμου, το 2014, όταν ζούσε στο Ντόνετσκ στα ανατολικά και η Ρωσία υποκίνησε μια αυτονομιστική εξέγερση.

Μετακόμισαν στο Κίεβο για να γλιτώσουν από τις μάχες και άρχισαν να ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους. Όταν ρωσικά τανκς εισήλθαν στην Ουκρανία τον περασμένο μήνα, δύσκολα μπορούσαν να πιστέψουν ότι συνέβαινε ξανά, είπε ο κ. Περεμπούινις.

Ο εργοδότης της κυρίας Περεμπούινις, η SE Ranking, μια εταιρεία λογισμικού με γραφεία στην Καλιφόρνια και το Λονδίνο, είχε ενθαρρύνει τους υπαλλήλους να εγκαταλείψουν την Ουκρανία αμέσως μόλις άρχισαν οι μάχες. Τους είχε νοικιάσει ακόμη και δωμάτια στην Πολωνία, είπε ο κ. Περεμπούινις. Αλλά η σύζυγός του καθυστέρησε την αναχώρησή της λόγω της αβεβαιότητας σχετικά με το πώς να μεταφέρει τη μητέρα της, η οποία πάσχει από Αλτσχάιμερ.

Μια συνάδελφος της, η Αναστασία Αβετσιάν, είπε ότι η SE Ranking είχε παράσχει κεφάλαια έκτακτης ανάγκης για την εκκένωση των εργαζομένων και ότι η κα Περεμπούινις, ως επικεφαλής λογιστής στην Ουκρανία, ήταν απασχολημένη τις τελευταίες μέρες της με την εκταμίευση τους. «Ήμασταν όλοι σε επαφή μαζί της», είπε η κ. Αβετσιάν σε τηλεφωνική συνέντευξη. «Ακόμα και όταν κρυβόταν στο υπόγειο, ήταν αισιόδοξη και αστειευόταν στην ομαδική μας συνομιλία ότι η εταιρεία θα έπρεπε τώρα να κάνει μια ειδική επέμβαση για να τους βγάλει έξω, όπως «Σώζοντας τον Στρατιώτη Ράιαν».

Όμως πίσω από τα αστεία κρυβόταν μια περίοδος αναμονής και έντονης ανησυχίας, είπε ο κ. Περεμπούινις.

Το κτίριο όπου ζούσε η οικογένεια δέχθηκε πλήγμα. Δίπλα, τα παιδιά της οικογένειας όταν κοιμόντουσαν στο διάδρομο.

Ο γιος του, Μικίτα, άρχισε να κοιμάται τη μέρα και να ξενυχτάει, προσέχοντας τη μητέρα και την αδερφή του. Όταν ακούγονταν ήχοι μάχης, τους ξυπνούσε και οι τρεις πήγαιναν σε ένα διάδρομο, μακριά από τα παράθυρα. «Ο γιος μου είχε αγχωθεί πολύ», είπε ο κ. Περεμπούινις. Το περασμένο Σάββατο, μετά από δύο μέρες στο υπόγειο, έκαναν μια πρώτη προσπάθεια εκκένωσης. Αλλά καθώς ετοίμαζαν το μίνι βαν τους, μια τεθωρακισμένο πέρασε από τον δρόμο τους. Αποφάσισαν να περιμένουν.

Την επόμενη μέρα αποχώρησαν περίπου στις 7 το πρωί, η Τετιάνα Περεμπούινις είχε συζητήσει λεπτομερώς το σχέδιο με τον σύζυγό της. Αυτή και τα δύο της παιδιά, η μητέρα και ο πατέρας της, που ζούσαν εκεί κοντά, θα ενώνονταν με μια ομάδα από την εκκλησία του και θα επιχειρούσαν να κινηθούν προς το Κίεβο. Οδήγησαν όσο πιο μακριά μπορούσαν στο Ιρπίν, αλλά στη συνέχεια η κυρία Περεμπούινις αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το μίνι βαν. Ξεκίνησαν με τα πόδια προς μια κατεστραμμένη γέφυρα πάνω από τον ποταμό Ιρπίν.

Για να γλιτώσουν, αναγκάστηκαν να διασχίσουν περίπου εκατό μέτρα εκτεθειμένου δρόμου στη μία πλευρά της γέφυρας. Καθώς οι ρωσικές δυνάμεις πυροβολούσαν στην περιοχή, πολλοί προσπάθησαν να αναζητήσουν κάλυψη πίσω από έναν τοίχο από τούβλα.

Ο κ. Μπερέζνι, ο εθελοντής της εκκλησίας, ο οποίος είχε εκκενώσει νωρίτερα την οικογένειά του αλλά είχε επιστρέψει για να βοηθήσει άλλους, ήταν μαζί με την κ. Περεμπούινις και τα παιδιά της όταν άρχισαν να τρέχουν προς την άλλη πλευρά.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, ο κ. Περεμπούινις είχε προσπαθήσει να παρακολουθήσει την τοποθεσία της συζύγου του χρησιμοποιώντας μια εφαρμογή εντοπισμού στα τηλέφωνά τους. Αλλά δεν έδειξε τίποτα: η οικογένεια ήταν σε ένα υπόγειο, χωρίς σήμα. Γύρω στην αυγή, είπε, είδε ένα σήμα, τους έδειχνε στη διεύθυνση του σπιτιού τους. Τίποτα όμως δεν τους έδειχνε να κινούνται. Η κάλυψη των κινητών τηλεφώνων είχε γίνει πολύ κακή στην πόλη. Το επόμενο σήμα μιας τοποθεσίας στο τηλέφωνο του κ. Περεμπούινις ήρθε γύρω στις 10 το πρωί της Κυριακής. Ήταν από Νοσοκομείο στο Κίεβο. Κάτι είχε πάει στραβά.

Τηλεφώνησε στον αριθμό της γυναίκας του. Χτύπησε, αλλά κανείς δεν απάντησε. Κάλεσε τα τηλέφωνα των παιδιών του, με το ίδιο αποτέλεσμα. Μισή ώρα περίπου αργότερα, είδε μια ανάρτηση στο Twitter που έλεγε ότι μια οικογένεια σκοτώθηκε σε επίθεση όλμου στη διαδρομή εκκένωσης από το Ιρπίν. Λίγη ώρα αργότερα, μια άλλη ανάρτηση στο Twitter εμφανίστηκε με φωτογραφία. «Αναγνώρισα τις αποσκευές και έτσι ήξερα», είπε.

Όταν χτύπησε το βλήμα όλμου, η οικογένεια και ο κ. Μπερέζνι ήταν περίπου 12 μέτρα μακριά από τον κρατήρα που προκλήθηκε. Δεν είχαν καμία πιθανότητα. Η έκρηξη εκτόξευσε εκατοντάδες μεταλλικά θραύσματα. Τα σώματά τους σωριάστηκαν στο λασπωμένο δρόμο δίπλα σε ένα μνημείο για τους νεκρούς του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια πλάκα στο μνημείο έγραφε: «Αιωνία η μνήμη σε όσους έπεσαν για την πατρίδα στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο».

Οι γονείς της κ. Περεμπούινις ήταν πίσω από τη μητέρα και τα παιδιά και δεν έπαθαν τίποτα. Τώρα μένουν με την κ. Νεντάβα, τη νονά. Την επόμενη μέρα, μια χιονοθύελλα έπληξε το Κίεβο. Οι βαλίτσες, η μία από τις οποίες είχε ανοίξει από την έκρηξη, βρίσκονταν καλυμμένες με χιόνι στο δρόμο δίπλα σε κηλίδες αίματος. Περιείχε μόνο ρούχα: ένα ροζ παιδικό μπλουζάκι, φούτερ, κίτρινες και μπλε κάλτσες παιδικού μεγέθους, προφανώς για την Αλίσα.

Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει τη σύζυγό του, ο κ. Περεμπούινις σωριάστηκε στην καρέκλα του. Για τον μακροχρόνιο γάμο τους, τόνισε: «Ανακαινίσαμε τρία διαμερίσματα και δεν μαλώσαμε ποτέ». Ο κ. Μπερέζνι είχε μεταφέρει τη σύζυγό του στη δυτική Ουκρανία, αλλά είχε επιστρέψει στο Ιρπίν για να βοηθήσει στην εκκένωση που οργάνωσε η εκκλησία του, είπε ο πάστορας Μύκολα Ρομάνιουκ σε τηλεφωνική συνέντευξη.

Όταν ξεκίνησε η επίθεση με όλμους, με οβίδες να πέφτουν πρώτα μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά, ο κ. Ρομάνιουκ είπε ότι άλλοι εθελοντές της εκκλησίας είδαν τον κ. Μπερέζνι να τρέχει να βοηθήσει την κ. Περεμπούινις.

«Πήρε τη βαλίτσα της και άρχισαν να τρέχουν», είπε. Ο Μπερέζνι, είπε ο πάστορας, ήταν ήσυχος και γενναιόδωρος. «Ήταν το είδος του φίλου που είναι έτοιμος να βοηθήσει χωρίς να χρειάζονται λόγια». «Δεν ξέρω πώς μπορεί ο Θεός να συγχωρήσει τέτοια εγκλήματα».

Στα μέσα Φεβρουαρίου, πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, ο κ. Περεμπούινις είχε ταξιδέψει στη γενέτειρά του, το Ντόνετσκ, στην ανατολική Ουκρανία που ελέγχεται από τους αυτονομιστές, για να φροντίσει τη μητέρα του, η οποία ήταν άρρωστη με Covid-19. Μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, το σημείο διέλευσης έκλεισε και ο κ. Περεμπούινις εγκλωβίστηκε. Για να επιστρέψει στο Κίεβο από την ελεγχόμενη από τους αυτονομιστές ανατολική Ουκρανία μετά το θάνατο της οικογένειάς του, ταξίδεψε στη Ρωσία και πέταξε στο Καλίνινγκραντ, για να διασχίσει τα χερσαία σύνορα στην Πολωνία.

Στα σύνορα Ρωσίας-Πολωνίας, είπε, οι Ρώσοι φρουροί τον ανέκριναν, πήραν τα δακτυλικά του αποτυπώματα και φάνηκαν έτοιμοι να τον συλλάβουν για αδιευκρίνιστους λόγους, αν και τελικά του επετράπη να ταξιδέψει. Ο ίδιος, απευθυνόμενος σε αυτούς, τόνισε: «Όλη μου η οικογένειά μου πέθανε σε αυτό που λέτε ειδική επιχείρηση και εμείς λέμε πόλεμο. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις μαζί μου. Δεν έχω τίποτα άλλο να χάσω».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X