Kathimerini.gr
Γιάννης Παπαδόπουλος
Μια ανάσα από τη λεωφόρο Αναπαύσεως, στο Πάτημα Χαλανδρίου, ένα καμένο πεύκο ρίχνει τα κλαδιά του στην πρόσοψη μιας βιοτεχνίας που έφτιαχνε στεφάνια κηδειών και συνθέσεις λουλουδιών. Οι λαμαρίνες στην είσοδο έχουν τσαλακωθεί από τη φωτιά που έκαιγε για ώρες στο εσωτερικό της. Εκεί, μια γυναίκα εντοπίστηκε απανθρακωμένη. Αλλοι υπάλληλοι δεν γνωρίζουν γιατί δεν είχε διαφύγει εγκαίρως. Γιατί δεν πήδηξε από το χαμηλό μπαλκονάκι της πίσω πλευράς, όπως φέρεται να έκαναν άλλοι δύο εργαζόμενοι. Εάν ζαλίστηκε από τους καπνούς ή παρέλυσε από τον φόβο. Χθες, κάποιοι από τους συναδέλφους της είχαν συγκεντρωθεί εκεί, κοιτούσαν τα αποκαΐδια, τους ήταν δύσκολο να βρουν απαντήσεις. Οπως και για τους περισσότερους κατοίκους, ήταν δύσκολο να εξηγηθεί πώς μια φωτιά που είχε ξεκινήσει 24 ώρες νωρίτερα και περίπου 40 χιλιόμετρα μακριά, έφτασε μέχρι εκεί στον αστικό ιστό.
Η φωτιά εκτιμάται πως κατέληξε σε αυτή τη βιοτεχνία μετά τις 15.00 της Δευτέρας. Τα κουφάρια των δέντρων μαρτυρούν την πορεία της. Κατέβηκε από την οδό Πάρου, έκαψε δύο μικρά άκτιστα οικόπεδα στην Αναστασίου Λέκκα, και μεταδιδόταν από πεύκο σε πεύκο προτού περάσει ακόμη και στην απέναντι πλευρά της λεωφόρου Αναπαύσεως. Αρκετά σπίτια αυτής της γειτονιάς φαίνεται πως έμειναν ανέπαφα, άλλα υπέστησαν φθορές. Οι φλόγες κατέστρεψαν μάντρες αυτοκινήτων, βιοτεχνίες με ξύλα, μονωτικά και οικοδομικά υλικά. Μετά τις 18.00 ακούγονταν εκρήξεις, πιθανότατα από φιάλες που έσκαγαν σε άλλη επιχείρηση όχι πολύ μακριά, στην οδό Κλεισθένους.
«Ηταν λες και πέρασε ατομική βόμβα. Εγινε πανικός, ήμουν τυχερός που γλίτωσα», λέει στην «Κ» ο Γεώργιος Χρυσανθόπουλος, ιδιοκτήτης βιοτεχνίας μαρμάρου επί της Αναπαύσεως. Η επιχείρησή του έμεινε τελικά ανέπαφη, αλλά η γειτονική εταιρεία με τα μονωτικά υλικά κάηκε ολοσχερώς. Ακόμη και από μακριά χθες η μυρωδιά του καμένου ήταν ανυπόφορη. Με φτυάρια ο ίδιος και ορισμένοι εθελοντές προσπάθησαν τη Δευτέρα να σπάσουν την περίφραξή της, μήπως και μπουν μέσα και προφτάσουν να σβήσουν τη φωτιά. Αποδείχτηκε μάταιο.
Το μέτωπο
Το πρωί της Δευτέρας, ο Σταύρος Βελέντζας, κάτοικος Βριλησσίων και ένας εκ των εθελοντών στον τοπικό σύλλογο που πραγματοποιεί βάρδιες πυροφύλαξης, παρατηρούσε την πυρκαγιά προτού ακόμη εκείνη απειλήσει σπίτια και επιχειρήσεις στην κατοικημένη περιοχή. Οπως περιγράφει στην «Κ», το μέτωπο κινείτο σε ένα νοητό τρίγωνο μεταξύ του 414 Στρατιωτικού Νοσοκομείου, του παλιού λατομείου Μουζάκη και της σπηλιάς Νταβέλη. Λέει ότι εκεί έγιναν διαδοχικές ρίψεις από ελικόπτερα το πρωί για να μην προχωρήσει η φωτιά στα πρώτα σπίτια της Νέας Πεντέλης και μετά τα εναέρια αποσύρθηκαν ή κινήθηκαν σε άλλα μέτωπα, αφήνοντας τις επίγειες δυνάμεις.
«Καταλαβαίνω την κούραση και τη διασπορά δυνάμεων, αλλά θεωρώ ότι έγινε λάθος εκτίμηση, υποβάθμισαν το σημείο. Ηταν προβλέψιμη η πορεία της φωτιάς», υποστηρίζει ο κ. Βελέντζας. Σύμφωνα και με άλλες μαρτυρίες, ακολούθησε μετά τις 12.00 μια αναζωπύρωση και η φωτιά πέρασε τη λεωφόρο Πεντέλης.
«Επειδή έβλεπα πολύ καπνό και λόγω της φοράς του ανέμου θεώρησα ότι έπρεπε να εκκενωθεί το Πάτημα Χαλανδρίου», σημειώνει στην «Κ» ο δήμαρχος Χαλανδρίου Σίμος Ρούσσος. Αφού πέρασε η φωτιά από τη Νέα Πεντέλη και μπήκε μέσα σε ένα ρέμα, η μετάδοσή της στο Πάτημα Χαλανδρίου και Βριλησσίων ήταν πλέον ζήτημα χρόνου.
Ο κ. Ρούσσος δηλώνει ότι υπήρχε επαρκής χρόνος για να εγκαταλείψουν κάτοικοι και εργαζόμενοι την περιοχή από τη στιγμή που εστάλη και το σχετικό μήνυμα μέσω του 112. Περιγράφει ότι τέσσερις υδροφόρες του Δήμου Χαλανδρίου μοιράστηκαν σε δύο σημεία της λεωφόρου Αναπαύσεως. Οταν έφτασε έπειτα εκεί η φωτιά, προσπάθησαν να την περιορίσουν έχοντας τη βοήθεια εθελοντών και διάσπαρτων πολιτών. Αργότερα, όπως λέει, έφτασαν στη λεωφόρο και δυνάμεις της Πυροσβεστικής και μετά ξεκίνησαν ρίψεις με ελικόπτερα.
Η επιχείρηση κατάσβεσης και στη λεωφόρο Αναπαύσεως αποδείχτηκε δύσκολη, ειδικά σε αποθήκες και μάντρες που είχαν ιδιαίτερα εύφλεκτα υλικά. Οπως εξηγεί ο κ. Ρούσσος, χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις ώρες για να σβήσει η φωτιά σε ένα χρωματοπωλείο και ένα ξυλουργείο.
Επί της Αναπαύσεως βρισκόταν και το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής του Βαγγέλη Ηλία. Ο ίδιος δεν ήταν εκεί την ώρα της φωτιάς. Εφτασε στο Πάτημα Χαλανδρίου το βράδυ της Δευτέρας και πήγε στο σημείο για να αντικρίσει την καταστροφή. Είχε μεταφέρει το εργαστήριό του σε αυτό το σημείο πριν από δυόμισι χρόνια. Ολα πλέον είχαν γίνει στάχτη. Οπως περιγράφει ο ίδιος στην «Κ», οι φλόγες πέρασαν από το πίσω οικόπεδο που ήταν ακαθάριστο, πήραν φωτιά τα πεύκα και έκαψαν ό,τι βρισκόταν μέσα στο υπόστεγό του. Καταστράφηκε και μια προτομή που έφτιαχνε στη μνήμη της υποπτεράρχου Ευαγγελίας Ανδρεαδάκη, η οποία πέθανε τον Σεπτέμβριο του 2023 συμμετέχοντας σε αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λιβύη. Ο γλύπτης θα παρέδιδε την προτομή στο Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας.
Το θύμα
Στη βιοτεχνία όπου εντοπίστηκε η νεκρή γυναίκα εργάζονται 17 άτομα, σύμφωνα με όσα ανέφεραν στην «Κ» τρεις υπάλληλοι. Οι περισσότεροι είχαν αποχωρήσει πιο νωρίς από την επιχείρηση, προτού κινδυνεύσει. Το θύμα λεγόταν Νάντια, όπως είπε μια συνάδελφός της. Ηταν 62 ετών, με καταγωγή από Μολδαβία και εργαζόταν εκεί τα τελευταία 25 χρόνια. Είχε δύο παιδιά στην πατρίδα της και στην Ελλάδα φέρεται να ζούσε μόνη. «Με έζωσαν τα φίδια επειδή δεν απαντούσε στις κλήσεις», είπε η συνάδελφός της, που την αναζήτησε τη Δευτέρα όταν έμαθε για την καταστροφή της βιοτεχνίας. «Δεν ξέρω γιατί έμεινε πίσω».