Βασίλης Κωστούλας
Η καθημερινή έκθεση στις υπερβολές της πολιτικής αντιπαράθεσης είναι σε θέση να προκαλέσει χρόνιο στρες στους πολίτες. Αλλά και στους ίδιους τους πολιτικούς, όπως και στους δημοσιογράφους. Η διευθύντρια στο Εργαστήριο Συναισθηματικής Επιστήμης και Υγείας, στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, Μπρετ Φορντ επιβεβαιώνει στην «Κ» δύο άβολες αλήθειες. Πρώτον, η πολιτική θέλει γερό στομάχι. Όσοι δεν το διαθέτουν; Απέχουν από τα κοινά. Δεύτερον, η τοξικότητα απωθεί τους πολίτες και τελικά τους ψηφοφόρους.
Η ομάδα της Φορντ ερεύνησε διαφορετικά δείγματα πολιτών στις ΗΠΑ για διάστημα 3 εβδομάδων. Κατά τη διάρκεια της μελέτης καλούσε τους συμμετέχοντες να μοιραστούν ποια πολιτικά γεγονότα είχαν σκεφτεί ή συζητήσει και ποια ψυχική κατάσταση τους προκαλούσαν. Τα αρνητικά συναισθήματα κυριάρχησαν, με ευδιάκριτες συνέπειες στο ψυχολογικό στάτους των ερωτηθέντων.
Το φαινόμενο είναι διεθνές. Η φύση μιας πολιτικής δήλωσης ή κοκορομαχίας συχνά αποτελεί βάρος και απωθεί τον αποδέκτη της. Σωρευτικά, οδηγεί σε τάσεις φυγής από την πολιτική. Στο χειρότερο σενάριο, αποθαρρύνει τους πολίτες από τη συμμετοχή στα κοινά και τους αποτρέπει από την καθημερινή τους κατάρτιση και ενημέρωση. Ενίοτε, διαμορφώνει και τις επιλογές των ψηφοφόρων, όπως είδαμε ίσως και στις εκλογές της 21ης Μαΐου. Ή κρύβεται πίσω από τα υψηλά ποσοστά της αποχής την ώρα της ψήφου. «Η αποφυγή της εμπλοκής στα πολιτικά οφείλεται τελικά σε ένα εύλογο κίνητρο. Στην προστασία της ατομικής ευεξίας απέναντι στο στρες που προκαλούν», αναφέρει χαρακτηριστικά η ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο.
Κάποτε ο μέσος πολίτης διάβαζε μόνο εφημερίδα. Σήμερα, περιηγείται καθ’όλη τη διάρκεια της ημέρας στα social media. Ακουμπά στη ρίζα του προβλήματος ο εθισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; «Είναι λογικό ότι ο 24ωρος καταιγισμός αποτελεί έναν αγωγό μέσα από τον οποίο η πολιτική επιδρά καθημερινά στους ανθρώπους και τη ζωή τους. Γνωρίζουμε με βεβαιότητα από έρευνες σε άλλους – μη πολιτικούς – στρεσογόνους παράγοντες ότι η καθημερινή τους συσσώρευση έχει ισχυρό και παρατεταμένο αντίκτυπο στην ευεξία των ανθρώπων», παρατηρεί η Φορντ.
Μήπως θα έπρεπε τα media να συμπεριλάβουν περισσότερα καλά νέα στο μείγμα της καθημερινής τους ενημέρωσης; Θα ήταν αυτή μία λύση; «Με απασχολεί λιγότερο ο βαθμός στον οποίο τα media θα κάνουν τους πολίτες να αισθάνονται καλά κάθε τόσο. Με βάση τις δικές μας αλλά και άλλες έρευνες, ανησυχώ περισσότερο για τα μέσα ενημέρωσης – και τους σχολιαστές υψηλού προφίλ με ισχύ και επιρροή – που καλλιεργούν τακτικά και σκόπιμα οργή και φόβο. Έχουμε παρατηρήσει ότι τα συναισθήματα αυτά προκαλούν σε πολλούς ανθρώπους την επιθυμία να αποστασιοποιηθούν από τα πολιτικά ζητήματα ως μια μορφή αυτοπροστασίας. Και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη δημοκρατία να υπηρετείται από έναν αποσυνδεδεμένο πληθυσμό».
– Έχετε μελετήσει πιθανώς το συναίσθημα ενός ψηφοφόρου όταν το κόμμα του χάνει στις εκλογές; Μία ερώτηση ιδιαίτερα επίκαιρη στην Ελλάδα, καθότι βρισκόμαστε σε εκλογική περίοδο.
– «Έχουμε μελετήσει τα συναισθήματα των ψηφοφόρων σε περιπτώσεις όπως οι προεδρικές εκλογές το 2016, όταν έχασε η Χίλαρι Κλίντον. Στον απόηχο της εκλογικής ήττας, οι πολίτες επιχειρούν να ρυθμίσουν τα αρνητικά τους συναισθήματα, υιοθετώντας στρατηγικές όπως η επαναξιολόγηση των πραγμάτων, για να βοηθήσουν τον εαυτό τους να νιώσει καλύτερα. Όσον αφορά τους κομματικούς οπαδούς, αισθάνονται έντονα αρνητικά συναισθήματα όταν το κόμμα τους χάνει τις εκλογές. Πάντως, πρόσφατη έρευνα καταδεικνύει ότι οι εκλογικές ήττες δεν οδηγούν σε μεταβολές που έχουν διάρκεια στη στάση των πολιτών».
Εκτός από τους πολίτες, η έκθεση στην πολιτική προκαλεί στρες και στους ίδιους τους φορείς της. Ενδεικτικές θα πρέπει να θεωρούνται οι στιγμές που ανεβαίνει το θερμόμετρο της συζήτησης στα τηλεοπτικά πάνελ. Ερώτημα αποτελεί κατά πόσο το στρες ενός πολιτικού επηρεάζει την επίδοση, ενδεχομένως και την κρίση του. «Γνωρίζουμε από δεκαετίες έρευνας ότι τα συναισθήματα παράγουν μια σειρά από αποτελέσματα, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου σκέψης και της συμπεριφοράς. Το συμπέρασμα αυτό θα πρέπει σίγουρα να επεκταθεί και στην απόδοση και στην κρίση των πολιτικών. Δεν έχουν ανοσία».
Η ημερήσια πολιτική ατζέντα, ιδίως όταν πέφτει θύμα της κομματικής υπερβολής και βρίσκεται αντιμέτωπη με κρούσματα παραβίασης της κοινής λογικής, αποδεδειγμένα προκαλεί στρες το οποίο οφείλει κανείς να διαχειριστεί. «Να αποδεχτείς το συναίσθημά σου, αντί να προσπαθείς να το αποφύγεις. Μπορεί να είναι ένας γόνιμος τρόπος για να προστατευτείς, χωρίς να θέτεις σε κίνδυνο την πολιτική σου ενασχόληση», συστήνει η Φορντ.
Κι αν είσαι δημοσιογράφος; Από τη θέση σου ανάμεσα στον πολιτικό και τον πολίτη, ως επαγγελματίας της ενημέρωσης, είσαι σαφώς εκτεθειμένος στην πολιτική πόλωση. Υποφέρεις συχνά από γερές δόσεις τοξικότητας. Ποιες είναι οι δικές σου άμυνες; «Δεν έχεις παρά να υιοθετήσεις μία αποστασιοποιημένη, παρατηρητική προοπτική στα πράγματα». Αρκεί να μη γίνεις κυνικός.
*Στις 20 Ιουνίου, η Μπρετ Φορντ θα συμμετάσχει σε εκδήλωση με θέμα «Ψυχική Υγεία και Δημοκρατία», που διοργανώνει το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), στο πλαίσιο του SNF Agora Institute.