![](https://www.kathimerini.com.cy/assets/modules/wnp/articles/202502/547820/images/b_santorini-erimos.jpg)
Kathimerini.gr
Τάνια Γεωργιοπούλου
«Από τα λεγόμενα των ειδικών δεν αποκλείεται τίποτα. Την πρώτη μέρα, είπα “εντάξει”. “Εντάξει” και τη δεύτερη, αλλά τώρα δεν μπορώ άλλο. Κάθε μέρα ζεις με την προοπτική του μεγαλύτερου κινδύνου». ∆εν πρόλαβα καν να ρωτήσω το όνομά του. Σε μια στιγμή σήκωσε το σακ βουαγιάζ του και χάθηκε μέσα στο πλήθος, που έτρεχε να μπει στο πλοίο. Βγήκαν δέκα, μπήκαν εκατοντάδες. «Επιτέλους», ξεφυσά με ανακούφιση μια νεαρή κοπέλα. «Να πάλι, το νιώθεις; Κουνιέται πάλι», φωνάζει στην μπροστινή της. Κοιτάζω την εφαρμογή για τους σεισμούς που έχω κατεβάσει στο κινητό, όπως όλοι εδώ στο νησί: 3,8 Ρίχτερ.
Υπολογίζεται ότι πάνω από 13.000 άτομα έχουν εγκαταλείψει τη Σαντορίνη τις τελευταίες ημέρες. Στα σχολεία του νησιού φοιτούν 4.500 παιδιά, αλλά παρότι έχουν κλείσει, δεν βλέπεις ούτε ένα μικρό στον δρόμο.
Η ερημιά στα σοκάκια του νησιού είναι αποκαρδιωτική. «Ακόμη και τον χειμώνα, κανονικά υπάρχει πολύς κόσμος στο νησί», λένε οι ντόπιοι. Φωτ. Enri Canaj
Η διαδικασία να αδειάσουν οι πισίνες του νησιού, όπως υπαγορεύουν οι οδηγίες των ειδικών, δεν ήταν καθόλου εύκολη. Φωτ. Enri Canaj
Ολα κλειστά
Μέσα σε μια εβδομάδα το νησί άλλαξε όψη. Αδειασε, τα μαγαζιά έκλεισαν το ένα μετά το άλλο, οι καρέκλες των εστιατορίων στοιβάχτηκαν στις γωνίες πρόχειρα, οι ταμπέλες που καθοδηγούν τους επισκέπτες προς τα αξιοθέατα, και προσκαλούν για χαλάρωση και διασκέδαση, στέκονται σαν σκηνικό ταινίας που έχει ξεμείνει. Η κανονική καθημερινότητα υποχώρησε βίαια μπροστά στην πίεση του φόβου ενός επερχόμενου μεγάλου σεισμού. Και η γη κουνιέται κάθε λίγο και λιγάκι σαν υπενθύμιση για να μην ξεχαστείς και νομίσεις ότι όλα είναι καλά. Εγιναν 1.000 δονήσεις, έγιναν παραπάνω από 3.000 δονήσεις, 7.700 δονήσεις… Πού να μετρήσεις; Συνέχεια μοιάζει να κουνιέται η γη.
«Τίποτα δεν έχουμε. Κανονικά εδώ δουλεύουν πέντε άτομα και τώρα έχει μείνει μόνο μια κοπέλα. Το νησί τέτοια εποχή έχει πολλούς τουρίστες, Ασιάτες, Κινέζους και Ινδούς κυρίως αλλά και κάποιους Ευρωπαίους. Πέντε – έξι πτήσεις έρχονται την ημέρα. Πρωτοχρονιά που ήμασταν ανοιχτά κάναμε είσπραξη, όχι αστεία», λέει ο Γιάννης Ζώρζος, ιδιοκτήτης μίνι μάρκετ στην κεντρική πλατεία των Φηρών. Στη Σαντορίνη εκτός από τους γηγενείς μένουν μόνιμα πολλοί άνθρωποι που δουλεύουν στον τουρισμό, αλλά και στις οικοδομές και τις ανακαινίσεις, που τέτοια εποχή είναι στο φόρτε τους υπό κανονικές συνθήκες, καθώς το νησί ξεκινάει να προετοιμάζεται για το καλοκαίρι. Οι περισσότεροι από αυτούς έφυγαν όταν συνειδητοποίησαν ότι οι δονήσεις δεν θα σβήσουν σύντομα. Κάποιοι μάλιστα κοιμήθηκαν έξω από τα πρακτορεία ταξιδίων για να καταφέρουν να εξασφαλίσουν το πολυπόθητο εισιτήριο για την Αθήνα. Παρά τα επιπλέον δρομολόγια και πτήσεις, η ζήτηση ήταν μεγαλύτερη.
Χιλιάδες άνθρωποι έφυγαν μέσα στις πρώτες ημέρες από την έναρξη της σεισμικής ακολουθίας. Η αγωνία ήταν να μη βγει απαγορευτικό λόγω καιρού. Φωτ. Enri Canaj
Ο Χρήστος Κόσμα είναι από τη Ρουμανία αλλά μένει εδώ και 25 χρόνια στην Ελλάδα. Τα τελευταία δυόμισι χρόνια μένει πολλούς μήνες στη Σαντορίνη, έχει συνεργείο και δουλεύει σε κατασκευές. Τον συναντήσαμε στο λιμάνι να περιμένει το βραδινό πλοίο. «Πήγαμε χθες το πρωί για δουλειά και μας είπαν, “απαγορεύονται οι οικοδομικές εργασίες”. Είπα και εγώ να πάμε στην Αθήνα να δούμε τις οικογένειες», μου εξηγεί σε ανάλαφρο τόνο. Απομακρύνεται λίγο από τους υπόλοιπους και χαμηλώνει τη φωνή του. «Είναι που δεν μπορούμε και να κοιμηθούμε. Χθες τα παιδιά (σ.σ. εννοεί τους άνδρες του συνεργείου) κοιμήθηκαν στο αμάξι. Μένουμε σε παλιά σπίτια και είναι προβληματικά. Ολη νύχτα κουνάει, δεν μπορείς να κλείσεις μάτι». Ο καθηγητής Σεισμολογίας Κώστας Παπαζάχος επιβεβαιώνει ότι το βράδυ είναι δύσκολα. «Τα ξημερώματα κατά τις πέντε, εδώ και δύο μέρες, κάνει μια μεγαλούτσικη δόνηση. Τότε ξέρουμε ότι θα κουνήσει για καμιά δυο ώρες. Είναι η ώρα που σηκώνομαι και διαβάζω και στέλνω μέιλ», λέει.
Ακυρώσεις
Αρκετοί τουρίστες ακύρωσαν το ταξίδι τους όταν έμαθαν για τους σεισμούς, όπως φαίνεται από τα στοιχεία των πρακτορείων και τα ξενοδοχεία που έκλεισαν το ένα μετά το άλλο τις τελευταίες ημέρες. Στα γραφεία του δήμου υπάρχει ένας κατάλογος με τα ανοιχτά ξενοδοχεία, που κάθε μέρα μικραίνει. Η Σαντορίνη είναι διάσημη και κάθε είδηση για αυτήν καλή ή κακή κάνει γρήγορα τον γύρο του κόσμου με κάθε τρόπο.
Στα έρημα σοκάκια των Φηρών και της Oίας –στα σημεία όπου το καλοκαίρι δεν μπορείς να περπατήσεις από τον κόσμο– συναντάς πού και πού μερικούς γενναίους που αποφάσισαν να παραμείνουν παρά τους σεισμούς. Ταξίδι ζωής. Αν χαλάσει, άντε να ξαναγίνει.
Τα κορίτσια από το Μακάο στην πλατεία των Φηρών. Εικόνα τουριστικής κανονικότητας παρά τα Ρίχτερ. Φωτ. Enri Canaj
Τέσσερα κορίτσια από το Μακάο (κοντά στο Χονγκ Κονγκ), 21-23 χρόνων, τρώνε στο ένα από τα δύο κινεζικά μαγαζιά της πλατείας στα Φηρά που παραμένουν ανοιχτά, αψηφώντας τις σεισμικές δονήσεις. Μιλούν μεταξύ τους χαρούμενα, σκρολάρουν ταυτόχρονα και μου ζητούν να δουν το δικό μου κινητό με τα ελληνικά γράμματα που τους φαίνονται «πολύ περίεργα». Αν φοβούνται; «Ναι», λένε ντροπαλά. «Αλλά όταν μάθαμε για τον σεισμό ήμασταν ήδη στην Αθήνα, ήταν πολύ αργά για να αλλάξουμε τα σχέδιά μας. Πρώτη φορά ζούμε σεισμό», λένε με κάποια έξαψη ανάμεικτη με φόβο και όταν τους ζητάμε να φωτογραφηθούν, αναφωνούν: «Yes! It’s so cool».
Στο απέναντι φαρμακείο, Κινέζοι –νεαροί, αλλά και οικογένειες με παιδιά– στέκονται στην ουρά. Μέσα το κατάστημα γεμάτο, ψωνίζουν καλλυντικά, κολόνιες, κοκαλάκια για τα μαλλιά και σαπούνια, ό,τι μπορούν αφού δεν υπάρχει αλλού δυνατότητα αγορών. Μια σεισμική δόνηση κουνάει για λίγο τα εκατοντάδες μπουκαλάκια, αλλά αυτή τη φορά κανένας δεν δίνει σημασία εκτός από τον ιδιοκτήτη μαγαζιού, που έχει άγχος «να μη συμβεί τίποτα μεγάλο και μείνει ο κόσμος μέσα στο μαγαζί».
«Θα γίνει μεγάλο κακό;»
Πυροσβέστες, αστυνομικοί και δημοσιογράφοι είναι αυτοί που κυκλοφορούν κυρίως στα σοκάκια. Η παρουσία τους είναι θέμα συζήτησης με πολλούς τρόπους. «Ηρθαν τόσοι γιατί θα γίνει μεγάλο κακό και μας το κρύβουν;» ρωτούν τον δήμαρχο Νίκο Ζώρζο, αν τον πετύχουν στον δρόμο. «Πρόληψη είναι, για να είμαστε προετοιμασμένοι», απαντά, αλλά από τα μάτια των συνομιλητών του δεν φεύγει η δυσπιστία.
Η κ. Φλώρα Καραμολέγκου, στο Εμπορείο, μας γλύκανε με σοκολατάκια που φτιάχνει η ίδια. Φωτ. Enri Canaj
Αν η κίνηση στα Φηρά είναι ελάχιστη, στην υπόλοιπη Σαντορίνη δύσκολα συναντάς άνθρωπο. «Επεσε και η θερμοκρασία και βαρεθήκαμε να πεταγόμαστε συνέχεια έξω. Μόνο ο Θεός άλλωστε ξέρει τι θα γίνει», λέει η Φλώρα Καραμολέγκου, που τη συναντήσαμε στο σπίτι της στο Εμπορείο. Μας περίμενε με φιλέματα και ψύχραιμη, αυτή τη φορά. Οταν έγινε ο μεγάλος σεισμός του ’56 ήταν δεκαέξι ετών και τότε «σε κάθε κούνημα έτρεμα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να τρέμω».
Εκείνος ο μεγάλος σεισμός είναι το θέμα της συζήτησης με τα αδέλφια της στο τηλέφωνο όλες αυτές τις μέρες. Μέχρι την τρίτη δημοτικού πήγε η κυρία Φλώρα σχολείο. Ετσι, εκείνο το πρωινό, θυμάται, ετοιμαζόταν να πάει στο εργοστάσιο για δουλειά. «Ηταν η εποχή για τις ντομάτες». 9 Ιουλίου του ’56 σεισμός 7,7 Ρίχτερ και 13 λεπτά αργότερα ένας ακόμα 7,2 Ρίχτερ. «Στο εργοστάσιο ξεδιάλεγα τις καλές ντομάτες να τις κάνουμε κονσέρβα. Ακούμε ένα τρομερό βουητό, δεν ξέραμε τι είναι. Μας πήρε ο πατέρας μου και πήγαμε κάτω στον ποταμό, ένα ρέμα που κατεβαίνουν τα νερά του βουνού. Ηταν πιο επικίνδυνα εκεί γιατί είναι κούφια αλλά δεν το ξέραμε. Η μητέρα μου δεν ήρθε, καθόταν στην ταράτσα και κοιτούσε να κουνιέται η γη, σαν να βλέπει ταινία».
Τώρα η κυρία Φλώρα αντιδρά σαν τη μητέρα της. «Χθες το βράδυ ήταν καλούτσικη η δόνηση (5,2 Ρίχτερ) αλλά είχαμε καλή παρέα εκεί, δεν βγήκα καθόλου έξω»…
«Νάτος πάλι ο Αούτης»
Την ώρα που μιλάμε η γη κουνιέται και πάλι. Με κοιτάζει και λέει χαμογελώντας συγκρατημένα. «Νάτος πάλι ο Αούτης». Γελάει με την απορία στο βλέμμα μου. Είχαμε έναν στη γειτονιά που μεθούσε και τρέκλιζε. Τον φωνάζαμε Αούτη. Τώρα έτσι λέμε τον σεισμό. Ε, κάπως να παρηγοριόμαστε».
Κατεβαίνοντας προς την πλατεία του Εμπορείου ένας πλανόδιος πωλητής πουλούσε την ψαριά του. Ο,τι είχε απομείνει το σκέπαζε με προσοχή σαν να έβαζε μωρό για ύπνο. «Θα τα βάλω στην κατάψυξη να έχουμε ψάρι. Ε, τώρα δεν θα πάω πάλι για ψάρεμα», μου λέει. «Φοβάστε τον σεισμό;» ρωτάω. Με κοιτάει σχεδόν περιπαιχτικά. «Ποιον σεισμό, καλέ; Δεν βλέπεις που έχει θάλασσα;».
Το «Μαρουσάκι» στα νιάτα της έζησε τον μεγάλο σεισμό του ’56. Τώρα κάνει υπομονή. Φωτ. Enri Canaj
Επόμενη στάση: Μεγαλοχώρι για να γνωρίσουμε την κυρία Μαρουσώ Αρβανίτη, το Μαρουσάκι όπως την ξέρουν όλοι. «Γεννημένη το ’37», λέει με περηφάνια και μου δείχνει ένα γύρω τα σπίτια που βρίσκονται τα παιδιά και τα εγγόνια της. «Από 9 χρονών δούλευα σε σπίτια και μετά στο σπίτι που ήταν 8 παιδιά, 80 κάλτσες είχα πλύνει μια φορά στο χέρι», θυμάται και κάνει τον σταυρό της. Σαν να θέλει να υπογραμμίσει τα λόγια της η φύση, αρχίζει να κουνιέται η γη· «10 δευτερόλεπτα ίσως 12», μου λέει. Κοιτάζω την εφαρμογή. 4,8 Ρίχτερ. «Είναι που δεν κάνει ένα σεισμό να του δώσει να καταλάβει να ησυχάσουμε. Τσίκι, τσίκι δεν τελειώνει. Τότε το ’56 την ώρα που έγινε ο πρώτος σεισμός, είχε πάει ο αδελφός μου με τον πατέρα μου να λιχνίσουν στο κριθάρι. Γυρίζουν και βλέπουν στους Αγίους Αναργύρους να πέφτει ο κουμπές (τρούλος), περάσανε ξυστά από κάτω. Ηρθε η μάνα μου και με έπιασε από τα μαλλιά να με βγάλει έξω». Εκείνο το πρωί είχε η μάνα βάλει ένα μπακαλιάρο σε μια λεκάνη να ξαλμυρίσει, διηγείται. «Εκεί που σκεφτόμαστε τι θα φάμε, λέει ο πατέρας μου, “θα πάω να πιάσω τη λεκάνη και να τον φάμε ξαλουριστό με λαδάκι”, είχαμε και μαύρες κουλούρες μια χαρά για να βουτήξουμε. Μετά μας έφερναν φαγητό· δεν μπορώ να πω, και σκηνές και ρούχα, από όλα».
Από την Οσάκα στην Οία
Το καλοκαίρι για να δεις το ηλιοβασίλεμα πρέπει να πας ώρες νωρίτερα στο σημείο για να πιάσεις σειρά. Αλλιώς δεν μπορείς να τραβήξεις την πολυπόθητη φωτογραφία με τον ήλιο να πέφτει στη θάλασσα. Τώρα τον χειμώνα είναι πιο φθηνά και δεν έχει κόσμο. Αυτό σκέφτηκε ο 23 χρόνος Ταΐκι Χαγιασί και αποφάσισε να ταξιδέψει μέχρι τη Σαντορίνη από την Αθήνα. Το ταξίδι του 15 ημέρες συνολικά περιελάμβανε την Αίγυπτο και μετά την Αθήνα. Επειτα είδε την Οία στο Instagram. «Σκέφτηκα ευκαιρία, ήθελα να το δω αυτό. Για τον σεισμό δεν ήξερα. Εμαθα ή μάλλον ένιωσα τι συμβαίνει όταν ήρθα εδώ. Είμαι από την Οσάκα, για μένα είναι συνηθισμένο να έχει σεισμούς. Αισθάνομαι ασφαλής». Εργάζεται σε μαγαζί με ρούχα για σκέιτερ και ο ίδιος κάνει σκέιτ, ταξιδεύει μόνος και δηλώνει πολύ χαρούμενος και τυχερός που πέτυχε την Οία χωρίς κόσμο. Στην Οία μένει στο μοναδικό ξενοδοχείο που έχει μείνει ανοιχτό μαζί με καμιά δεκαριά ακόμα τουρίστες.