Του Απόστολου Κουρουπάκη
Το 1885 λίγα μόνο χρόνια μετά την άφιξη των Βρετανών στην Κύπρο, στο Νομοθετικό Συμβούλιο συζητιέται νόμος σχετικά με τη συντήρηση των δημοσίων δρόμων… και το μέλος του μητροπολίτης Κιτίου Κυπριανός λέει ότι στον υπό επεξεργασία νόμο και όσον αφορά τα πεζοδρόμια θα πρέπει να προστεθεί και η φράση «άνευ ανάγκης» μετά το εκουσίως, στο άρθρο 7 του νόμου: «Εκουσίως διαβή έφιππος ή εφ’ αμάξης πεζοδρόµιον τι κτλ.)», διότι… «άλλως εγώ αυτός θα υφίσταμαι καθ’ εκάστην πρόστιμα εν Λευκωσία, διότι αι οδοί αυτής εις πολλά μέρη είνε εις τοιαύτην θέσιν ώστε ούτε έφιππός τις δύναται να διέλθη εν τω µέσω αυτών και αναγκάζεται να διέλθη διά των λειψάνων των πεζοδρομίων»…
Η πόλη της Λευκωσίας ακόμα βρίσκεται εντός των τειχών, έχει να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις, στενούς δρόμους, που εκτός του μεγέθους τους είναι και χωμάτινοι… «ΤΟ ΚΑΤΑΒΡΕΓΜΑ. Ετέθη και εφέτος εις ενέργειαν η δημοτική άμαξα προς κατάβρεξιν των κεντρικωτέρων οδών της πόλεως. Καλόν θα ήτο αν το δημαρχείον κατεσκεύαζεν ακόμη μίαν τοιαύτην, όπως καταβρέχωνται περισσότεραι οδοί και απαλλάττηται ο κόσμος της ενοχλητικής σκόνης», μονόστηλο στη «Φωνή της Κύπρου» τον Ιούνιο του 1893. Αυτά τα μικρά, καθημερινά, και σήμερα μάλλον αδιανόητα… εκτός ίσως της κατάληψης των πεζοδρομίων, σκέφτηκα, όταν ξεκίνησε η ξενάγησή μου λίγο πριν εγκαινιαστεί η νέα προσωρινή έκθεση του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας με τίτλο «Τρεις Φωτογραφικές Διαδρομές
– Λευκωσία: Άνθρωποι και Τόποι. Μέρος 1: 1878-1950». Συνάντησα τη διευθύντρια του Μουσείου κα Τζένη Λυμπεροπούλου στον δεύτερο όροφο, δίπλα από την Αίθουσα της Αγγλοκρατίας, για να μιλήσουμε για την έκθεση, και αμέσως μού λέει: «Με τον τρόπο που στήσαμε την έκθεση προσπαθήσαμε να αναπαραστήσουμε τα στενά σοκάκια και τους δρόμους της Λευκωσίας, δημιουργώντας ξεχωριστές ενότητες, που παρουσιάζουν τη διαδρομή της πόλης από το 1878, όταν έρχονται στην Κύπρο οι Βρετανοί, έως το 1950. Έχουν τοποθετηθεί με συγκεκριμένο τρόπο μουσειολογικά και μουσειογραφικά, έτσι ώστε να δημιουργείται ένα μονοπάτι…». Η έκθεση μού εξηγεί η κα Λυμπεροπούλου χωρίζεται σε τρία μέρη, το πρώτο καλύπτει την περίοδο 1878-1950, το δεύτερο τη δεκαετία του 1950-1960 και το τρίτο τα χρόνια μετά την Ανεξαρτησία το 1960 έως το 2004.
Ρώτησα την κα Λυμπεροπούλου ποιοι είναι οι στόχοι αυτής της έκθεσης, μού λέει πως ένας από τους βασικούς στόχους του Μουσείου είναι η ανάδειξη του Φωτογραφικού Αρχείου του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας, «ένα πολύ πλούσιο αρχείο, που η συγκρότησή του ξεκίνησε πριν ακόμα το μουσείο ανοίξει τις πόρτες του για το κοινό. Το αρχείο αυτό είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορικής τεκμηρίωσης της πόλης. Όλες λοιπόν οι φωτογραφίες του πρώτου μέρους της έκθεσής μας προέρχονται από το φωτογραφικό μας αρχείο. Επίσης, ακριβώς δίπλα υπάρχει η Έκθεση της Αγγλοκρατίας και οι φωτογραφίες και οι καρτ ποστάλ των δύο πρώτων μερών της έκθεσης είναι σαν να ερμηνεύουν τα αντικείμενα που εκτίθενται στην Αίθουσα της Αγγλοκρατίας». Η έκθεση ξεκινάει από τις γενικές όψεις της πόλης, όπως αυτές αποτυπώθηκαν από φωτογράφους της εποχής, συνεχίζει στους ανθρώπους της πόλης και τα παζάρια, με χαρακτηριστικές φωτογραφίες από το περίφημο γυναικοπάζαρο. Οι επόμενες ενότητες παρουσιάζουν τα μεταφορικά μέσα, με φωτογραφίες από τα πρώτα αυτοκίνητα, ή τα κάρα με τα βόδια... την κοινωνική ζωή με τις αθλητικές δραστηριότητες και τα θέατρα, και καταλήγει με φωτογραφίες από δημόσια κτήρια, δείχνοντας κάποια δείγματα αρχιτεκτονικής και πώς αλλάζει όψη. Οι φωτογραφίες κάθε ενότητας παρουσιάζονται χρονολογικά για να μπορεί και ο επισκέπτης να δει εξελικτικά πώς κινείται η πόλη, μου λέει η κα Λυμπεροπούλου.
Μικρές και μεγάλες εικόνες
Συνεχίζοντας την περιήγησή μας στην έκθεση, καταλαβαίνω πως οι φωτογραφίες δείχνουν έναν μακρινό μεγάλο και μικρό κόσμο, που ακόμα και σήμερα ζει σε κάποιες προσόψεις ή και παλιές ταμπέλες. Συνεχίζοντας, η κα Λυμπεροπούλου σημειώνει πως σε κάθε ενότητα μπορεί ο θεατής να δει μικρές ή μεγάλες αλλαγές στην πόλη και στους ανθρώπους.
Στεκόμαστε μπροστά από μία φωτογραφία ενός σκαρπάρικου των αρχών του αιώνα και παρατηρώ πώς σε αυτή υπάρχουν και Ε/κ και Τ/κ… το αναφέρω στην κα Λυμπεροπούλου: «Μέσα από την έκθεση μπορεί κανείς να δει και την πληθυσμιακή σύνθεση της πόλης» μου λέει, «Βλέπουμε σε πολλές φωτογραφίες να συνυπάρχουν Ε/κ και Τ/κ. Σε αυτή την περίοδο δεν φαίνεται κάποιος διαχωρισμός της πόλης». Ένα ακόμη πολύ ενδιαφέρον στοιχείο που το κοινό μπορεί να δει είναι και ο σταδιακός εξευρωπαϊσμός της πόλης και βρισκόμαστε μπροστά από μία φωτογραφία των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, στην οποία απαθανατίζονται γυναίκες με τσάρλεστον φουστάνια. «Βέβαια» μού λέει η κα Λυμπεροπούλου η υιοθέτηση ευρωπαϊκών τρόπων ένδυσης κτλ. δεν θα γίνει στον ίδιο χρόνο για όλους τους κατοίκους της πόλης. «Μέσα από τις φωτογραφίες της έκθεσης καταδεικνύεται ότι συνυπάρχουν δύο στοιχεία, το ευρωπαϊκό και το παραδοσιακό για πολλά χρόνια, έως ότου τα πράγματα εξισορροπούνται μάλλον τις δεκαετίες 1950-60».
Κλείνοντας την ξενάγησή μας η κα Λυμπεροπούλου μού λέει πως ίσως αυτό που εξάγεται από την έκθεση των φωτογραφιών της περιόδου 1878-1950, η είναι η εξέλιξη… «Παρατηρήστε για παράδειγμα πώς παρουσιάζεται η πόλη το 1878, με τα τείχη να είναι ακόμα ορατά από μακριά, την απουσία ψηλών κτηρίων… και πώς εξελίσσεται στην πορεία και πώς πυκνώνει ο ιστός της πόλης, πώς αλλάζει ο χαρακτήρας της και πώς συνομιλεί η προσωρινή αυτή έκθεση με τη μόνιμη της διπλανής Αίθουσας. Εκεί που μπορεί να μην αναγνωρίζεις κάτι, παρατηρείς ένα σημείο και λες αυτή είναι η Λευκωσία. Οι αναμνήσεις των παλαιότερων έρχονται να δέσουν με τις φωτογραφίες μας, χτίζουν τη φωτογραφική ιστορία της Λευκωσίας».
Οι φωτογράφοι
Στην Κύπρο σταδιακά αρχίζουν να έρχονται και να εγκαθίστανται φωτογράφοι, στους οποίους οφείλουμε την τεκμηρίωση της πόλης. Η κα Λυμπεροπούλου μού λέει σχετικά με τους φωτογράφους πως μέσα από αυτές τις φωτογραφίες ανακαλύπτουμε εκτός από αυτό που φαίνεται στο φωτογραφικό χαρτί ή στις καρτ ποστάλ και τους ανθρώπους που αποτύπωσαν τη Λευκωσία. Μεταξύ των πολλών φωτογράφων που δραστηριοποιήθηκαν στην Κύπρο και στη Λευκωσία είναι ο Ιωάννης Π. Φώσκολος, οι αδελφοί Μανγκογιάν, ο Φέλιξ Γιαξής, ο Θεόδουλος Ν. Τουφεξής, ο Κυρακός Ζαρταριάν, ο Charles Glaszner και άλλοι. «Αρχίζουν να δουλεύουν πιο συστηματικά όψεις της πόλης, αλλά και πρόσωπα». Σε αυτό το σημείο η κα Λυμπεροπούλου μού επισημαίνει τη σημαντική προσφορά των Αρμενίων στη φωτογραφία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους αδελφούς Μανγκογιάν, οι οποίοι ακόμα διατηρούν φωτογραφείο στην πόλη.
Πληροφορίες
«Τρεις Φωτογραφικές Διαδρομές – Λευκωσία: Άνθρωποι και Τόποι. Μέρος 1: 1878-1950», Λεβέντειο Δημοτικό Μουσείο Λευκωσίας, Αίθουσα Προσωρινών Εκθέσεων, Ιπποκράτους 15-17, Λευκωσία. Διάρκεια έκθεσης έως 19 Μαΐου 2024.