ΠΗΓΗ: Reuters
Αδιαμφισβήτητα, η Wall Street υπήρξε ο «νικητής» της θητείας Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος άλλωστε από το 2016 με το προεκλογικό του σλόγκαν «build the Wall Street», είχε εστιάσει σε αυτήν. Παρότι τα ποσοστά έφθασαν έως την υπερβολή εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι οι φορολογικές μειώσεις Τραμπ σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια, τη μεγάλη άνθηση του Διαδικτύου, αλλά και το αμερικανικό επιχειρησιακό μοντέλο που συνέβαλε σε υψηλότερα κέρδη, στήριξαν τα μέγιστα την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά.
Ο δείκτης S&P 500 παρουσίασε κέρδη 65% επί θητείας Τραμπ, πολύ περισσότερα συγκριτικά με τα αντίστοιχα 14% του πανευρωπαϊκού δείκτη STOXX 600. Ο δείκτης τεχνολογίας Nasdaq κατέγραψε ακόμη καλύτερες επιδόσεις, με άνοδο 110% χάρη στο δυσθεώρητο άλμα 285% των μετοχών FAANGs (Facebook, Amazon, Apple, Netflix και Google), που εκτίναξε την αξία των παγκόσμιων μετοχών στα 15 τρισ.δολάρια.
Η Wall Street όμως δεν είναι ο μοναδικός νικητής. Το άλλο «αστέρι»των αγορών επί θητείας Τραμπ δεν έχει να κάνει σίγουρα με τις πολιτικές του. Πρόκειται για το δείκτη MSCI για τις κινεζικές μετοχές που σημείωσε άνοδο 65%, όπως ακριβώς και ο αμερικανικός δείκτης S&P 500, χάρη στους δικούς του τεχνολογικούς κολοσσούς και στα μέτρα στήριξης του Πεκίνου, τα οποία αντιστάθμισαν τους δασμούς ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων που επέβαλε η Ουάσιγκτον στις εισαγωγές κινεζικών αγαθών. Το κινεζικό γιουάν βρίσκεται οριακά υψηλότερα από τα επίπεδα του Νοεμβρίου του 2016, ενώ η μεγάλη αύξηση που παρουσίασαν οι αγορές ομολόγων της Κίνας συνέβαλε στο να συμπεριληφθεί το χρέος της σε έναν από τους πιο δραστήριους ομολογιακούς δείκτες στον κόσμο.
Στους χαμένους συγκαταλέγονται κάποιες αναδυόμενες αγορές, που επλήγησαν αρχικά από την πολιτική Τραμπ με την χαριστική βολή όμως να την δίδει ο Covid-19, όπως ακριβώς συνέβη και με τις αγορές πετρελαίου και εμπορευμάτων. Το πέσο Μεξικού, που έκανε βουτιά 8% στη συνεδρίαση του 2016, όταν εκλέχθηκε ο Τραμπ, καταγράφει έως σήμερα απώλειες 13%. Ωστόσο, λίγο πριν από την πανδημία του κορωνοϊού ενισχυόταν περίπου 15% από τα αυτά τα χαμηλά και συνεχίζει και σήμερα να κινείται ανοδικά εν μέσω προσδοκιών για μία νίκη Μπάιντεν. Η τουρκική λίρα, η οποία δέχθηκε πιέσεις όταν η Αγκυρα αγόρασε ρωσικούς αμυντικους πυραύλους, κατέρρευσε περισσότερο από 60%, παρότι τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας ήταν αυτά που ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης. Αντίθετα, το ρωσικό ρούβλι άρχισε να κινείται ανοδικά από τη στιγμή που οι δημοσκοπήσεις έδωσαν προβάδισμα στον Τζον Μπάιντεν.
Αντίστοιχη είναι η αλληλουχία κινήσεων και στις αγορές μετοχών και ομολόγων των αναδυόμενων. Οι ρωσικές μετοχές βρίσκονται σήμερα ακριβώς στο σημείο που κινούνταν το 2016 από πλευράς όρους δολαρίου, ενώ οι αντίστοιχοι δείκτες σε Μεξικό και Τουρκία καταγράφουν πτώση 35% και 55% αντίστοιχα. Τα ρωσικά ομόλογα σε όρους δολαρίου εμφάνισαν σταθερές αποδόσεις 33% την τελευταία τετραετία παρά τις κατά καιρούς διακυμάνσεις που προκάλεσαν οι κυρώσεις και οι έρευνες για τις σχέσεις Τραμπ με Μόσχα. Πρόκειται για απόδοση καλύτερη από την αντίστοιχη 20% των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, των γερμανικών και του εταιρικού χρέους, ενώ κυμαίνεται στα ίδια περίπου επίπεδα με την άνοδο του δείκτη Nikkei στο χρηματιστήριο του Τόκιο.
Από τα εμπορεύματα, ο χρυσός κατέγραψε κέρδη 47,3% στα τέσσερα χρόνια της θητείας Τραμπ, ενώ στον αντίποδα το πετρέλαιο brent και ο δείκτης CRB για τα εμπορεύματα βούλιαξαν 18,6% και 16,7% αντίστοιχα.