Αιμίλιος Χαρμπής
Πιστοί στην αρχική τους δήλωση πως το πένθος των ημερών δεν αφήνει περιθώρια για εορτασμούς, οι υπεύθυνοι του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης ακύρωσαν και την πανηγυρική τελετή λήξης της περασμένης Κυριακής. Τα βραβεία φυσικά παραδόθηκαν στους νικητές, αφού επί δέκα μέρες τα ντοκιμαντέρ γέμισαν τις κινηματογραφικές αίθουσες της πόλης με ιδέες, πληροφορίες, ελπίδες, προβληματισμούς, συγκίνηση και γενικώς όλων ειδών τα συναισθήματα που μόνο αυτά μπορούν να προσφέρουν. Κορυφαίο όλων αναδείχθηκε τελικά το «Κάτω από τον ουρανό της Δαμασκού» των Χέμπα Χαλέντ, Ταλάλ Ντερκί και Αλί Γουαζί, το οποίο παρακολουθήσαμε και εμείς σε μια κατάμεστη από κόσμο προβολή στο Θέατρο Ολύμπιον.
Η εικόνα ολόκληρων συνοικιών της Δαμασκού ισοπεδωμένων από τον πόλεμο είναι από μόνη της συγκλονιστική, ωστόσο εξίσου συνταρακτικές είναι οι ιστορίες των ανθρώπων που ζουν δίπλα τους. Ειδικότερα των γυναικών, μια ομάδα εκ των οποίων παρακολουθούμε να βρίσκει δίοδο στην τέχνη και στο θέατρο, προκειμένου να μιλήσουν για τη σεξουαλική κακοποίηση που έχουν υποστεί. Η αδικία και τα εγκλήματα των πατριαρχικών δομών βρίσκονται εδώ στο επίκεντρο ενός φιλμ που σχηματίζει πάντως έναν ευρύτερο καμβά μιας από τις πιο ταλαιπωρημένες περιοχές του πλανήτη. Πιο ανάλαφρος αλλά όχι λιγότερο ενδιαφέρων ήταν ο «Τελευταίος γλάρος», ντοκιμαντέρ από τη Βουλγαρία που αφηγείται την ιστορία ενός… καμακιού, σαν αυτά της παλιάς Ρόδου. Ενας μεσήλικος επαγγελματίας του είδους εξασκεί ακόμη την τέχνη του σε ένα παραλιακό θέρετρο της γειτονικής χώρας, σε μια απολαυστική ταινία που μιλάει αλληγορικά για τα Βαλκάνια του χθες και του σήμερα.
Ακόμη περισσότερο ιστορικό περιεχόμενο έχει το ελληνικό ντοκιμαντέρ του Κωνσταντίνου Γεωργόπουλου που προβλήθηκε την τελευταία μέρα του φεστιβάλ. Η «Νέα πατρίδα» έχει για θέμα της τη γενοκτονία και (κυρίως) τη μετέπειτα πορεία των Αρμενίων που έφθασαν στην ήδη πληγωμένη Ελλάδα της δεκαετίας του 1920. Η κάμερα του φιλμ επισκέπτεται τις αρμενικές κοινότητες από την Αθήνα έως την Αλεξανδρούπολη, σκιαγραφώντας αναλυτικά τις καταβολές τους και αφηγούμενη συγκινητικές προσωπικές ιστορίες ανθρώπων που διαφυλάσσουν τις ρίζες τους ως μέλη μιας νέας πολυπολιτισμικής κοινωνίας.
Η πιο ιδιαίτερη, ωστόσο, από τις προβολές που παρακολουθήσαμε φέτος στη Θεσσαλονίκη ήταν αυτή ενός επίσης ελληνικού ζεύγους ταινιών: μιας μικρού και μιας μεγάλου μήκους. Η πρώτη ήταν το «Εξοδος μέσα» του Γιώργου Δανόπουλου, ο οποίος έβαλε την κάμερά του μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού, εκεί όπου ένα εργαστήρι ζωγραφικής προσφέρει σε έξι ανθρώπους μια διέξοδο από την απελπισία του εγκλεισμού. Αντιθέτως, στο «Prison Blues» του Δομήνικου Ιγνατιάδη, μια ομάδα πρώην εξαρτημένων ξεκινάει ένα οδικό ταξίδι σε διάφορες φυλακές της χώρας προκειμένου να προβάλει ένα ντοκιμαντέρ για τους τροφίμους. Η βαθιά ανθρώπινη ματιά της ταινίας, το κοφτερό χιούμορ και κάποιοι σχεδόν μυθιστορηματικοί χαρακτήρες αποδεικνύουν πως το καλό ντοκιμαντέρ μπορεί να γίνει ακόμη και με ελάχιστα μέσα.