Kathimerini.gr
Αιμίλιος Χαρμπής
ΒΕΝΕΤΙΑ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ: Η τρίτη µέρα στο Φεστιβάλ Βενετίας ήταν μέρα επιβεβαιώσεων. Αρχικά επιβεβαιώθηκε ότι η φετινή Μόστρα θα είναι όντως λιγότερο λαμπερή. Οι Αμερικανοί σταρ που δεν βρίσκονται εδώ λόγω της συνεχιζόμενης απεργίας στο Χόλιγουντ στερούν, όπως και να το κάνουμε, κάτι από το αλατοπίπερο· η παραδοσιακή «κατασκήνωση» από το πρωί μπροστά στο κόκκινο χαλί είναι αυτή τη χρονιά φανερά πιο αραιή. O Γουές Αντερσον από την πλευρά του επιβεβαίωσε πως μπορεί να προσφέρει σταθερά κομψοτεχνήματα, μικρού μήκους αυτή τη φορά («The Wonderful Story of Henry Sugar»), στον κόσμο της Εβδομης Τέχνης. Η μεγαλύτερη επιβεβαίωση ωστόσο ήρθε αναμφισβήτητα από τον Γιώργο Λάνθιμο, ο οποίος με το «Poor Things» δικαιώνει αυτούς που τον συγκαταλέγουν ανάμεσα στα φαβορί του φετινού διαγωνιστικού.
Εχοντας στη διάθεσή του ένα μπάτζετ διακριτά πλουσιότερο από εκείνο της «Ευνοούμενης», ο Ελληνας κινηματογραφιστής μοιάζει πια τελείως απελευθερωμένος να ακολουθήσει το καλλιτεχνικό του όραμα. Η ιστορία του, σε σενάριο του Τόνι ΜακΝαμάρα που διασκευάζει ελεύθερα το ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλιστερ Γκρέι, μας πηγαίνει στη βικτωριανή Αγγλία, εκεί όπου ένας επιστήμονας (Γουίλεμ Νταφόε), ως άλλος δρ Φρανκενστάιν, καταφέρνει να αναζωογονήσει μια νεκρή νεαρή κοπέλα τοποθετώντας στη θέση του εγκεφάλου της εκείνον του αγέννητου μωρού της. Το αποτέλεσμα είναι η Μπέλα Μπάξτερ (Εμα Στόουν), μια πλήρως ανεπτυγμένη γυναίκα, η οποία μαθαίνει τον κόσμο από την αρχή καθώς οι νοητικές της δυνάμεις αναπτύσσονται. Τελικά η ολοκληρωτικά απελευθερωμένη από την έννοια της ντροπής και γενικώς των κοινωνικών συμβάσεων που αφορούν τις γυναίκες, Μπέλα, θα ξεκινήσει ένα επικό ταξίδι αυτογνωσίας παρέα με έναν γοητευτικό δικηγόρο (Μαρκ Ράφαλο).
«Ολα ξεκίνησαν από το βιβλίο, το οποίο μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση όταν το διάβασα πριν από 12 χρόνια. Εντύπωση μου έκανε επίσης ότι κανένας δεν είχε ήδη ζητήσει να το γυρίσει στο σινεμά. Συνάντησα στη Γλασκώβη τον Αλιστερ Γκρέι, έναν φανταστικό 80χρονο, γεμάτο ενέργεια και πολυμάθεια, ο οποίος με έβγαλε αμέσως στους δρόμους της πόλης για να μου δείξει τα μέρη που τον είχαν εμπνεύσει για να γράψει. Οταν επιστρέψαμε σπίτι μου είπε ότι είχε δει τον “Κυνόδοντα”, του άρεσε, και ήθελε να μου δώσει το βιβλίο για να το μεταφέρω στη μεγάλη οθόνη. Τότε ακόμα εγώ δεν είχα κάνει καθόλου ταινίες στα αγγλικά και ήταν πολύ δύσκολο να βρεθεί η κατάλληλη παραγωγή· και το ίδιο το θέμα 12 χρόνια πριν δεν ήταν εύκολο να γίνει αποδεκτό. Μετά την “Ευνοούμενη”, που είχε κάποια επιτυχία, μπορούσα πλέον να κάνω σχεδόν οτιδήποτε, οπότε επέστρεψα στο πρότζεκτ. Είχα αρχίσει ήδη να δουλεύω το σενάριο με τον Τόνι, ενώ μίλησα αμέσως και στην Εμα Στόουν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Μπέλα. Ηταν εξαρχής μαζί μας σε όλο τον σχεδιασμό και γι’ αυτό έγινε κι εκείνη παραγωγός της ταινίας», μας λέει ο Γιώργος Λάνθιμος, σε μια μικρή γεύση της αναλυτικής συνέντευξης που θα δημοσιευθεί σύντομα στην «Κ».
Πράγματι η πρωταγωνίστριά του, ολοφάνερα αφοσιωμένη στο πρότζεκτ, παραδίδει εδώ μια θαρραλέα ερμηνεία, ενσαρκώνοντας ένα διαφορετικό, πλήρως απελευθερωμένο γυναικείο ιδεώδες. Η χειραφέτηση της Μπέλα, πρώτα από όλα σεξουαλική, έρχεται να αμφισβητήσει στερεότυπα όχι μόνο της εποχής της αλλά και σημερινά. Από την άλλη, εδώ δεν πρόκειται τόσο για μανιφέστο, όπως συμβαίνει με άλλα σύγχρονα φιλμ παρόμοιου θέματος, αλλά περισσότερο για εναλλακτική πραγματικότητα την οποία ενισχύουν τα παραμυθένια σκηνικά, οι δραματικές αντιθέσεις των χρωμάτων και η γενικότερη υπερρεαλιστική προσέγγιση του Λάνθιμου. Ούτως ή άλλως, η αισθητική της ταινίας αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο, με ασπρόμαυρα και έγχρωμα κομμάτια, τα γνωστά ευρυγώνια πλάνα και τα ειδικά εφέ, τα οποία «πειράζουν» την όψη των πόλεων που επισκέπτεται η ηρωίδα. Αυτό είναι σε αδρές γραμμές το «Poor Things»: όχι ακριβώς ένα έργο προορισμένο να συγκλονίσει τον θεατή, αλλά μια υπέροχη κινηματογραφική κατασκευή –ίσως η κορυφαία του δημιουργού της– ικανή να προβληματίσει και να ψυχαγωγήσει εξίσου εκείνον που θα βρεθεί ενώπιόν της.
Περισσότερο συγκινητικό αλλά πολύ λιγότερο πρωτότυπο ήταν το «The Promised Land», του Δανού Νικολάι Αρσέλ, το οποίο είδαμε επίσης χθες. Ο σπουδαίος Μαντς Μίκελσεν πρωταγωνιστεί εκεί στον ρόλο ενός πιονέρου του 18ου αιώνα, ο οποίος έχει βάλει σκοπό να δημιουργήσει καλλιεργήσιμη γη στις ερημιές της χώρας του. Ο Αρσέλ παρουσιάζει ένα σκληρό φιλμ για μια εξίσου σκληρή εποχή, αλλά και για την τεράστια θέληση του ανθρώπου να πάει κόντρα σε φυσικές και τεχνητές δυσκολίες προκειμένου να πετύχει τον στόχο του.