ΚΥΠΕ
Η εικόνα του ένθρονου Χριστού από το μοναστήρι του Αντιφωνητή στην κατεχόμενη Καλογραία της Κερύνειας, παραδόθηκε σήμερα, μετά από προσπάθειες 24 χρόνων, από τον Υπουργό Μεταφορών, Γιάννη Καρούσο, και τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, Μαρία Ιερωνυμίδου, στην Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Η εικόνα, που θεωρείται «δίδυμη» της εικόνας της ένθρονης βρεφοκρατούσας Παναγίας, ανάγεται στα τέλη του 15ου με αρχές του 16ου αιώνα μ.Χ.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με τον Κύπρου Χρυσόστομο, ο Υπ. Μεταφορών είπε ότι ήταν τιμή του να παραδώσει στον Αρχιεπίσκοπο ακόμα μία κλεμμένη εικόνα που έχει επαναπατριστεί με επιτυχία. «Οι καλές σχέσεις φέρνουν αποτέλεσμα», είπε ο Αρχιεπίσκοπος, κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον κ. Καρούσο και την κ. Ιερωνυμίδου.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνάντηση, ο Υπ. Μεταφορών είπε ότι για πάταξη της αρχαιοκαπηλίας, έχει ετοιμαστεί πρόταση για να δημιουργηθεί «ένας κλάδος, μία ομάδα, με το κατάλληλο προσωπικό, με αστυνομικούς που θα εκπαιδευθούν και το μοναδικό αντικείμενο της εργασίας τους θα είναι η καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας».
Σε ό,τι αφορά την εικόνα που σήμερα παραδόθηκε στην Αρχιεπισκοπή, ο κ. Καρούσος είπε ότι ήταν τιμή του να παραδώσει στον Αρχιεπίσκοπο ακόμα μία κλεμμένη εικόνα που έχει επαναπατριστεί με επιτυχία. Ευχαρίστησε όλους τους συντελεστές αυτής της προσπάθειας, ιδιαίτερα τη διευθύντρια και τους λειτουργούς του Τμήματος Αρχαιοτήτων, τη Νομική Υπηρεσία και την Αστυνομία Κύπρου, αλλά ιδιαίτερα τον Αρχιεπίσκοπο, «γιατί με αυτή την εξαιρετική συνεργασία που έχουμε, πετυχαίνουμε να επαναπατρίσουμε αυτές τις σημαντικές εικόνες για τον τόπο μας».
Σημείωσε ότι αυτές οι προσπάθειες δεν ανακοινώνονται και δεν δημοσιεύονται, αν και είναι συνεχείς και καθημερινές, προκειμένου να διαφυλάσσεται η επιτυχία τους. Ανέφερε ότι ο ίδιος είχε πολύ καλή ενημέρωση σχετικά με την εξέλιξη του θέματος για τον επαναπατρισμό της εικόνας του ένθρονου Χριστού και τόνισε πόσο σημαντική ήταν η τήρηση της μυστικότητας, καθώς υπήρχε κίνδυνος να χαθεί αυτή η ευκαιρία.
«Προσπάθειά μας είναι να ενισχύσουμε κι άλλο το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ώστε να είναι ακόμα πιο αποτελεσματικό στον εντοπισμό και επαναπατρισμό των αρχαίων αντικειμένων και εικόνων που έχουν κλαπεί μετά την τουρκική εισβολή», κατέληξε ο κ. Καρούσος.
Ερωτηθείς σχετικά με τις «καλές σχέσεις», που ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος ότι έχουν δημιουργηθεί, στην προσπάθεια επαναπατρισμού αρχαιοτήτων και κειμηλίων, ο κ. Καρούσος ανέφερε ότι αυτός είναι και ένας από τους λόγους που πετυχαίνουν οι συγκεκριμένες προσπάθειες. «Οι εξαιρετικές σχέσεις που έχει δημιουργήσει ο Μακαριότατος, η Αρχιεπισκοπή, η Εκκλησία της Κύπρου έχουν δημιουργήσει εξαιρετικές σχέσεις με άλλες εκκλησίες και έχει αναφερθεί ο Μακαριότατος σε μία πρωτοβουλία που είχε αναλάβει ο Πάπας μετά από παράκληση του ιδίου, ώστε να παρέμβει και η Καθολική Εκκλησία για να επαναπατριστούν αντικείμενα, ιδίως αυτά που βρίσκονταν στο Μονακό».
Μιλώντας κατά τη συνάντησή του με τον Υπουργό και τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ο Αρχιεπίσκοπος αφηγήθηκε τις προσπάθειες που είχαν γίνει για την επιστροφή εκατοντάδων ιστορικών εκκλησιαστικών κειμηλίων που είχαν κλαπεί από τα κατεχόμενα και βρίσκονταν στο Μονακό. «Οι καλές σχέσεις φέρνουν αποτέλεσμα», κατέληξε ο Αρχιεπίσκοπος, αναφέροντας ότι κατά την εκδίκαση της υπόθεσης εκείνης, ο δικαστής αποφάνθηκε ότι 500 συνολικά τεμάχια, των οποίων η προέλευση από κατεχόμενα χωριά ήταν σαφής, θα επέστρεφαν στην Κύπρο, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση.
Η κ. Ιερωνυμίδου υπογράμμισε πόσο χρονοβόρες είναι οι προσπάθειες για τον επαναπατρισμό πολιτιστικών κειμηλίων και αρχαιολογικών θησαυρών, που κλάπηκαν μετά την τουρκική εισβολή του 1974. «Για τη συγκεκριμένη εικόνα έχουν γίνει χρονοβόροι δικαστικοί και νομικοί αγώνες», είπε, εξηγώντας ότι από το 2014 που εντατικοποιήθηκαν οι διαδικασίες, μόλις το 2020-2022 επιτεύχθηκε η επιστροφή της. «
Όπως εξήγησε η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, η «δίδυμη» εικόνα του ένθρονου Χριστού, εκείνη της ένθρονης βρεφοκρατούσας Παναγίας, είχε επιστρέψει στην Κύπρο το 1998 και από τότε αναζητείτο και η αντίστοιχη. «Εντατικοποιήθηκαν οι ενέργειες από το 2014, όταν ειδοποιήθηκε η Εκκλησία της Κύπρου (για τον εντοπισμό της σε δημοπρασία στο εξωτερικό) και με τη σειρά της ειδοποίησε την Αστυνομία. Με τη σειρά της η Αστυνομία ειδοποίησε τις ελβετικές αρχές, έγινε αμέσως κατάσχεση της εικόνας και από το 2014 η εικόνα βρισκόταν στην κατοχή της ελβετικής αστυνομίας. Στη συνέχεια έγιναν όλες οι σωστές διαδικασίες για τον επαναπατρισμό της», εξήγησε η κ. Ιερωνυμίδου σε δηλώσεις της μετά την παράδοση της εικόνας.
«Αυτός είναι ο τέταρτος μεγάλος επαναπατρισμός που γίνεται. Το 2018 είχε επαναπατριστεί το πολύ σπουδαίο ψηφιδωτό του Αποστόλου Μάρκου, από την Παναγία Κανακαριά. Μετά είχαμε τμήματα τοιχογραφιών από την Αψινθιώτισσα και άλλες εκκλησίες, τα οποία επαναπατρίστηκαν από τη Χάγη. Πέρσι έγινε ο επαναπατρισμός των βημόθυρων από την εκκλησία της Περιστερωνοπηγής και τώρα έγινε ο επαναπατρισμός του ένθρονου Χριστού, που ανάγεται στα τέλη του 15ου με αρχές του 16ου αι. μ.Χ.», κατέληξε η κ. Ιερωνυμίδου.
Πρόταση για δημιουργία ομάδας για καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας
Απαντώντας σε ερώτηση για τις ενέργειες της Κύπρου για την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας, ο Υπουργός Μεταφορών ανέφερε ότι υπάρχει ήδη πρόταση για τη δημιουργία ειδικής μονάδας καταπολέμησης της αρχαιοκαπηλίας, κάτω από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. «Με τον ίδιο τρόπο που υπάρχουν κάτω από άλλα Υπουργεία θηροφύλακες ή επόπτες, η πρόταση είναι να δημιουργηθεί ένας κλάδος, μία ομάδα, με το κατάλληλο προσωπικό, με αστυνομικούς που θα εκπαιδευθούν και το μοναδικό αντικείμενο της εργασίας τους θα είναι η καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας», εξήγησε.
Ο κ. Καρούσος πρόσθεσε ότι η πρόταση έχει ήδη ετοιμαστεί και εκκρεμεί να συζητηθεί με τον Υπ. Οικονομικών η δημιουργία των θέσεων. Τόνισε ότι οι θέσεις αυτές επιβάλλεται να δημιουργηθούν, ιδιαίτερα τώρα, με τη δημιουργία του Υφυπουργείου Πολιτισμού, στο οποίο θα υπάγεται το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ώστε όλο το 24ωρο να μπορεί να ασχοληθεί, να κάνει έρευνες, συλλήψεις και να καταχωρήσει υποθέσεις στο δικαστήριο.
Από πλευράς της η κ. Ιερωνυμίδου σχολίασε το φαινόμενο της αρχαιοκαπηλίας, κάνοντας λόγο για «οργανωμένο έγκλημα», που πλήττει σημαντικά και τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου. Όπως είπε, με σκοπό την πάταξή της γίνεται αυτή τη στιγμή και επικαιροποίηση του περί αρχαιοτήτων νόμου, ώστε να αντιμετωπιστεί «η γάγγραινα», όπως είπε, αναφερόμενη στη χρήση ανιχνευτών μετάλλων. «Όντως γίνεται μεγάλη χρήση αυτών των οργάνων και έχουμε πρόβλημα και στο ελεύθερο τμήμα της Κύπρου. Είναι συντονισμένες οι προσπάθειές μας, είναι δύσκολο έργο, έχουμε δρόμο πολύ μπροστά μας, αλλά πιστεύω ότι θα δούμε και τα αποτελέσματα σιγά – σιγά», κατέληξε.