Του Απόστολου Κουρουπάκη
«Ο παππούς μου είναι… από την Κυθρέα»
κείμενο: Χρυσόθεμη Παπακωνσταντίνου
εικονογράφηση: Χριστίνα Καρεκλά
εκδ. Δήμος Κυθρέας
Της γιαγιάς και του παππού τα παραμύθια κι οι ιστορίες είναι από τις πιο γλυκές αναμνήσεις που μπορεί να έχει ένα παιδί, ιστορίες που πολλές φορές δεν ξέρεις τι είναι αλήθεια και τι όχι, τι λέγεται προς τέρψιν του ακροατή και τι λέγεται προς παραμυθία του ίδιου του αφηγητή. Σε ό,τι αφορά την ειδική περίπτωση των κατεχόμενων χωριών και πόλεων τα πράγματα μοιάζουν να είναι λίγο διαφορετικά, το ίδιο το παραμύθι γίνεται η παραμυθία των παλαιότερων, όσων έζησαν τα παιδικά τους χρόνια στις σημερινές κατεχόμενες περιοχές.
Τον παραπάνω διττό ρόλο παίζει και το βιβλίο που εξέδωσε ο Δήμος Κυθρέας πριν από λίγους μήνες με τίτλο «Ο παππούς μου είναι… από την Κυθρέα», σε κείμενο της Χρυσόθεμης Παπακωνσταντίνου και εικονογράφηση της Χριστίνας Καρεκλά. Στο βιβλίο, μεγάλου σχήματος, η συγγραφέας περιγράφει όλα όσα θυμάται ο παππούς από τη ζωή του στην καταπράσινη Κυθρέα, με τον περίφημο Κεφαλόβρυσο. Ποιες ήταν οι συνήθειες εκείνου και των συγχωριανών του, σε κάθε εποχή του χρόνου, ποιες ήταν οι ασχολίες της γιαγιάς και των άλλων γυναικών της Κυθρέας, ασχολίες και συνήθειες που πόρρω απέχουν από τις σημερινές, και οι οποίες φαντάζουν ξένες και αδιανόητες στις σημερινές γενιές... Αυτή η αλλοτινή καθημερινότητα περιγράφεται με απλό τρόπο στα κείμενα της Παπακωνσταντίνου και εμπλουτίζεται από την πολύ ενδιαφέρουσα εικονογράφηση της Καρεκλά. Η πρώτη εικόνα είναι ενδεικτική της λογικής αυτού του παιδικού βιβλίου, δείχνοντας πώς η εγγονή Αριάδνη παρακινεί τον παππού της να ξεκλειδώσει τη μνήμη του, και να γυρίσει τον χρόνο πίσω, ώστε να μπορέσει να μάθει και εκείνη ποια ήταν η ζωή του παππού και της γιαγιάς πριν από τον Αύγουστο του 1974, αλλά και πώς βίωσε τον ξεριζωμό και την απώλεια της αγαπημένης γης του, της Κυθρέας.
Η Κυθρέα, κεφαλοχώρι της πεδιάδας της Μεσαρκάς, της Μεσαορίας, που σήμερα πολλοί νέοι βλέπουν από τα ψηλώματα της Αγλαντζιάς, ή από άλλα σημεία της Λευκωσίας... Πλούσια κωμόπολη η Κυθρέα, ευλογία τα νερά της, που εκτός από τον αρδευτικό τους σκοπό, ήταν και πηγή ψυχαγωγίας και ψαρέματος. Το δε εύφορο χώμα της έδινε στους Κυθρεώτες πάσης φύσης γεωργικά προϊόντα, ελιές και σιτηρά, λαχανικά και άλλα κηπευτικά. Η γη είχε για όλους, αρκεί να ήξερες να της μιλήσεις... ο παππούς μόλις δέκα χρονών όταν έγινε το κακό... παιδί τότε, παππούς σήμερα και αυτό που περιμένει είναι η επιστροφή... Οι διηγήσεις του παππού και οι ερωτήσεις της Αριάδνης φτάνουν ως τον Ιούλιο του 1974, τότε που ο παππούς έφυγε άρον-άρον από τον γενέθλιο τόπο, χωρίς να έχει πάρει τίποτε μαζί του, τίποτε που να τον συνδέει με το αθώο παρελθόν του... Αλλά όλα είναι καταγεγραμμένα βαθιά στη μνήμη του, και αυτό που πολλές φορές χρειάζεται είναι το κλειδί που θα την ξεκλειδώσει. Το κλειδί αυτό υπάρχει παντού στην εικονογράφηση της Καρεκλά, η οποία χρησιμοποιεί ζωηρά χρώματα, με κυρίαρχα το μπλε και τις αποχρώσεις του, το πράσινο και το κόκκινο με τις παραλλαγές τους... Νερό, ελαιώνες, φλόγες και φυσικά το γκρίζο, το οποίο φέρνει στο μυαλό τις σκοτεινές ημέρες του καλοκαιριού του 1974.
Στόχος του βιβλίου, όπως λένε οι συντελεστές, είναι η γνωριμία των παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας, με τον γενέθλιο τόπο του παππού και της γιαγιάς, και συνειδητοποίηση ότι και η δική τους απώτερη καταγωγή είναι από κάποιο χωριό ή κωμόπολη, από την Κυθρέα. Η επίγνωση της καταγωγής και η γνωριμία με τον τόπο είναι ένας τρόπος να μην ξεχάσουμε και να ελπίζουμε.