Ηλίας Μαγκλίνης
Κάθε φορά που κυκλοφορεί βιβλίο του Μπέρναρντ Μάλαμουντ (1914-1986) στα ελληνικά, ο κύριος Γκρι γιορτάζει. Απίθανος Αμερικανοεβραίος, επισκιάστηκε από τον μεγαλύτερό του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ (1902-1991), από τον συνομήλικό του Σολ Μπέλοου (1915-2005), επισκιάστηκε και από τον νεότερό του Ροθ (1933-2018), μολονότι αρχικά τον είχε επηρεάσει.
Κάθε άνθρωπος νιώθει ότι του αξίζει κάτι παραπάνω. Αλλά γιατί συχνά δεν ξέρει πώς να το φτάσει;
Αλλά ο Μάλαμουντ αξίζει ως μυθιστοριογράφος και ως διηγηματογράφος. Ισως, μάλιστα, στα διηγήματα να είναι εκεί όπου η δεξιοτεχνία του, με αυτούς τους ύποπτα, απατηλά ήπιους τόνους του και τα υπόγεια ηλεκτρικά του ρεύματα, αναδεικνύεται.
Ο κύριος Γκρι κρατάει τον φρεσκοτυπωμένο «Βοηθό», από τις εκδόσεις Καστανιώτη, στην εμπνευσμένη μετάφραση της Κατερίνας Σχινά: μεταπολεμικό Μπρούκλιν, εβραϊκές κοινότητες, άνθρωποι εν πολλοίς καταπιεσμένοι, όχι όμως δίχως όνειρα. Ο βοηθός του Εβραίου μπακάλη, ένας Ιταλοαμερικανός που ερωτεύεται την κόρη του αφεντικού του, που μάλλον αντιπαθεί τους Εβραίους (και «βάζει χέρι» κάθε τόσο στο ταμείο), προσπαθεί και αυτός, όπως και το αφεντικό του, να ξεφύγει από μια ζωή που και οι δύο νιώθουν ότι τους στενεύει. Κάθε άνθρωπος πιστεύει, νιώθει, ότι του αξίζει κάτι παραπάνω. Αλλά γιατί συχνά δεν ξέρει πώς να το φτάσει;
Ο κύριος Γκρι θυμάται ένα αριστουργηματικό διήγημα του Μάλαμουντ με έναν συνταξιούχο που ορέγεται μια κοπέλα που ζει στην πολυκατοικία του. Περνάει κάτω από την πόρτα της ένα σημείωμα όπου, σαν κύριος παλαιάς κοπή, της εκφράζει το συναίσθημά του. Είναι μια βουβή πρόσκληση, η οποία θα γίνει αντικείμενο χλεύης.
Απλή, κοινότοπη ιστορία, ε; Και όμως, ο Μάλαμουντ τής δίνει έναν αέρα ανοιχτωσιάς: δεν τον λυπάσαι ούτε στιγμή τον ήρωά του· ντρέπεσαι λίγο για λογαριασμό του, αλλά συμπάσχεις μαζί του. Οπως και με τη κοπέλα: η νιότη και η ομορφιά της επιτάσσουν να παίξει, να γελάσει, να περιφρονήσει.
«Υπάρχει μια θλιβερή ιστορία», λέει ο κύριος Γκρι, «με την τελευταία συνάντηση του Μάλαμουντ με τον Ροθ, λίγο πριν ο πρώτος πεθάνει. Ο Μάλαμουντ διαβάζει στον Ροθ απόσπασμα από το χειρόγραφο ενός βιβλίου που δεν θα τελειώσει ποτέ. Είναι ήδη άρρωστος και το αποτέλεσμα είναι μάλλον φτωχό. Ο Ροθ δυσκολεύεται να κρύψει τη δυσφορία του. Σε μια παύση, ρωτάει αμήχανα: “Μετά; Τι γίνεται μετά;” Κι ο Μάλαμουντ, κατεβάζοντας τα μούτρα του, κλείνει το ντοσιέ λέγοντας, κοιτώντας στο κενό: “Δεν έχει σημασία τι γίνεται μετά”. »Το περιστατικό αφηγείται η σύζυγος του Ροθ, η Κλερ Μπλουμ, το αφηγείται και η κόρη του Μάλαμουντ σε μια θαυμάσια μονογραφία του πατέρα της, και ο ίδιος ο Ροθ στο “Κουβέντες του σιναφιού”. Οταν μιλάμε για το γράψιμο, είμαι αδέκαστος, λέει. Δεν με πείθει ο Ροθ», λέει ο κύριος Γκρι. «Ηταν απλώς πολύ σκληρός. Κι ο Μπέρναρντ Μάλαμουντ αξίζει νέους αναγνώστες. Γέρασε ο άνθρωπος, όχι ο συγγραφέας».