ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μάθε παιδί μου γράμματα, σπουδάματα

Συγκρότηση Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης» στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, ένα πρόγραμμα πρόκληση

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Νέο πρόγραμμα για τη συγκρότηση του Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης ξεκίνησε το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (Κ.Ε.Ε.) και πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα επιστημονική πρωτοβουλία, η οποία έρχεται να συμπληρώσει προηγούμενα σχετικά αρχειακά προγράμματα, όπως το Λαογραφικό Αρχείο, το Αρχείο Προφορικής Παράδοσης και το Αρχείο Παλαιών Πολεμιστών, τα οποία φιλοξενούν ανεκτίμητες προφορικές μαρτυρίες για την ιστορία, την κοινωνία και τη λαογραφία της Κύπρου του περασμένου αιώνα. Το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (Κ.Ε.Ε.) αποτελεί το αρχαιότερο ερευνητικό ίδρυμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο είναι αφιερωμένο στη διεξαγωγή της κυπρολογικής, επιστημονικής έρευνας. Οι εκδόσεις του Κ.Ε.Ε. αποτελούν, παραδοσιακά, σημείο αναφοράς στον τομέα των κυπρολογικών σπουδών. Στους χώρους του Κ.Ε.Ε. ο ερευνητής μπορεί να συμβουλευτεί το Λαογραφικό Αρχείο, το Αρχείο Προφορικής Παράδοσης και το Αρχείο Παλαιών Πολεμιστών.

Η εκπόνηση του ερευνητικού προγράμματος για τη συγκρότηση Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης χρονικά θα καλύπτει την περίοδο από το 1800 μέχρι και τις μέρες μας και την ερευνητική ομάδα αποτελούν ο αναπληρωτής διευθυντής του Κ.Ε.Ε., δρ Κυπριανός Δ. Λούη, ο οποίος είναι ο επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος και οι εκπαιδευτικοί-ιστορικοί δρ Αναστασία Γιάγκου και δρ Κωνσταντίνος Γεωργίου. Το Αρχείο Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης εκπονείται με την έγκριση του υπουργού Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, Πρόδρομου Προδρόμου. Το πρόγραμμα αφορά στην πρώτη φάση του τη Μέση Εκπαίδευση με σκοπό την επέκτασή του στη συνέχεια στη Δημοτική και Τεχνική βαθμίδα της Εκπαίδευσης.

Πρόγραμμα μαθημάτων Παγκυπρίου Γυμνασίου, 1893-1894. ©Αρχείο Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας

Όπως εξήγησε ο δρ Κυπριανός Λούης, οι κύριοι άξονες του προγράμματος αφορούν «στον εντοπισμό, καταγραφή, ταξινόμηση, επεξεργασία, ψηφιοποίηση και τελική διάθεση στην ερευνητική κοινότητα τόσο του αρχειακού όσο και του βιβλιογραφικού υλικού που σχετίζεται με την Ιστορία της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης κατά την περίοδο από το 1800 μέχρι και σήμερα», σημειώνοντας πως το πρόγραμμα καλύπτει μια μεγάλη σε έκταση περίοδο και αφορά ένα θέμα διαχρονικά επίκαιρο, έτσι το υλικό που αναμένεται να εντοπίσουν οι ερευνητές είναι πλουσιότατο. Το υλικό αυτό μπορεί να ταξινομηθεί σε δύο μεγάλες κατηγορίες, όπως εξηγεί ο δρ Λούης: «Στα αρχειακά τεκμήρια και στη διαθέσιμη βιβλιογραφία. Πέρα από αυτά, το πρόγραμμα στοχεύει και στη διενέργεια συνεντεύξεων με πρόσωπα που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στα εκπαιδευτικά δρώμενα της Κύπρου. Με την ολοκλήρωση του προγράμματος, όλο το υλικό θα είναι διαθέσιμο στην ερευνητική, στην ακαδημαϊκή, στην εκπαιδευτική κοινότητα, καθώς και στο ευρύ κοινό γενικότερα». Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως η πρόσβαση στο υλικό θα είναι εφικτή τόσο στους αρχειακούς χώρους του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών όσο και μέσω διαδικτυακής βάσης δεδομένων, κάτι που όπως λέει εμπίπτει και στις φιλοδοξίες της επιστημονικής ομάδας. «Τελικός στόχος είναι η διάχυση της επιστημονικής γνώσης και η διάθεση του εν λόγω υλικού στο κοινό και σε όποιον γενικά ενδιαφέρεται για την ιστορία της εκπαίδευσης».

Επιστημονική μεθοδολογία

Η ερευνητική ομάδα εντοπίζει σε πρώτο στάδιο τα αρχειακά και βιβλιογραφικά τεκμήρια, με τα πρώτα να είναι η σημαντικότερη πηγή για την ομάδα. Ως αρχειακά τεκμήρια νοούνται, όπως μου εξηγούν οι ερευνητές, οι διάφοροι τύποι εγγράφων όπως, για παράδειγμα, επιστολές, σημειώματα, κατάλογοι, πρακτικά, λογοδοσίες, ποινολόγια, φωτογραφικό υλικό και άλλα. Το υλικό αυτό εντοπίζεται αρχικά σε μεγάλες αρχειακές συλλογές. Ενδεικτικά μόνον, αναφέρονται το Αρχείο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, το Αρχείο της Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας, καθώς και τ’ αντίστοιχα Αρχεία των Εφορειών των υπολοίπων πόλεων και το Κρατικό Αρχείο. Επιπλέον υλικό εντοπίζεται σε Βιβλιοθήκες, Μουσεία, Μητροπόλεις, Πολιτιστικά Ιδρύματα και ιδιωτικές συλλογές. «Επειδή οι πηγές παραμένουν πρακτικά ανεξάντλητες θεωρήθηκε απαραίτητη η προτεραιοποίησή τους ανάλογα με τη σημασία τους σε σχέση με τους σκοπούς της συγκρότησης του Αρχείου» λέει ο δρ Λούης. Βασικό χαρακτηριστικό της συγκρότησης του Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης, όπως σημειώνει ο επιστημονικός υπεύθυνος, δρ Κυπριανός Λούης, είναι το γεγονός ότι το αρχείο θα συμπεριλάβει, πέραν των ιστορικών αρχείων και αρχειακό υλικό ενεργό, που ν’ αφορά την τρέχουσα επικαιρότητα για την εκπαιδευτική πολιτική, έρευνες για την κυπριακή εκπαίδευση, που εκπονήθηκαν από διεθνείς και τοπικούς φορείς, προτάσεις για εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και λοιπά. «Επομένως, η σύζευξη των ιστορικών με τα ενεργά αρχεία αποτελεί μια βασική καινοτομία του Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης».

Το πρόγραμμα σκοπεύει στη διάσωση και ανάδειξη του εν λόγω αρχειακού και βιβλιογραφικού υλικού μέσω του εντοπισμού, της καταγραφής και της τελικής ψηφιοποίησής του

Ιδρυτική Πράξη Παγκυπρίου Γυμνασίου/Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας, 1893. ©Αρχείο Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας

Αρχειακές προκλήσεις και ενδυνάμωση της ιστορικής μνήμης

Τέτοιου είδους μεγαλεπήβολα προγράμματα εξ ορισμού ενέχουν την πρόκληση, αλλά και την έκπληξη, και είναι σημαντικό να πούμε ότι ο ενθουσιασμός του ερευνητή που ανακαλύπτει και διασώζει ένα αρχειακό τεκμήριο είναι κάτι το μοναδικό. Κατά την εκπόνηση της έρευνας χωρίς αμφιβολία θα υπάρξουν σημαντικές προκλήσεις όπως μας λέει ο δρ Κωνσταντίνος Γεωργίου που τονίζει χαρακτηριστικά ότι «δεν νοείται ερευνητική δραστηριότητα χωρίς προκλήσεις. Στην περίπτωσή μας, τέτοιες δυσκολίες μπορεί να αφορούν τον όγκο του αρχειακού υλικού που καλούμαστε να διαχειριστούμε, την προσβασιμότητα ενός αρχείου, τον αυξημένο βαθμό δυσκολίας επεξεργασίας του υλικού στις περιπτώσεις δυσανάγνωστων χειρογράφων εγγράφων του 19ου και πρώιμου 20ού αιώνα, την καταστροφή σημαντικού αρχειακού υλικού λόγω κακής συντήρησης ή έλλειψης αρχειακής συνείδησης, καθώς και το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων για τα θέματα βιβλιογραφίας. Ωστόσο, τα προσδοκώμενα οφέλη που θα προκύψουν με την ολοκλήρωση ενός τέτοιου έργου είναι πολλαπλάσια των όποιων δυσκολιών». Η δρ Αναστασία Γιάγκου λέει σχετικά «Σκεφτείτε μόνο ότι σε αυτή την αρχική φάση του προγράμματος που βρισκόμαστε, έχουμε ήδη εντοπίσει πληροφορίες για πληθώρα θεμάτων που συντελούν στη βαθύτερη κατανόηση και ανασύνθεση της ιστορίας της εκπαίδευσης στην Κύπρο. Μπορούμε για παράδειγμα να αντλήσουμε πληροφορίες για την ίδρυση και λειτουργία ιστορικών και άλλων σχολείων στο νησί, για τους διορισμούς και τη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών, τα κριτήρια πρόσληψης, τις έμφυλες ανισότητες, τα διδακτικά εγχειρίδια, τα αναλυτικά προγράμματα, τη ζωή και τη δράση μεγάλων προσωπικοτήτων της εκπαιδευτικής, εκκλησιαστικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής του τόπου, καθώς και για τόσα άλλα θέματα». Επομένως, η συγκρότηση του Αρχείου Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης είναι αναμφίβολα ένα ερευνητικό έργο φιλόδοξο και ταυτόχρονα απολύτως απαραίτητο το οποίο πρέπει να τύχει κάθε δυνατής υποστήριξης. Το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, με την εμπειρία στη συγκρότηση και διαχείριση Αρχείων και στη διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας αποτελεί τον κατάλληλο φορέα για την εκπόνηση και φιλοξενία αυτού του σημαντικού έργου.

Αρχεία ιστορικών σχολείων

Μια άλλη σημαντική παράμετρος του προγράμματος αφορά το αρχειακό υλικό το οποίο βρίσκεται σε ιστορικά –σε πρώτη φάση– σχολεία της Μέσης Εκπαίδευσης της Κύπρου. Στα σχολεία αυτά αναμένεται να εντοπιστεί σημαντικός όγκος αρχειακού υλικού, όπως με ενθουσιασμό μού λένε οι ερευνητές. «Εδώ ο ρόλος της ερευνητικής ομάδας λαμβάνει και σωστικό χαρακτήρα, αφού τα αρχεία αυτά φυλάσσονται συνήθως σε συνθήκες μάλλον μη ευνοϊκές. Έτσι το πρόγραμμα σκοπεύει στη διάσωση και ανάδειξη του εν λόγω αρχειακού και βιβλιογραφικού υλικού μέσω του εντοπισμού, της καταγραφής και της τελικής ψηφιοποίησής του» και φυσικά για να απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση του ερευνητικού εγχειρήματος είναι η δημιουργία ενός αποτελεσματικού δικτύου συνεργασιών με τους τοπικούς αρχειακούς και ακαδημαϊκούς-ερευνητικούς φορείς καθώς και με τις ίδιες τις σχολικές μονάδες.

Σχολικό εγχειρίδιο που εκδόθηκε στην Κύπρο, 1943. ©Προσωπικό Αρχείο Χρυσόστομου Μελή

Η μεθοδολογία

Αφού γίνει ο εντοπισμός και η ταξινόμηση του υλικού, οι ερευνητές το καταγράφουν και στη συνέχεια προχωρούν στην περιγραφή του. Δημιουργούν, δηλαδή, ένα δελτίο στα πεδία του οποίου καταγράφονται κυρίως οι σχετικές με το περιεχόμενο πληροφορίες του αρχειακού τεκμηρίου. Δίνονται δηλαδή ανάμεσα σε άλλες πληροφορίες, ο τίτλος και ο τύπος του αρχειακού τεκμηρίου, ο δημιουργός, η ημερομηνία δημιουργίας του εγγράφου, η περίληψη-ανάλυση του περιεχομένου, μαζί με πιθανά άλλα σχόλια και θέματα-λέξεις κλειδιά. Με την ολοκλήρωση του ερευνητικού προγράμματος, όλα τα δελτία θα βρίσκονται σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή τόσο στους αρχειακούς χώρους του Κ.Ε.Ε. όσο και μέσω διαδικτυακής βάσης δεδομένων, έτσι ώστε η πρόσβαση στις πληροφορίες να είναι άμεση, ακόμη και εξ αποστάσεως. Η πλειοψηφία των εγγράφων είναι φυσικά στην ελληνική γλώσσα, ωστόσο αρκετά είναι στην αγγλική, ενώ εντοπίστηκαν κάποια έγγραφα στη γαλλική και ιταλική γλώσσα. Μέσα από το Αρχείο Ιστορίας της Ελληνικής Κυπριακής Εκπαίδευσης, ο ερευνητής θα είναι σε θέση να αντλήσει πληροφορίες για ένα εύρος θεμάτων μέσα από διαφορετικές οπτικές και να εκπονήσει πολυδιάσταση έρευνα. Αναμφίβολα η συγκρότηση του Αρχείου όπως και τα υπόλοιπα Αρχεία του Κ.Ε.Ε. θα συμβάλουν στη διατήρηση της συλλογικής ιστορικής μνήμης του τόπου.

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση