ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ένας ποιητάρης ανέσπασε... κοντυλοφόρον

«[...] π’ άκουσα κάποιον μήνυμαν, / της Ιταλίας κτύπημαν, για να συντάξω ποίημαν [...]»: Ποιητάρικα για τον πόλεμο του 1940

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

«Ένας ποιητάρης, μόλις εδιάβασε στις εφημερίδες την κήρυξη του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, ανέσπασε –όχι μάχαιραν– άλλα κοντυλοφόρον και άρχισε να σκαρώνει το νέο του «ποίημα». Ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα στο γράψιμο. Μα όταν έφθασε στο τυπογραφείο, βρήκε εκεί άλλους πέντε ποιητάρηδες, που το μολύβι τους έτρεχε «δρόμο εκατόν μέτρων» απάνω στο χαρτί και έτσι.. τον προλάβανε. Τα δικά τους έργα, άρχισαν κιόλας να στοιχειοθετούνται. Τότε, µε ύφος στρατηγού διέταξε τους τυπογράφους: «Σταματάτε αμέσως κάθε άλλη εργασία. Όλα τα άλλα, είναι… ανοησίες. Τυπώνετε, λοιπόν, µόνο τραγούδια, που ζητούν να φαν τους Ιταλούς σα μακαρόνια». Η παραπάνω παράγραφος που διαβάζουμε στην εφημερίδα «Εσπερινή» της 1ης Νοεμβρίου 1940, μόνο υπερβολή δεν μπορεί να είναι, αφού όντως το 1940, όπως καταγράφει ο Κωνσταντίνος Γιαγκουλλής στον δεύτερο τόμο τού χρησιμότατου πολύτομου έργο του «Corpus κυπριακών διαλεκτικών ποιητικών κειμένων» εκδ. Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, το 1940, σε διάστημα τριών μηνών, τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν 14 ποιητάρικες φυλλάδες, εκ των οποίων οι εννέα τυπώθηκαν σε τυπογραφεία της Λευκωσίας, δύο στη Λάρνακα και τρεις στη Λεμεσό. Μέχρι και το 1944 στην Κύπρο θα έχουν εκδοθεί συνολικά 28 ποιητάρικα που αφορούν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη συμμετοχή σε αυτόν της Ελλάδας και της Κύπρου. Ο Παρασκευάς Λ. Ζαχαρούλλας γράφει στο ποίημά του «Ποίημα του Ελληνοϊταλικού Πολέμου»: «[…] π’ άκουσα κάποιον μήνυμαν, / της Ιταλίας κτύπημαν, για να συντάξω ποίημαν / κι αίτια του πολέμου […]».Φυσικό είναι λοιπόν ένα κοσμοϊστορικό γεγονός να απασχολήσει έντονα τους ποιητάρηδες, οι οποίοι εξέφραζαν τον παλμό της κοινότητάς τους. Σε όλα σχεδόν τα ποιήματα μαζί με την έκφραση αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, υπάρχουν και οι αναφορές στην Αγγλία, η οποία επίσης πολεμάει τον φασισμό.

Το ποίημα «Αποχαιρετισμός τους Κύπριους στρατιώτας και η ευχή της μάνας» του εκ Πύργου Τυλληρίας Νικολάου Αριστοτέλους τελειώνει ως εξής: «Ω δοξασμένε Τσάμπερλεν, καθόλου με φοάσαι, / ελπίζομεν εις τον Θεόν, ο νικητής εννά ’σαι. / Δεν πολεμάς για λλόου σου, αμπάρκα να γεμώσεις, μα για τον κόσμο πολεμάς, να τον ελευθερώσεις. / Όλη η Κύπρος πρόθυμη, για να τον βοηθήσει, / δόξαν όλοι να κάμνομεν, μάλιστα να κερδίσει / και όλους τους Κυπραίους μας πίσω να γυρίσει. / Που μες στου Μόρφου, μάλιστα, επήασιν καμπόσοι, / έτσι, καθώς μου είπασι, περίτου που διακόσιοι […]». Ο Χαράλαμπος Άζινος γράφει στο ποίημά του «Τα αίτια του σημερινού πολέμου / Ο αγγλο - γαλλο - γερμανικός πόλεμος και η εθελοντική στρατολογία των Κυπρίων»: «Ζήτω στης Κύπρου τα παιδκιά που εκαταταχτήκαν, / σε τέθκοιαν χρήσιμην στιγμήν πρόθυμοι εφανήκαν». Το δικό τους ενδιαφέρον έχουν και τα ποιητάρικα που είναι ωσάν τραγούδια αποχαιρετισμού... όπως αυτό του Νικολάου Αριστοτέλους με τίτλο Αποχαιρετισμός τους Κύπριους στρατιώτας και η ευχή της μάνας», «Αποχαιρετισμός στρατιώτου και η ευχή της μητέρας» και «Ο εθελοντής Κύπριος» του Δημήτριου Χριστοδούλου από την Πάχνα, αλλά και τα άτιτλα του Σάββα Κλεάνθους από τον Άγιο Μάμα της Λεμεσού: στο πρώτο «[…] Με τους Κυπρίους θελοντάς τωρά θ’ αναχωρήσω / με τους αγρίους Γερμανούς πάω να πολεμήσω» και στο δεύτερο: «[…] Διότι εν’ που γράφτηκεν να πάγει εις τες μούλες / και δεν εσκέφθην παντρειάν και τες δουλειές του ούλες».

Διάθεση… άκρως δηκτική

Επίσης, οι ποιητάρηδες εκφράζουν και την κυπριώτικη ψυχή, και πολλές φορές γίνονται ιδιαίτερα δηκτικοί. Ο Χαράλαμπος Μ. Άζινος ξεκινάει το ποίημά του «Οι φοβέρες και οι πλόφες του Μουσολίνι δεν τρομάζουν την ελληνικήν καρκιάν. Μια κατάρα στον άναντρον τορπιλλιστήν της “Έλλης”» ως εξής: «Εξέβησαν στον πόλεμον πολλοί αρακατάδες, / οι Ιταλοί οι σέσηδες, οι μακαρουνοφάδες. / Νομίζουν εν τα ξέρομεν εμείς οι Κυπριώτες / πως τυραννούν τ’ αδέρκια μας, τους Δωδεκανησιώτες. […]». Ενδιαφέρον έχει και ο τίτλος του ποιήματος του Κώστα Παρπαρίνου Λεβέντη από τα Κούκλια της Πάφου «Ο Αγγλο-Γερμανο-Ιταλο-Ελληνικός Πόλεμος / Ο φοβερός κατατσακισμός των Ιταλών από τους Καλαμαράες και Άγγλους».

«[…] Εννά σε φα’ ο Καλαμαράς όπως την μαραπέλλαν, / γιατί δεν ξέρεις τι θα πει τσαρούσιν, φουστανέλλα. / Άμα να δεις τους εύζωνες και θα σταθούν ομπρός σου, / εννά φακκούν στον κώλον σου οι φτέρνες των ποδκιών σου. […]». Πιο τολμηρός ο ποιητάρης Νικόλαος Κ. Μηλιώτης από τη Μηλιά Αμμοχώστου, ο οποίος γράφει το «Γά-ζωμαν του Κολ-λάρου του Σινιόρε Μουσολίνι». Στην αρχή του ποιήματός του γράφει: «Εξύπνησεν και ζήτησεν [σ.σ. ο Μουσολίνι] που την Ελλάδα μέρη / μα του ’τρίψαν τον κό…κκαλον με καψερό πιπέρι. / Νόμισες πως είν’ Αλβανοί, σινιόρε Μουσολίνι, μα θα την φάεις… προύμυττα κι η σκέψις θα σου μείνει» και παρακάτω γίνεται ακόμη πιο τολμηρός… «Έθελα να σου γα…ζώσω τον κόλ-λαρο σου, σινιόρε, / να σου δείξω νέαν… μόδαν, να σου λένε κάτσε… νιόρε. […] Να σου μπήξει από πίσω στον κολ-λάρον την βελόνα / να ανοιχθεί η κο…μπότρυπά σου, να γίνει σαν την αλώνα».

Που μες στου Μόρφου, μάλιστα, επήασιν καμπόσοι, / έτσι, καθώς μου είπασι, περίτου που διακόσιοι […]». Στη φωτογραφία Κύπριοι εθελοντές στο λιμάνι του Πειραιά, τον Δεκέμβριο του 1940 (Αρχείο Παγκυπρίου Συνδέσμου Πολεμιστών Β' Παγκοσμίου Πολέμου).

Έρανοι και δώρα

Μάλιστα, υπήρξαν και περιπτώσεις που τα έσοδα από τις πωλήσεις των ποιημάτων αυτών οι συγγραφείς τα παραχωρούσαν υπέρ του Ελληνικού Αγώνος, όπως για παράδειγμα ο Νικόλαος Χατζηαντώνη από τα Λεύκαρα, ο οποίος στα τέλη του 1940 δημοσίευσε το «Ποίημα πολέμου». Δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για το ίδιο έργο που αναφέρει ο Κωνσταντίνος Γιαγκουλλής με τίτλο «Εθνικόν ποίημα / Ι. Μεταξά / Θαύμα Χριστού και Παναγία» που τυπώθηκε στη Λεμεσό τον Φεβρουάριο του 1941. Στον τύπο, λοιπόν, διαβάζουμε: «Ο κ. Νικόλαος, Χατζηαντώνη, εκ Λευκάρων, εισέφερε διά της “Εσπερινής” μίαν λίραν υπέρ του Ελληνικού Αγώνος, προϊόν πωλήσεως ποιημάτων του υπό τον τίτλον «Ποίημα πολέμου». Σημειωτέον, ότι ό κ. Χατζηαντώνη θα διάθεση, ολόκληρον το εισπραχθησόµενον εκ της πωλήσεως των ποιημάτων του ποσόν υπέρ του ως άνω Ιερού και πατριωτικού σκοπού».

Και ο ποιητής Αντώνης Ανεμόμυλος από την Ορμήδεια φαίνεται ότι συνεισέφερε στον Ελληνικό Αγώνα, με 1 λίρα και 6.2. κ., αφού βρίσκουμε το όνομά του στον κατάλογο εράνων υπέρ του Ελληνικού Αγώνος. Βέβαια και το ποίημά του έχει τίτλο «Δώρον εις τον Ελληνικόν Αγώνα» το οποίο τελειώνει ως εξής: «[…] Ζήτω, λοιπόν, το κράτος μας, σύμμαχοι της Ελλάδας, / ζήτω ο Κυβερνήτης μας, ζήτω ο κάθε κλάδος. / Ζήτω και η Ελλάδα μας, ζήτω και ο στρατός μας, / ζήτω ο Έλλην βασιλιάς και ο πρωθυπουργός μας / κι ο παντοδύναμος Θεός να είναι βοηθός μας. / Ζήτω κι ο Ανεμόμυλος που μέσα στην Ορμήδεια, που ξύρισεν τον μύστακα και πρόκειτουν τα φρύδια, / να δώσει έναν οβολόν, να γίνε νέα “Έλλη”, / και σήμερ’ αν ι-σκοτωθεί καθόλου με τον μέλλει».

Οι έρανοι από πολλούς φορείς ξεκίνησαν από νωρίς… διαβάζουμε στο ποίημα του Αναστασίου Γρίβα «Τον άνανδρο τορπιλλισμό της Έλλης εις την Τήνον ποίημαν το εσύνταξα και ενθύμιον τ’ αφήνω»: «Και εις την Κύπρον, μάλιστα, μόλις εμαθητεύτην, σε πολιτείες και χωριά έρανος αρκινεύτην. Πρώτον ανοίγει έρανον το Τραστ στην Λευκωσία / εν’ σωματείον άριστον μέσα στην κοινωνίαν. / Τριάντα λίρες έδωσεν αυτόν για πρώτην δόσην, / ένα καλόν παράδειγμα απήχησην ι-βρίσκει, / κανένας ασυγκίνητος αμέσως δεν μεινίσκει. / Τούρκοι και Έλληνες μαζί της Κύπρου αδελφωμένοι / μιαν προθυμίαν έδειξαν όλοι τους ενωμένοι […].». Το Σωματείο «Τραστ» όπως ανακοινώνεται στον Τύπο της εποχής, μία ημέρα μετά την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο αποφασίζει να διαθέσει ολόκληρη την περιουσία του στον ελληνικό αγώνα: «Το Σωματείον “Τραστ” απεφάσισεν χθες όπως διαθέση ολόκληρον την περιουσίαν του, εξ 80 λιρών, προς ενίσχυσιν του ιερού αγώνος της Ελλάδος».

Ο Παρπαρίνος κάνει επίσης ιδιαίτερη αναφορά στους εράνους γράφοντας χαρακτηριστικά για την εθνική επιτροπή της Πάφου: «[…] Η εθνική επιτροπή χρόνια πολλά να ζήσει, / παρακαλώ τον Πλάστην μας, ίσως την βοηθήσει, / να δει τζείνον που πεθυμά τζι έτσι να ξεψυχήσει. Χρόνια πολλά παρακαλώ να ζήσει ο Δεσπότης, κάμνει μεγάλες συνδρομές, εν’ βέρος πατριώτης. Εύγε στον Γαλατόπουλον, Λοΐζον και Μαρκίδη, και σ’ όλην την επιτροπήν, της Πάφου το στολίδι. […]». Ο Πάφιος δικηγόρος Χρ. Γαλατόπουλος είχε στείλει στον Έλληνα πρόξενο το τεράστιο για την εποχή ποσό ως πρώτο βοήθημα των τριάντα λιρών.

Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή του λαϊκού συγγραφέα Σώζου Σ. Πατή από τον Αστρομερίτη, ο οποίος έχοντας τη βασική μόνο εκπαίδευση, με έμπνευση τον τορπιλισμό της «Έλλης» γράφει το τρίπρακτο «Χαραυγή της Ελληνικής Δόξης (Δράμα της Τήνου)», το οποίο έγραψε το 1944 και τυπώθηκε το 1945.

Η Τήνος ως έμπνευση

Μαζί με τα ποιητάρικα, που όπως είδαμε ήταν πάρα πολλά για το πόλεμο του ’40, γράφτηκαν και σχετικά θεατρικά έργα, τα οποία ανέβηκαν σε παραστάσεις σε διάφορα χωριά. Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή του λαϊκού συγγραφέα Σώζου Σ. Πατή από τον Αστρομερίτη, ο οποίος έχοντας τη βασική μόνο εκπαίδευση, με έμπνευση τον τορπιλισμό της «Έλλης» γράφει το 1944 το πατριωτικό τρίπρακτο «Χαραυγή της Ελληνικής Δόξης (Δράμα της Τήνου)». Όπως ο ίδιος ο συγγραφέας σημειώνει: «Είναι θεατρικόν έργον εμπνευσμένον από τον πόλεμο του 1940 και από το τότε πλώιμον εύδρομον Έλλη που βύθισαν οι Ιταλοί στην Τήνο» και τυπώθηκε το 1945. Η υπόθεση αφορά την περιπέτεια δύο φίλων οι οποίοι ταξίδευαν με το «Έλλη» χάριν προσκυνηματικού ταξιδιού στην Τήνο, όταν το πολεμικό πλοίο τορπιλίστηκε. Το θεατρικό του Πατή έχει οκτώ πρόσωπα, συν τα παιδιά που όπως λέει ο συγγραφέας θα ψάλλουν το «Υπερμάχω». Για πρώτη φορά παραστάθηκε από ερασιτέχνες του Θ.Ο.Ι. Αστρομερίτη «Αγ. Αυξίβιος» στις 3 Δεκεμβρίου 1944, με τις εισπράξεις να διατίθενται υπέρ τριών ορφανών. Το έργο επαναλήφθηκε από τον Θ.Ο.Ι. Ληνούς-Φλάσους στις 17 Ιουνίου 1945. Ο Θ.Ο.Ι. Πεδουλά ανέβασε το έργο στο πλαίσιο των εορτασμών της 25ης Μαρτίου στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού, επαναλαμβάνοντας την παράσταση στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, όταν το έργο ανέβηκε από ερασιτέχνες του Πεδουλά, στην πλατεία Αριστοτέλη. Το έργο ανέβασε και η Λέσχη Κ.Ε.Κ. «Α.Μ.Ο.Π.» (Παλλουριώτισσας) στα τέλη Σεπτεμβρίου 1945, δίνοντας μάλιστα και διπλή παράσταση στο οίκημα του Παρθεναγωγείου. Μία ακόμη παράσταση δόθηκε στην Κοκκινοτριμιθιά στις 24 Μαρτίου 1946, από ερασιτέχνες μέλη της Αγροτικής Τοπικής Ένωσης «Δήμητρα» σε αίθουσα του σχολείου της κοινότητας.

* Ευχαριστώ την οικογένεια του Σώτου Σ. Πατή για την παραχώρηση του χειρογράφου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X