Του Αθανάσιου Έλλις
Στο λυκόφως της δεκαετούς θητείας του στην προεδρία της Κύπρου ο Νίκος Αναστασιάδης σε συνέντευξή του στην «Κ» κάνει μια συνολική αποτίμηση της πορείας του, μιλάει για τη συνεργασία του με τρεις Έλληνες πρωθυπουργούς, τη διαχείριση τριών μεγάλων κρίσεων, της οικονομικής του 2013 με το κούρεμα των καταθέσεων, της πανδημίας, και τώρα του πολέμου στην Ουκρανία, επισημάνει τη μετακίνηση της χώρας προς έναν ξεκάθαρα ευρωατλαντικό προσανατολισμό, ενώ αναφερόμενος στη διάσκεψη του Κραν Μοντανά δηλώνει πως το φέρει βαρέως που δεν επιτεύχθηκε λύση, παρότι «είχαμε φθάσει τόσο κοντά», χαρακτηρίζει τον τότε Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί «θαρραλέο» και επιρρίπτει αποκλειστικά στην Τουρκία την ευθύνη για την αποτυχία. Σε μια εκτενή συζήτηση στο γραφείο του στο Προεδρικό Μέγαρο της Λευκωσίας, ο κ. Αναστασιάδης αναγνωρίζει σφάλματα με το θέμα των διαβατηρίων, εκφράζει την ελπίδα να υπάρξει μια νέα προσπάθεια στο Κυπριακό, και εξαίρει την προσωπικότητα και τις ικανότητες του νέου προέδρου, Νίκου Χριστοδουλίδη, ο οποίος υπήρξε στενός του συνεργάτης.
–Να ξεκινήσουμε την αποτίμηση της δεκαετούς θητείας σας με μια ερώτηση σε ό,τι αφορά τους πρώην προέδρους, κυρίους Βασιλείου, Κληρίδη, Παπαδόπουλο, Χριστόφια. Σας θυμάμαι στη Νέα Υόρκη, στη διάρκεια διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, ως μέλος της ομάδας των πολιτικών αρχηγών, με διαφορετικούς προέδρους. Να θυμηθούμε λίγο τη συνεργασία και να μας κάνετε μια μικρή αποτίμηση του καθενός εξ αυτών.
–Η ιστορία είναι που θα κρίνει βεβαίως τον καθένα. Δεν υπάρχει πρόεδρος που δεν έχει αφήσει θετικό αποτύπωμα. Και δεν υπάρχει βεβαίως κανένας από εμάς που δεν διέπραξε και λάθη. Από δικής μου πλευράς, η συνεργασία με τους εκάστοτε προέδρους –ιδιαίτερα όταν ανέλαβα ως πρόεδρος του κόμματος για 16 χρόνια– και η συνεργασία όσον αφορά τη διαχείριση του κυπριακού προβλήματος ήταν θετική και βοηθητική, όπως πολλές φορές και επικριτική. Όμως τούτο είναι στους ρόλους που ο καθένας καλείται να διαδραματίσει και η εκτίμηση που έχει κατά πόσον ορθώς ή εσφαλμένα ο Πρόεδρος χειρίζεται, ιδιαίτερα το εθνικό θέμα. Στα υπόλοιπα το αποτύπωμα είναι προς τη θετική πλευρά όλων των προέδρων. Επαναλαμβάνω με τα ενδεχόμενα λάθη είτε που διέπραξαν οι ίδιοι είτε συνεργάτες τους και τα χρεώνεται πάντοτε βεβαίως ο Πρόεδρος
–Πώς σχολιάζετε τη συνεργασία σας με τους πρωθυπουργούς Σαμαρά, Τσίπρα και Μητσοτάκη;
–Η συνεργασία με όλους τους Έλληνες πρωθυπουργούς ήταν άψογη. Αλλά δεν μπορώ να μη μνημονεύσω τον Αντώνη Σαμαρά, γιατί με εκείνον ξεκινήσαμε τις τριμερείς περιφερειακές συνεργασίες με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Ιορδανία, τον Αραβικό Κόλπο. Με τον Αλέξη Τσίπρα θέσαμε τις βάσεις για το MED7 αρχικά, δηλαδή τα 7 μεσογειακά κράτη, και μετά έγινε MED9. Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη άψογη επίσης η συνεργασία, απόλυτη συμπαράσταση της Ελλάδος εκεί και όπου χρειάστηκε να υποστηριχθεί η Κύπρος. Μια διαχρονική στάση, από την εποχή της πτώσης της χούντας, της μεταπολίτευσης, οι σχέσεις των εκάστοτε κυπριακών κυβερνήσεων με τις ελληνικές δεν διακρίνονταν από τις διαφορές προ της χούντας μεταξύ Μακαρίου και των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων. Υπήρχε μια συνετή, συνεπής και διαρκής στήριξη του Κυπριακού. Σαν αποτέλεσμα αυτής της άψογης συνεργασίας ήταν και επί κυβερνήσεως Σημίτη η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
–Το 2013 είχαμε την κρίση και το κούρεμα.
–Αυτό ήταν από τα πιο δύσκολα. Δεκαπέντε μέρες μετά την εκλογή μου να βρεθώ στο Eurogroup για να συζητηθεί το θέμα της υπογραφής του μνημονίου, το οποίο ήταν έτοιμο από τον Νοέμβριο, τρεις μήνες προ της εκλογής μου και το οποίο όμως ο προκάτοχός μου θεώρησε καλύτερο να μεταφέρει στην επόμενη διακυβέρνηση. Ήταν τότε που η Κύπρος είχε υποστεί 22 υποβαθμίσεις. Ήταν στην κατηγορία, από πλευράς επενδυτικής, των σκουπιδιών. Τα ρευστά διαθέσιμα αρκούσαν για τους μισθούς ενός μηνός των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν υπήρχε ουδείς να μας δανείσει έστω και ένα σεντ. Οι εμπειρίες ήταν οδυνηρές, αλλά χρειάζονταν γενναίες αποφάσεις.
Είχαμε χημεία με Ακιντζί
–Μοντ Πελεράν και Κραν Μοντανά. Κάναμε και εμείς λάθη;
–Με τον Μουσταφά Ακιντζί είχαμε μια εξαίρετη συνεργασία, εξαίρετη φιλία, αλλά ιδιαίτερα μια χημεία, η οποία οφειλόταν στην επιθυμία και των δύο να δώσουμε μια λύση που να μπορούν να την αποδεχτούν και οι δύο κοινότητες. Εργαστήκαμε σκληρά και εντατικά και από το 2015 που ανέλαβε ο κ. Ακιντζί οδηγηθήκαμε το 2017 στο Κραν Μοντανά με σωρεία συγκλίσεων, συμφωνιών σε κύρια θέματα. Για πρώτη φορά ετίθετο το θέμα της ασφάλειας και της αποχώρησης των στρατευμάτων, που ήταν τα σημαντικότερα που ανησυχούσαν την ελληνοκυπριακή κοινότητα.
–Επιγραμματικά, πού ανήκει η ευθύνη;
–Ανήκει αποκλειστικά στην Τουρκία και όχι στους δύο ηγέτες της Κύπρου. Φτάσαμε στο σημείο να συζητούμε για τον εθνικό ύμνο, για τη σημαία. Είχαμε προχωρήσει σημαντικά και μπαίναμε στις λεπτομέρειες. Η αποτυχία οφείλεται αποκλειστικά στην αδιαλλαξία της Τουρκίας, της οποίας στρατηγικός στόχος ήταν πάντοτε, είτε από το 1956, είτε από τα γεγονότα του 1963, είτε από το 1983, όταν ανακήρυξαν το ψευδοκράτος –η πρώτη απόπειρα ήταν τότε, δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Απλώς αξιοποίησαν το αδιέξοδο και δυστυχώς εδώ θα πρέπει να το πω ένα παράπονο που έχω από τον γενικό γραμματέα: Την επομένη θα έπρεπε να συμμετάσχει στους G20 που συνέρχονταν στο Αμβούργο, αν δεν απατώμαι, και ήταν προγραμματισμένο. Συνεπώς, αφιέρωσε ελάχιστες ώρες για ένα πρόβλημα μισού αιώνα. Θα μπορούσε, αντί να τερματίσει εκείνο το βράδυ τον διάλογο, να τον αναβάλει. Γινόταν η σκέψη, αν καταλήγαμε και κλείναμε το θέμα των εγγυήσεων για τα θέματα των στρατευμάτων, να συνέλθουν οι πρωθυπουργοί των τριών εγγυητριών δυνάμεων συν οι δύο κοινότητες για να αποφασίσουν. Με λυπεί ειλικρινά και είναι ένα από τα βάρη που φέρω, το ότι ήμασταν τόσο κοντά στην εξεύρεση της λύσης.
–Ο επόμενος πρόεδρος έχει ελπίδες να είναι μέρος μιας πιο προχωρημένης διαδικασίας; Υπάρχει η δυνατότητα με την ηγεσία που υπάρχει σήμερα;
–Δεν έχω αμφιβολία όσον αφορά τις προθέσεις του Προέδρου. Εκείνο που έχω αμφιβολία είναι αν επιτέλους η Τουρκία συνειδητοποιήσει το πόσα πολλά οφέλη θα προκύψουν σε σχέση με το εάν θα έχει ένα τουρκοκυπριακό ελεγχόμενο κρατίδιο, είτε όσον αφορά τις ευρωπαϊκές σχέσεις, τις ευρωτουρκικές σχέσεις, είτε όσον αφορά την ειρήνη στην περιοχή, την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων χωρίς προβλήματα.
–Πόσο ρόλο παίζει η απουσία ενός Ακιντζί στην άλλη πλευρά; Είναι η Τουρκία ο κύριος παράγοντας;
–Θα σας πω μόνο ένα περιστατικό και δεν είναι νέο. Τον Γενάρη στη Γενεύη είχαμε συμφωνήσει ότι θα κατατίθεντο χάρτες, επί εδαφικού και είναι η πρώτη φορά που θα κατέθετε η τουρκική πλευρά, η τουρκοκυπριακή κοινότητα τον χάρτη. Η διαφορά μας περιοριζόταν στο μισό τοις εκατό. Εγώ επέμενα στο να περιοριστεί στο 27. Εκείνος ήθελε 28. Κατετέθησαν. Ο Ερντογάν εξοργίστηκε. Δυστυχώς ρυθμιστής με παρεμβάσεις επί το αρνητικό ήταν πάντοτε η Τουρκία. Οι Τουρκοκύπριοι λόγω της οικονομικής της εξάρτησης από τους εποίκους, της παρουσίας του τουρκικού στρατού, ήταν πάντοτε υπό καταπίεση. Ο κ. Ακιντζί ήταν ένας θαρραλέος Τουρκοκύπριος, ο οποίος τολμούσε, αλλά δυστυχώς δεν είχε τη δύναμη να επιβάλει αυτά που συμφωνούνταν.
–Και φτάνουμε στο σήμερα, στις πρόσφατες εκλογές. Και οι τρεις υποψήφιοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ήταν συνεργάτες σας.
–Όντως ο κ. Μαυρογιάννης για εννιά χρόνια ήταν ο διαπραγματευτής μου για το Κυπριακό. Είχαμε μια άριστη συνεργασία. Είναι άνθρωπος που τον διακρίνει ήθος και γνώση. Ένας καθ’ όλα ικανός διπλωμάτης. Ο κ. Χριστοδουλίδης υπήρξε διευθυντής του διπλωματικού μου γραφείου, κυβερνητικός εκπρόσωπος, αργότερα για τέσσερα χρόνια υπουργός των Εξωτερικών. Και βεβαίως ο πρόεδρος της παράταξής μου, ο φίλτατος Αβέρωφ Νεοφύτου. Κάποια στιγμή το είπα ότι ήταν και οι τρεις εκλεκτοί συνεργάτες μου, και παρεξηγήθηκα. Αλλά δεν μπορεί να αρνηθείς συνεργάτες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δήλωσα σαφέστατα και ενεργώς τη στήριξή μου στον πρόεδρο της παράταξης. Όμως, σήμερα εξελέγη ο κ. Χριστοδουλίδης. Τον γνωρίζω πάρα πολύ καλά. Ξέρω πόσες ικανότητες έχει, πόσο εργασιομανής είναι.
–Είχαμε τον σεισμό στην Τουρκία. Μπορεί να υπάρξει μια προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας; Μπορεί να αλλάξει κάτι λόγω της ανθρώπινης διάστασης;
–Η ανθρώπινη διάσταση είναι εκείνη που ενδεχομένως να αλλοιώνει τα εχθρικά αισθήματα που δημιουργούσε ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν, ο οποίος λέγοντας ότι αμφισβητούν την κυριαρχία μας δημιουργούσε και ένα αίσθημα στον λαό ότι απέναντί μας έχουμε εχθρούς. Ο σεισμός έχει συμβάλει στο να ανατραπεί αυτό. Τώρα, πέραν τούτου, θα ήταν παρακινδυνευμένο να πει κανείς ότι αλλάζουν οι στόχοι. Εκτός εάν μετά τις εκλογές αναθεωρήσει επιτέλους αυτόν το μεγαλοϊδεατισμό, το να θέλει συνεχώς να εξοπλίζεται, το να θέλει συνεχώς να είναι υπερδύναμη.
–Και για το Κυπριακό;
–Ισχύει και για το Κυπριακό. Εάν υπάρξει μια επαναπροσέγγιση και διάλογος με την Ελλάδα, σίγουρα δεν μπορεί να μείνει εκτός το Κυπριακό. Και θεωρώ ότι από την ώρα που θεωρείται ότι το Κυπριακό είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, υπάρχουν θέματα που άπτονται των ευρωτουρκικών σχέσεων, όπως είναι η τελωνειακή ένωση, η αναθεώρηση, η φιλελευθεροποίηση, οι θεωρήσεις βίζας και ούτω καθεξής που αφορούν την Τουρκία, αφορούν τους επιχειρηματίες της Τουρκίας και πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξει το όλο σκηνικό. Όμως αυτό είναι η ελπίδα, η προσδοκία. Ας ελπίσουμε ότι θα πραγματοποιηθεί αυτή η προσδοκία.
Κάποιοι στην Κύπρο εκμεταλλεύτηκαν για ίδιον όφελος τις πολιτογραφήσεις
–Ακολούθησαν μετά και οι κατηγορίες για διαφθορά ή απληστία σε σχέση με τα διαβατήρια.
–Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίσαμε την κρίση. Πήραμε αμέσως μέτρα, προσαρμοστήκαμε με βάση τις υποχρεώσεις που αναλαμβάναμε με το μνημόνιο. Επιβάλαμε μια δημοσιονομική πειθαρχία. Και κατορθώσαμε το 2016 από τη μία να απαλλαγούμε από την αυστηρή εποπτεία του μνημονίου, να παρουσιάσουμε ρυθμούς ανάπτυξης, να έχουμε μειώσει κάθετα την ανεργία, ενώ την ίδια ώρα άρχισαν οι αναβαθμίσεις για να φτάσουμε στην επενδυτική βαθμίδα το 2017 ή 2018. Μεταξύ των μέτρων που υιοθετήσαμε ήταν και η συνέχιση του επενδυτικού προγράμματος που έδινε κίνητρα σε ξένους επενδυτές είτε να επενδύσουν είτε να αγοράσουν ακίνητα. Αυτό το πρόγραμμα υιοθετήθηκε το 2007, επί του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου. Το 2011, όχι μόνο επιβεβαιώθηκε από τον αείμνηστο Χριστόφια, αλλά και διαφοροποιήθηκαν τα κριτήρια ώστε να γίνει πιο ελκυστική η προσέλκυση. Όταν αναλάβαμε και μελετήσαμε το πρόγραμμα και είδαμε ότι δεν υπήρχε τόση ενθάρρυνση, μειώσαμε τα ποσά των επενδύσεων. Με αποτέλεσμα να υπάρξει μια μαζική ροή επενδυτών, μεταξύ των οποίων βεβαίως και κάποιοι απατεώνες, κάποιοι οι οποίοι στην Κύπρο εκμεταλλεύτηκαν προς ίδιον όφελος παραβιάζοντας τον νόμο. Το εποπτικό σύστημα δεν ήταν –και εδώ είναι το σφάλμα– όσο αυστηρό θα έπρεπε, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή, λόγω του μεγάλου αριθμού των πολιτογραφήσεων, να κριθεί ότι η Κύπρος πωλούσε διαβατήρια και ότι επηρεαζόταν τάχα η Ε.Ε. από τον μεγάλο αριθμό διαβατηρίων. Να σημειώσω ότι από τις 180.000 πολιτογραφήσεις ετησίως στην Ευρώπη, καθ’ όλη τη διάρκεια εφαρμογής του προγράμματος, δηλαδή από το 2014 περίπου μέχρι και το 2020 που καταργήθηκε, όλοι εκείνοι που πολιτογραφήθηκαν ήταν 7.200. Σαν αποτέλεσμα της υλοποίησης του προγράμματος, το συνάλλαγμα που είχε εισρεύσει στη χώρα ξεπέρασε τα 7,5 δισ. Ωφελήθηκε ευρύτερα η οικονομία του τόπου. Πάντως, αυτό ήταν ένα από τα τρωτά της διακυβέρνησης και οφείλω να το πω. Θα έπρεπε να είμαστε αυστηρότεροι στους ελέγχους.
–Η διαχείριση της πανδημίας;
–Η δεύτερη μεγάλη κρίση που κλήθηκε η διακυβέρνηση ν’ αναλάβει. Θεωρούμαστε ένα από τα πλέον επιτυχημένα κράτη στη διαχείριση της πανδημίας, δεύτερη σε αριθμούς θανάτων, με μια εμβολιαστική κάλυψη του 80%, με μέτρα τα οποία ελήφθησαν έγκαιρα όχι μόνο υγειονομικά αλλά και οικονομικά. Σαν αποτέλεσμα της ευρωστίας πλέον που παρουσίαζε το κράτος, σταθήκαμε στο πλευρό των εργαζομένων, των επιχειρήσεων, κατά τρόπο που αντί να παρουσιάζεται μείωση των εισοδημάτων, παρατηρείτο αύξηση των καταθέσεων.
–Ο πόλεμος στην Ουκρανία. Έχει μια ιδιαιτερότητα για την Κύπρο και λόγω της Ρωσίας.
–Ακριβώς. Καλύψαμε και αυτό το πρόβλημα και το αντιμετωπίσαμε με ευελιξία και ευρηματικότητα. Όπως πολύ ορθά επισημάνατε, η Κύπρος στηριζόταν μέχρι το 2013-2014, κατά κύριο λόγο στα κεφάλαια από τη Ρωσία. Σιγά σιγά και σταδιακά με την απομείωση, μετά τους αυστηρούς περιορισμούς, τους ελέγχους κλπ. φτάσαμε σήμερα η εξάρτηση ή οι καταθέσεις να περιορίζονται στο 3,5%. Το 20% του τουριστικού ρεύματος προερχόταν από τη Ρωσία. Η ανεργία πλέον είναι σχεδόν στο 6,5% από το 17% που παραλάβαμε το 2013. Η Κύπρος σταδιακά άρχισε να μετατρέπεται σε κέντρο τεχνολογίας με τη μεταφορά της έδρας εταιρειών αλλά και υπαλλήλων που ασχολούνται με την υψηλή τεχνολογία, την έρευνα, την καινοτομία, κλπ. Έχουμε επίσης προωθήσει την Κύπρο ως εκπαιδευτικό προορισμό. Αυτή τη στιγμή φοιτούν στα κυπριακά πανεπιστήμια 53.000 ξένοι. Όταν αναλάβαμε ήταν μόλις 30 χιλιάδες.