Του Παύλου Ξανθούλη
Η επιτομή της έννοιας της «φραστικής καταδίκης» άνευ ουσίας και χωρίς το παραμικρό κόστος, έστω πολιτικό για την Τουρκία, αντανακλάται μέσα από τη συζήτηση που έλαβε χώρα προχθές, αργά τη νύκτα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με στόχο την καταδίκη της 41ου επετείου εγκαθίδρυσης της παράνομης οντότητας του ψευδοκράτους, στην Κύπρο. Αν και η καταδίκη της αποσχιστικής οντότητας έλαβε χώρα για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό τερέν και τα μηνύματα ήταν εύηχα καταδικάζοντας με υποδεικτικό ύφος την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, τα κενά βοούν και εντοπίζονται σε τέσσερα τουλάχιστον επίπεδα:
Η πολιτική εκμετάλλευση από το ΕΛΑΜ, το εκτοπισμένο βρέφος 40 ημερών σε μία άστοχη συζήτηση χωρίς τη διεκδίκηση κανενός ουσιαστικού πολιτικού κέρδους.
Εν πρώτοις, θα πρέπει να λεχθεί ότι η καταδίκη του ψευδοκράτους από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξαντλήθηκε σε μια συζήτηση, χωρίς ψήφισμα, το οποίο όπως πληροφορείται η «Κ», δεν επεδίωξε καμιά πολιτική ομάδα και συνεπώς κανένα κυπριακό κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κάτι που εκ των πραγμάτων υποβαθμίζει το όλο εγχείρημα.
Το δεύτερο εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο, είναι ότι απουσίαζαν η Τουρκία και οι ευθύνες της, ακόμη και από τον τίτλο του εγγεγραμμένου προς συζήτηση θέματος στην ολομέλεια της Ευρωβουλής, για την «καταδίκη της παράνομης μονομερούς ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της αποσχιστικής οντότητας της Κύπρου…». Μάλιστα, πληροφορίες φέρουν Κύπριους ευρωβουλευτές να είχαν προσπαθήσει να βάλουν στο κάδρο και την Τουρκία, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Το τρίτο που θα πρέπει επίσης να ειπωθεί –σε συνέχεια του πιο πάνω– αφορά στην ουσία των όσων δεν ακούστηκαν από την Κομισιόν, καθώς δεν υπήρξε καμιά αναφορά στην Τουρκία, πόσο μάλλον υπόδειξη προς την Άγκυρα από τον αντιπρόεδρο Μαργαρίτη Σχοινά, που εκπροσώπησε το Σώμα. Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν επανέλαβε μεν τη θέση της Ε.Ε. για λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Και διαμήνυσε, προφανώς φωτογραφίζοντας την Άγκυρα, χωρίς να την αναφέρει, ότι «όποιοι βαυκαλίζονται ακόμα ότι μπορεί τάχα μου να προκύψει κάποιου είδους διευθέτηση μέσω δύο κρατών ή δύο ενοτήτων, μάλλον δεν έχουν μιλήσει με κανέναν στην Ευρώπη». Οι αναφορές Σχοινά θα μπορούσαν να αποκτήσουν ουσιαστική σημασία μόνο εάν συνοδεύονταν από κάποιες συνέπειες/επιπτώσεις. Όχι κατ’ ανάγκη κυρώσεις, αλλά έστω και ένα πολιτικό μήνυμα διασύνδεσης των προωθούμενων ευρωτουρκικών ντοσιέ με την επίλυση του Κυπριακού, που αποτελεί το αφήγημα της Λευκωσίας, αλλά δεν ικανοποίησε έστω και φραστικά ο Μαργαρίτης Σχοινάς, παρά το γεγονός ότι θα ήταν πολιτικά ανέξοδο, δεδομένου ότι βρίσκεται στη δύση της θητείας του.
Ένα τέταρτο ζήτημα αφορά στο γεγονός ότι η συζήτηση έλαβε χώρα πέντε μέρες πριν από τη λήξη της υφιστάμενης θητείας της Κομισιόν, η οποία τοποθετήθηκε στην άνευ ψηφίσματος συζήτηση, διά του αντιπροέδρου Μαργαρίτη Σχοινά, ο οποίος δεν θα βρίσκεται καν στο σχήμα της νέας Κομισιόν, που αναμένεται να αναλάβει καθήκοντα την 1η Δεκεμβρίου. Υπάρχει κι ένα πέμπτο ζήτημα, το οποίο δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση και αφορά στη «χορογραφία» της συζήτησης. Η οποία συζήτηση, όχι μόνο πραγματοποιήθηκε αργά το βράδυ, με αποτέλεσμα ο αριθμός των ευρωβουλευτών να είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Αλλά και κατά την πρώτη μέρα της Συνόδου, που είναι ευρέως γνωστό ότι οι πλείστοι ευρωβουλευτές είναι «χαμένοι», λόγω της μετακίνησης από τις χώρες τους, στο Στρασβούργο. Το αποτέλεσμα σε σχέση με την παρουσία και τη συμμετοχή ευρωβουλευτών, ήταν επιεικώς απογοητευτικό, κάτι που προφανώς αφήνει εκτεθειμένες όλες τις πολιτικές ομάδες και συνεπώς και τα κυπριακά κόμματα που επικεντρώθηκαν εμφανώς στην εσωτερική κατανάλωση και όχι στην ουσία του ζητήματος.
Το αυτομαστίγωμα ΔΗΣΥ
Από τη συζήτηση που ξεκίνησε γύρω στις 9.30 το βράδυ της Δευτέρας και ολοκληρώθηκε 36 λεπτά αργότερα, καθίσταται σαφές ότι η απουσία στόχευσης δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της παρούσας κυβέρνησης, αλλά χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό και την αντιπολίτευση, κυρίως αυτήν που εκφράζεται από τον Δημοκρατικό Συναγερμό.
Ο οποίος ΔΗΣΥ, διά του επικεφαλής, ευρωβουλευτή του, Λουκά Φουρλά, ανέφερε ότι στην περίπτωση της Κύπρου, «η Ευρώπη έχει αποτύχει να σταθεί στο ύψος της ιστορίας της», ενώ σε άλλο σημείο της τοποθέτησής του υποστήριξε ότι «κλείνει τα μάτια στη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή». Παρακάμπτοντας προφανώς το γεγονός ότι η Ε.Ε. είναι μια ένωση 27 κρατών, στην οποία συμμετέχει και η Κύπρος που είναι μέλος της και άρα και μέρος των αποφάσεων που λαμβάνει ή που δεν λαμβάνει. Αλλά και το εξίσου αναντίλεκτο γεγονός, ότι ο ΔΗΣΥ συμμετέχει στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή πολιτική οικογένεια, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το οποίο διαθέτει τους περισσότερους ηγέτες κρατών-μελών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ελέγχει απόλυτα την Κομισιόν και άρα είναι ο κατεξοχήν διαμορφωτής των θέσεων και αποφάσεων της Ε.Ε., τις οποίες επέκρινε με δριμύτατα ο Λουκάς Φουρλάς, θεωρώντας προφανώς ότι αφορούν άλλους και όχι την παράταξή του. Και συνεπώς ούτε και τον ίδιο.
Τον κ. Φουρλά ακολούθησε ο Μιχάλης Χατζηπαντέλα (ΔΗΣΥ-ΕΛΚ). Αφού αυτοπαρουσιάστηκε ως «Ελληνοκύπριος ευρωβουλευτής» (!) (σ.σ. και όχι ως Κύπριος), ανέφερε ότι «πριν από 50 χρόνια στην τουρκική εισβολή, ήμουν ένα εκτοπισμένο βρέφος 40 ημερών». Και στη συνέχεια διερωτήθηκε «γιατί η παραβίαση του διεθνούς δικαίου στην Ουκρανία προκαλεί αντίδραση, ενώ για την Κύπρο επικρατεί σιωπή;» Ως επίσης και «γιατί οι εκτοπισμένοι μας δεν έχουν λάβει αποζημιώσεις από ευρωπαϊκούς πόρους;» Ερωτήσεις που κατά κύριο λόγο, θα έπρεπε να υποβληθούν στη συντριπτική πλειονότητα των ηγετών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και στην ηγεσία της Κομισιόν, που προέρχονται από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όπως άλλωστε και ο ΔΗΣΥ και οι ευρωβουλευτές του.
Σύρθηκαν πίσω από το ΕΛΑΜ
Στη δική του τοποθέτηση, ο ευρωβουλευτής του ΕΛΑΜ (Ευρωπαίοι Συντηρητικοί-Μεταρρυθμιστές) Γεάδης Γεάδη φρόντισε να υπομνήσει ότι η πραγματοποίηση της συζήτησης στην ολομέλεια, με τα προαναφερθέντα κενά, ήταν δική του πρωτοβουλία. Γεγονός που επιχείρησε να αξιοποιήσει, αν όχι να εκμεταλλευθεί, από το βήμα της ολομέλειας, εκθέτοντας όλες τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, που εν τέλει «σύρθηκαν» πίσω από τη γραμμή που χάραξε το ΕΛΑΜ, συναινώντας σε μια εκ των πραγμάτων ανούσια και άστοχη συζήτηση, χωρίς τη διεκδίκηση κανενός ουσιαστικού πολιτικού κέρδους. Στο πλαίσιο της τοποθέτησής του, ο κ. Γεάδη ανέφερε ότι η απελευθέρωση της Κύπρου «αποτελεί μονόδρομο για ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα», ενώ αντιτάχθηκε σε οποιαδήποτε λύση θα οδηγεί σε διχοτόμηση του νησιού, «είτε με τη δημιουργία δύο κρατών, είτε στη βάση ομοσπονδίας δύο ζωνών», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Μετρημένος ήταν ο ευρωβουλευτής του ΑΚΕΛ Γιώργος Γεωργίου, ο οποίος σημείωσε ότι «επιμένουμε στη λύση του Κυπριακού, λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, και την επανένωση της Κύπρου και του λαού της», προσθέτοντας ότι «μόνο έτσι καταργείται το ψευδοκράτος, όχι με φωνασκίες».
Ο ευρωβουλευτής του ΔΗΚΟ (Σοσιαλιστές-Δημοκράτες) Κώστας Μαυρίδης ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι από τον τίτλο της συζήτησης στην ολομέλεια απουσίαζε «η λέξη Τουρκία». Υπέδειξε προς τον Μαργαρίτη Σχοινά ότι «στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου δεν υπάρχει Τ/κ ηγέτης, αλλά κατοχικός και υποτελής στην Τουρκία», υπόδειξη που θα έπρεπε να είχε απευθυνθεί πρωτίστως σε όλες τις κυπριακές κυβερνήσεις, που δέχονται τον όρο «Τουρκοκύπριος ηγέτης», περιλαμβανομένων και αυτών στις οποίες συμμετείχε και συμμετέχει και το ΔΗΚΟ, από το οποίο προέρχεται και ο Κώστας Μαυρίδης.
Ο ανεξάρτητος ευρωβουλευτής Φειδίας Παναγιώτου ανέφερε ότι «και οι δύο κοινότητες στην Κύπρο έκαναν λάθη που μας οδήγησαν στον διχασμό», ενώ σημείωσε ότι το 95% της λύσης του Κυπριακού έχει συμφωνηθεί, αλλά ότι η διαδικασία διαπραγματεύσεων βρίσκεται σε τέλμα.