Kathimerini.gr
Μέχρι πρότινος η ηλιοφάνεια, με θερμοκρασία στους 30 βαθμούς χωρίς υγρασία αποτελούσε την επιτομή του «καλού καιρού». Oμως τα τελευταία χρόνια και ιδίως φέτος, με τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η αντίληψη αυτή αλλάζει.
Η αλλαγή συνθηκών αλλάζει την κοινή αντίληψη
«Υπάρχει μία αισθητή αλλαγή: ο καιρός δεν αποτελεί πλέον ένα αθώο θέμα για κουβεντούλα όταν δεν θέλει κανείς να συζητήσει για την πολιτική, τα χρήματα, το σεξ ή το ποδόσφαιρο», λέει ο ιστορικός και γιατρός Ρόναλντ Ντ. Γκέρστε, συγγραφέας του βιβλίου «Πως ο καιρός γράφει ιστορία: Καταστροφές και κλιματική αλλαγή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα».
Η θετικότερη διάθεση προς τη βροχή είναι στην πραγματικότητα ένα νέο φαινόμενο, σύμφωνα με τον Γκέρστε: «Η “κακοκαιρία” δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα δημοφιλής, τουλάχιστον στον πολιτισμό μας». Oμως με την αλλαγή των συνθηκών, αλλάζουν και οι απόψεις. «Σήμερα οι υψηλές θερμοκρασίες αντιμετωπίζονται, όπως παλαιά, θετικά, αλλά με ανησυχία».
Είναι όμως πραγματική αυτή η αλλαγή στην αντίληψή μας ή μήπως αυτή οφείλεται ιδιαιτέρως στη συνεχή παρουσία της κλιματικής αλλαγής στις ειδήσεις; «Δεν χρειάζεται να είναι κανείς αρνητής της κλιματικής αλλαγής για να θυμάται ότι στο παρελθόν υπήρξαν πολύ ζεστά καλοκαίρια και θάνατοι από τον καύσωνα», λέει ο Γκέρστε. «Και δεν μιλάω για μερικά χρόνια πριν, αλλά και για εποχές όπως η λεγόμενη Μεσαιωνική Θερμή Περίοδος από τον 10ο έως τον 14ο αιώνα περίπου». Ωστόσο, όπως τονίζει ο ιστορικός, «η τότε θερμή περίοδος, που δεν είχε συγκεκριμένη γεωγραφική έκταση, δεν είναι σε καμία περίπτωση συγκρίσιμη με τις σταθερά αυξανόμενες θερμοκρασίες παγκοσμίως στις αρχές του 21ου αιώνα».
Στην παλαιότερη αγροτική κοινωνία, ο «καλός καιρός» εξαρτιόταν λιγότερο από την ψυχική κατάσταση του καθενός ή ακόμη και από την κλιματική πολιτική. «Καλός» ήταν ο καιρός «που ευνοούσε τη διατροφή – δηλαδή δεν χαλούσε τη συγκομιδή». Επιπλέον, «οι περισσότεροι από τους ανθρώπους τότε δεν έκαναν διακοπές ή ταξίδια. Eτσι, το εάν κάπου αλλού είχε πολλή ζέστη, πολύ κρύο ή πολλή βροχή, δεν αφορούσε σχεδόν κανέναν».
Προτιμώνται θερμοκρασίες 20-24 βαθμών
Σε έρευνα του ινστιτούτο έρευνας κοινής γνώμης YouGov για λογαριασμό του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων, το 54% των ενηλίκων στη Γερμανία δήλωσε ότι «προσωπικά αισθάνεται πιο άνετα» σε θερμοκρασίες των «20 έως 24 βαθμών», ενώ το 7% δήλωσε ακόμη και «κάτω από 20 βαθμούς». Ένα 30% αισθάνεται πιο άνετα στους «25 έως 29 βαθμούς» και ένα 5% στους «30 έως 35 βαθμούς». Μόνο 1 στους 100 ενήλικες απολαμβάνει θερμοκρασίες άνω των 35 βαθμών.
«Τα τελευταία χρόνια αντιλαμβανόμαστε πως η έντονη ξηρασία δεν είναι καλή για τη φύση», λέει ο μετεωρολόγος υγείας Ανδρέας Ματζαράκης. «Υπάρχει μια αλλαγή στην κοινή αντίληψη. Πολλοί άνθρωποι σήμερα σκέφτονται συχνότερα, για παράδειγμα, πως, αν και δεν τους αρέσει όταν βρέχει, αυτό είναι θετικό για τη φύση», όπως αντιστοίχως ότι είναι θετικό όταν ψυχρότερες περίοδοι διαδέχονται έναν καύσωνα.
Πώς επηρεάζεται η αντίληψη με τον καιρό
Οπως λέει ο κ. Ματζαράκης, επικεφαλής του Κέντρου Ιατρο-μετεωρολογικών Ερευνών της Γερμανικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (DWD), οι επιστήμονες εξέτασαν δεκάδες παράγοντες που επηρεάζουν την προσωπική εκτίμηση και αντίληψη για τον καιρό, καταλήγοντας πως πιθανώς δεν υπάρχει πλέον συναίνεση σχετικά με το ποια καιρικά φαινόμενα περιλαμβάνει ο «καλός καιρός».
«Η προτίμηση στον καιρό διαφέρει από άτομο σε άτομο και σε αυτήν παίζουν μεγάλο ρόλο και τα προσωπικά βιώματα». Οπως επισημαίνει, η προτίμηση έχει να κάνει επιπλέον με τη διατροφή, το επίπεδο φυσικής κατάστασης, το ιατρικό ιστορικό, την ανατροφή, το στρες, την ορμονική ισορροπία, το περιβάλλον ή την παραγωγή ιδρώτα. «Οι ηλικιωμένοι συχνά προτιμούν τις υψηλότερες θερμοκρασίες, επειδή ο μεταβολισμός τους είναι πιο αργός».
Οσον αφορά τον δικό του αγαπημένο καιρό, ο Ματζαράκης αποκρίνεται πως «ο ιδανικός καιρός για μένα, αλλά και για την υγεία του ανθρώπου, είναι ο συννεφιασμένος, μεταξύ 18 και 24 βαθμών Κελσίου, με ήπιους ανέμους. Και να υπάρχει πού και πού λίγη βροχή, απαραίτητη για τη φύση, όμως όχι σε μορφή καταιγίδας, αλλά περισσότερο μία νεροποντή – με άλλα λόγια, όχι πολύ έντονη βροχή, η οποία όμως να διαρκεί για αρκετή ώρα».