Kathimerini.gr
Υποβαθμίζεται από την επιστημονική κοινότητα η πιθανότητα καταστροφικής εξέλιξης της κλιματικής κρίσης, που ίσως προκαλέσει τον ολοκληρωτικό αφανισμό του ανθρώπινου είδους. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε νέα μελέτη και οι συντάκτες της υπογραμμίζουν ότι οι συνέπειες της ακραίας υπερθέρμανσης του πλανήτη, που θα συμβεί εάν δεν ληφθούν μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής, δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς, τονίζοντας ότι η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να προετοιμαστεί και γι’ αυτό το «κλιματικό τέλος του παιχνιδιού».
Η νέα μελέτη εκπονήθηκε από διεθνή ομάδα επιστημόνων και δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences. Οι συντάκτες της υποστηρίζουν ότι μόνον η επιστημονική φαντασία έχει ασχοληθεί με το πώς η κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε ολοκληρωτική καταστροφή του πλανήτη. Η συντριπτική πλειονότητα των μελετών που εκπονήθηκαν έως σήμερα υπολογίζουν τι θα συμβεί με αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5 ή 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από εκείνη του 1850, παραμελώντας να προβλέψουν τι θα συμβεί με μια πιο ακραία αύξηση της θερμοκρασίας.
Οι καταστροφικές συνέπειες μιας ακραίας υπερθέρμανσης του πλανήτη δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς.
Οπως επισημαίνει ο συντονιστής της ερευνητικής ομάδας, δρ Λουκ Κεμπ, από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, «είναι καλό να γνωρίζουμε τι ακριβώς θα συμβεί εάν επαληθευθούν τα χειρότερα δυνατά σενάρια για τις κλιματικές συνθήκες, ιδίως αν χρειάζεται να μεριμνήσουμε για την επιβίωση της χλωρίδας και της πανίδας της Γης».
Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι αν η αύξηση της θερμοκρασίας ξεπεράσει τους 3 βαθμούς Κελσίου, το 2070, περίπου δύο δισ. άνθρωποι, στις πιο πολιτικώς ασταθείς περιοχές της Γης, θα ζουν με μέση ετήσια θερμοκρασία 29 βαθμούς Κελσίου. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σήμερα στη Σαχάρα και στα κράτη του Περσικού Κόλπου, εξηγεί ο Τσι Χου, καθηγητής Επιστημών Ζωής στο Πανεπιστήμιο της Ναντσίνγκ, ο οποίος επίσης υπογράφει τη μελέτη.
«Το 2070, οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες τέτοιων θερμοκρασιών θα επηρεάσουν άμεσα δύο πυρηνικές δυνάμεις και επτά εργαστήρια υψίστης ασφάλειας, όπου υπάρχουν οι πιο επικίνδυνοι παθογόνοι παράγοντες. Αυτό μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες», καταλήγει.