ΜΠΕΝ ΚΑΣΕΛΜΑΝ, ΤΖΙΝΑ ΣΜΙΛΕΚ / THE NEW YORK TIMES
Η εποχή των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων μπορεί να έχει οριστικά τελειώσει. Η Fed αποφάσισε αυτή την εβδομάδα να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να τα αυξήσει ξανά πριν από την εκπνοή του 2023. Αλλά μια ακόμη πιο σημαντική, αν και ανεπαίσθητη, αλλαγή υποκρύπτεται στις πρόσφατα δημοσιευμένες οικονομικές προβλέψεις της τράπεζας. Οι αξιωματούχοι της δεν αναμένουν ότι τα επιτόκια θα ανέλθουν πολύ υψηλότερα, ενώ η επόμενη αύξηση πιθανώς να αποβεί η τελευταία, χωρίς να θεωρείται και βεβαία. Εντούτοις εκτιμούν ότι το κόστος δανεισμού θα παραμείνει υψηλό τα επόμενα χρόνια, με το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο αναφοράς πάνω από το 5% το 2024 και σχεδόν στο 4% στα τέλη του 2025. Αυτό θα ήταν περίπου διπλάσιο από ό,τι στα τέλη του 2019. Το 2026, όπως ελπίζει η Fed, ο πληθωρισμός θα έχει εξαλειφθεί πλήρως και η οικονομική ανάπτυξη θα έχει επανέλθει στη μακροπρόθεσμη τάση της. Παρά ταύτα, οι αξιωματούχοι της διαβλέπουν ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν πολύ πάνω από τα επίπεδα που επικρατούσαν πριν από την πανδημία. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται εν μέρει από μια απλή παρατήρηση: Η Fed αύξησε επιθετικά τα επιτόκια τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ωστόσο η οικονομία μετά βίας αντέδρασε. Αυτό υποδηλώνει ότι έπειτα από χρόνια, κατά τα οποία ακόμη και η παραμικρή αύξηση των επιτοκίων απειλούσε να σταματήσει την ανάπτυξη, η οικονομία μπορεί επιτέλους να αντέξει το υψηλότερο κόστος δανεισμού.
«Εχουν εκπλαγεί με το πόσο ισχυρή ήταν η οικονομία φέτος παρά τη μεγάλη νομισματική σύσφιγξη από την ομοσπονδιακή τράπεζα», επισημαίνει ο Γκάμπριελ Τσοντόροφ-Ράιχ, καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ, αναφερόμενος σε στελέχη της Fed. Στη Γουόλ Στριτ οι αναλυτές άρχισαν να συνοψίζουν τη νέα κοσμοθεωρία της Fed σε μια απλή φράση: «Υψηλότερα για περισσότερο». Μια νέα εποχή υψηλότερων επιτοκίων θα ήταν σημαντική εξέλιξη για πολλά νοικοκυριά, ειδικά για τους επίδοξους αγοραστές κατοικιών, που ονειρεύονται την επιστροφή του επιτοκίου στο στεγαστικό τους δάνειο στα επίπεδα του 3%. Οι κινήσεις της ομοσπονδιακής τράπεζας στα επιτόκια διατρέχουν τον οικονομικό ιστό, καθιστώντας ακριβότερο τον δανεισμό για απόκτηση οχήματος, κατοικίας ή επέκταση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Εν κατακλείδι, τα υψηλά επιτόκια είναι άσχημα νέα για μεγάλους επενδυτές, που αποκόμισαν παχυλά κέρδη βάζοντας στοιχήματα με τη χρήση δανεισμένων μετρητών, όταν δινόταν αφειδώς «δωρεάν χρήμα» προ πανδημίας. Και ίσως τα επιτόκια να προκαλέσουν προβλήματα στους δανειολήπτες με ογκώδη εκκρεμή χρέη – ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τόσο οι εταιρείες εμπορικών ακινήτων όσο και η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία ξοδεύει σταθερά περισσότερα μόνο για τους τόκους του χρέους της.