ΚΥΠΕ
Υπέρ της υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κύπρου με την Κρήτη και κατ’ επέκταση την υπόλοιπη Ευρώπη μέσω του Great Sea Interconnector (GSI), τάσσεται σε υπόμνημα που υποβλήθηκε την Παρασκευή στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας η Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ) και το οποίο δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Στο υπόμνημα της η ΟΕΒ, το οποίο κοινοποιήθηκε τόσο στον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας όσο και στον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενέργειας, υποδεικνύει πως από τις τέσσερις χώρες νησιά της Ευρώπης (ΗΒ, Ιρλανδία, Μάλτα, Κύπρος), μόνο η Κύπρος δεν έχει καμία ηλεκτρική διασύνδεση ακόμα, ενώ αναφέρει πως μόνο οφέλη για τη χώρα, τις επιχειρήσεις και για τους πολίτες μπορεί να φέρει μελλοντικά η διασύνδεση, καλώντας να μη χαθεί η ευκαιρία.
Η ΟΕΒ σημειώνει πως σήμερα η ετήσια κατανάλωση στην Κύπρο είναι περίπου στα 5+ εκατομμύρια MWh και πως στα επόμενα 25 χρόνια αναμένεται να διπλασιαστεί και να αυξηθούν οι ανάγκες στα 10 εκατομμύρια MWh ετησίως, υποδεικνύοντας πως η μελλοντική ανάπτυξη του τόπου θα εξαρτηθεί από την πρόσβαση στην τεχνολογία και η τεχνολογία χρειάζεται μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικού ρεύματος.
Σε σχέση με το μέγεθος του έργου, η ΟΕΒ αναφέρει πως o GSI θα έχει ισχύ 500 MW + 500 MW εφεδρεία, θαλάσσιο μήκος 900 km και στο βαθύτερο σημείο θα φθάσει μέχρι τα 3 km ενώ σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα υποδεικνύει πως υπολογίζεται να χρειαστούν εργασίες πέντε ετών και πως το καλώδιο θ’ αρχίσει λειτουργία την 1/1/2030. Εξηγεί δε πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα λόγω του μεγέθους του έργου, της χρονικής περιόδου προς ολοκλήρωση του καθώς και ένεκα ενδεχόμενων απρόβλεπτων προβλημάτων, το τελικό κόστος να αυξηθεί, κάτι που όπως υποδεικνύει έχει παρατηρηθεί να γίνεται στα πλείστα αν όχι όλα παρόμοια έργα.
Για το κόστος του έργου η ΟΕΒ αναφέρει πως υπολογίζεται μια επένδυση της τάξης των €1,94 δισ. και πως από αυτά, τα €657 εκατ. έχουν δοθεί ως στήριξη από την ΕΕ και άρα το υπόλοιπο των €1,243 δισ. θα χρηματοδοτήσουν από κοινού Κύπρος (63%) και Ελλάδα (37%). «Δηλαδή για την Κυπριακή Δημοκρατία/Κύπριο πολίτη αναλογούν €783 εκατ, (€1243 Χ 63%) τα οποία θα αποπληρωθούν σε βάθος χρόνου» σημειώνει.
Σε ό,τι αφορά την «άποψη από τους εγχώριους παραγωγούς ότι η εξοικονόμηση που αναμένεται να επιφέρει στο κόστος του ρεύματος η διασύνδεση, είναι μικρότερη από αυτήν που θα προκύψει από την εγχώρια παραγωγή, με ΑΠΕ όσο και συμβατικά μέσα, με άλλα λόγια δηλαδή ότι το ηλεκτρικό ρεύμα που θα παράγεται στην Κύπρο θα προσφέρεται φθηνότερα στον καταναλωτή από την τιμή που θα προσφέρεται το ρεύμα μέσω του καλωδίου και κατά συνέπεια δεν είναι αναγκαία η ανάληψη της δαπάνης του έργου διασύνδεσης» η ΟΕΒ υποδεικνύει πως «σε περίπτωση που αυτό επιβεβαιωθεί, το έργο θα χρησιμεύει για εξαγωγή προς την Ευρώπη της (φθηνότερης) κυπριακής παραγωγής, η οποία χωρίς το καλώδιο ενδεχομένως να έμενε αναξιοποίητη».
Και προσθέτει πως η εμπειρία από χώρες που είναι ήδη διασυνδεδεμένες, είναι ότι η ροή ηλεκτρικού ρεύματος από τη μια χώρα στην άλλη αλλάζει κατά τη διάρκεια του έτους και πως «η ίδια χώρα κάποιους μήνες εισάγει από άλλες χώρες και κάποιους μήνες εξάγει σε άλλες χώρες», τονίζοντας πως σε κάθε περίπτωση, όλοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι με το καλώδιο, το ηλεκτρικό ρεύμα θα είναι φθηνότερο είτε με την επιτόπια παραγωγή είτε από εισαγωγές».
Η ΟΕΒ αναφέρει προς τον ΠτΔ ότι για απόσβεση της επένδυσης υπολογίζονται 35 χρόνια (ή μέχρι απόσβεσης της επένδυσης) και η είσπραξη αναμένεται να γίνεται με ένα τέλος της τάξης του €0,01 ανά κιλοβατώρα στην ολική κατανάλωση του κάθε Κύπριου καταναλωτή ηλεκτρισμού, κόστος, όπως υποδεικνύει, «μηδαμινό σε σχέση με τη σημερινή τελική τιμή αγοράς του ηλεκτρισμού». Αλλά και ότι η χρέωση για τα λειτουργικά έξοδα που υπολογίζονται στα €5 - €9 εκατ. τον χρόνο, «φαίνεται ότι θα είναι πολύ μικρή ως ποσοστό επί του τελικού κόστους».
Σημειώνει επίσης πέραν των πιο πάνω πως είναι σημαντικό ότι δεν υπάρχει υποχρέωση της χρήσης του lnterconnector, αλλά και ότι το έργο είναι Κοινού Ενδιαφέροντος και είναι ρυθμιζόμενο και άρα δεν μπορεί να υπάρξει υπερβολή στα έσοδα/κέρδη.
Όπως εξηγεί η ΟΕΒ, ένα έργο το οποίο είναι ρυθμιζόμενο και άρα τόσο η ανάκτηση των κεφαλαίων όσο και το κέρδος για τους επενδυτές/χρηματοδότες είναι διασφαλισμένα, σίγουρα δεν μπορεί να κρίνεται μη βιώσιμο. «Ενδεχομένως το περιθώριο κέρδους που θα επιτρέψουν οι ρυθμιστικές αρχές να μην είναι αρκετά μεγάλο για ικανοποίηση κάποιων επενδυτών, αλλά αυτό δεν καθιστά το έργο μη βιώσιμο» προσθέτει.
Η ΟΕΒ υπογραμμίζει ακόμη ότι ο αντίκτυπος στις νέες κυπριακές επενδύσεις σε επιτόπια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας τόσο από ΑΠΕ όσο και με συμβατικά καύσιμα, πρέπει να εξεταστεί πολύ προσεχτικά, σημειώνοντας πως ίσως επιβάλλεται να τεθούν δικλείδες ασφαλείας ούτως ώστε από τη μια να μην υπάρξει μείωση του ρυθμού των νέων εγχώριων επενδύσεων στις ΑΠΕ και ταυτόχρονα να παραμείνουν βιώσιμες οι εγκαταστάσεις συμβατικών παραγωγών ενέργειας.
«Πιθανό για ένα μεσοδιάστημα κάποιων ετών, να υπάρχει κάλυψη στις εγχώριες παραγωγές η οποία να μειώνεται σταδιακά προς επίτευξη των στόχων που έχει θέσει η ΕΕ να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα» λέει. Υπενθυμίζει παράλληλα ότι «η ΕΕ έχει επίσης θέσει για το 2030 την υποχρέωση όσον αφορά την ντόπια κατανάλωση ηλεκτρισμού, αυτή να είναι κατά 33% από εγχώρια παραγωγή από ΑΠΕ» και χρειάζεται επομένως μηχανισμός ο οποίος «για τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του lnterconnector θα θέτει οροφή της τάξης του π.χ. 15% στην καθαρή (ΝΕΤ) εισερχόμενη ηλεκτρική ενέργεια μέσω του καλωδίου».
Εν κατακλείδι η ΟΕΒ αναφέρει στο υπόμνημά της πως παρά τις πιθανές καθυστερήσεις στην εκτέλεση του έργου και την πιθανότητα αύξησης στο κόστος της τελικής επένδυσης, μετά από κάποια χρόνια, «με τη διασύνδεση μας με την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο θα είμαστε σε καλύτερη θέση όσον αφορά το κόστος ηλεκτρισμού».
«Έχουμε την ευκαιρία να άρουμε την ενεργειακή μας απομόνωση, να μπούμε στην πορεία προς ισορρόπηση στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας με τον χαμηλότερο συντελεστή της Ευρώπης, να γίνουμε σημαντικοί για τους εταίρους μας στην ΕΕ και να αναδείξουμε έμπρακτα και τον περιφερειακό μας ρόλο» συμπληρώνει. Λέει πως «μόνο οφέλη για την χώρα μας, τις επιχειρήσεις και για τους πολίτες μπορεί να φέρει μελλοντικά η διασύνδεση» και καλεί τέλος να μην χαθεί η ευκαιρία.