ΚΥΠΕ
Την ξεκάθαρη θέση της Κυβέρνησης να μην αλλάξει το ωράριο λειτουργίας των λιανικών καταστημάτων για να μη διαφοροποιηθεί το εμπορικό περιβάλλον όπως διαμορφώθηκε την τελευταία δεκαετία, εξέφρασε ο Υπουργός Εργασίας, Γιάννης Παναγιώτου, στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας που συζήτησε το θέμα την Τρίτη.
Ο Υπουργός σημείωσε ότι το εμπορικό περιβάλλον, όπως διαφοροποιήθηκε τα τελευταία δέκα χρόνια, ήταν προϊόν συγκεκριμένων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, αυξημένης ανεργίας, οικονομίας σε υπηρεσιακή κατάσταση, όπου χρειάζονταν αποφάσεις τόνωσης της αγοράς, καλύτερες αναπτυξιακές προοπτικές και θέσεις εργασίας.
Αντίθετα, σημείωσε ότι σήμερα, το βασικό πρόβλημα που καλείται να επιλύσει ως Υπουργός είναι αυτό της ανάγκης για περισσότερο κόσμο για να στελεχωθεί η αγορά εργασίας.
Σημείωσε ότι κατά την προεκλογική περίοδο κανένας υποψήφιος Πρόεδρος δεν έθεσε το ζήτημα διαφοροποίησης του ωραρίου των καταστημάτων, ενώ είπε ότι υπάρχει γενικότερη παραδοχή για το ότι αυτό το περιβάλλον λειτούργησε με τρόπο που είχε θετική συμβολή στην ανάπτυξη της οικονομίας και στον περιορισμό ανεργίας.
Όπως είπε, η θέση της Κυβέρνησης είναι ότι «αυτό το εμπορικό περιβάλλον που λειτουργεί εδώ και μια δεκαετία δεν είναι σωστό να διαφοροποιηθεί. Οι παλινδρομήσεις δημιουργούν προβλήματα, αναπτυξιακή και επενδυτική ανασφάλεια. Χρειάζεται να ξέρουν όλοι ποιοι είναι οι κανόνες και να λειτουργούν με βάση αυτούς», σημειώνοντας ότι αν υπάρχει η εντύπωση της ρευστότητας ή επίφαση προσωρινότητας θα είναι προβληματικό για οικονομία.
Πρόσθεσε ότι σε σχέση με επιδράσεις που προκύπτουν, χρειάζεται να στηριχθούν περισσότερο οι μικρές επιχειρήσεις, αναφέροντας ότι τα Υπουργεία με τη σχετική αρμοδιότητα διαμορφώνουν και προωθούν τέτοιες πολιτικές.
Ανέφερε επίσης ότι όπως διαμορφώθηκε το εμπορικό περιβάλλον χρήζει κωδικοποίησης, για να μπορεί να λειτουργεί μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο. Πρόσθεσε ότι το Υπουργείο βρίσκεται σε στενή συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία για τις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο.
Αποτελεί, επίσης, προτεραιότητα, είπε, η τήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, σημειώνοντας ότι το ποσοστό ποινικών υποθέσεων που έχουν καταχωρισθεί στο δικαστήριο από το Υπουργείο για παραβιάσεις που αφορούν εργαζομένους είναι κάτω από 1%, μέσα από πάνω από 2.000 επιθεωρήσεις εργασίας τον χρόνο, κάτι που, όπως είπε, δείχνει ότι οι πρόνοιες που αφορούν τους εργαζομένους γίνονται σεβαστές. Αντίστοιχα, οι υποθέσεις που καταχωρίσθηκαν και αφορούν μη σεβασμό στην τήρηση των καθορισμένων από τη νομοθεσία αργιών, «μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού».
«Η θέση μας είναι ότι μια διαφοροποίηση στους κανόνες της αγοράς, θα αποτελεί παλινδρόμηση, πισωγύρισμα. Ο κόσμος προχωρά». Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι η συζήτηση του θέματος κάθε τρεις μήνες, από τη στιγμή που δεν υπάρχει πρόθεση για αλλαγή, «απλώς δημιουργεί κατασκευασμένη εντύπωση ότι όλα είναι ρευστά και μπορεί να υπάρξουν αλλαγές. Δεν κάνει καλό στην αγορά και την οικονομία».
Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας, Ελένη Κουζούπη, είπε ότι η Νομική Υπηρεσία, ως ο νομικός σύμβουλος της εκτελεστικής εξουσίας, λαμβάνει υπόψη την πολιτική της κυβέρνησης, και σε συνεργασία με το Υπουργείο θα αποτυπωθεί σε θεσμικό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία, όπως διαμορφώθηκε από το 2015 και μετά.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ανδρέας Καυκαλιάς, διευκρίνισε ότι δεν τίθεται θέμα να καθορίσει η Βουλή το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων, καθώς κάτι τέτοιο έχει απορριφθεί δικαστικώς από το Ανώτατο, με απόφαση που καθορίζει ότι αυτή είναι αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας. Τόνισε, ωστόσο, ότι υπάρχει νομικό κενό, καθώς η νομοθεσία προβλέπει ότι τα καταστήματα είναι κλειστά την Κυριακή, εκτός από τις περιόδους Χριστουγέννων και Πάσχα, δίνοντας τη δυνατότητα διαφοροποίησης του ωραρίου με διάταγμα. Όπως είπε, από το 2016 δεν υπάρχει σχετικό διάταγμα και επομένως το θέμα πρέπει να ρυθμιστεί.
Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ, Γιώργος Λουκαΐδης υπέδειξε ότι η πλειοψηφία των χωρών της Ευρώπης διατηρεί την αργία της Κυριακής και διερωτήθηκε γιατί η Κύπρος πρέπει να ενεργεί διαφορετικά από την πλειοψηφία. Ζήτησε επίσης, να τεκμηριωθεί κατά πόσο υπάρχει ενίσχυση του τζίρου με την πλήρη απελευθέρωση του ωραρίου ή αν τελικά έγινε αναδιανομή της πίτας προς όφελος των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, που έχουν τη δυνατότητα να μένουν ανοιχτά τις Κυριακές.
Είπε ότι και στο πρόγραμμα του Προέδρου της Δημοκρατίας αναφέρεται ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, καθώς αποτελούν το 90% των επιχειρήσεων και είναι σημαντικό να μην οδηγούνται σε κλείσιμο. Ρώτησε αν υπάρχουν στοιχεία για το πόσες ΜμΕ έχουν κλείσει εξαιτίας της πίεσης που δέχονται και ποια αντισταθμιστικά μέτρα προτείνει η Κυβέρνηση.
Η βουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου είπε ότι ο ΔΗΣΥ αισθάνεται την υποχρέωση να διασφαλίσει το εμπορικό περιβάλλον όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία δέκα χρόνια. «Ο ΔΗΣΥ έπραξε ορθά και έχουμε απτά αποτελέσματα», είπε, προσθέτοντας ότι σε περίπτωση που υπάρχουν παραβιάσεις της νομοθεσίας, υπάρχουν αρμόδιοι φορείς να χειριστούν το θέμα.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Δημήτρης Δημητρίου, είπε ότι μπορεί η συζήτηση του θέματος να πλήττει την ψυχολογία της οικονομίας, ωστόσο η προστασία των εργαζομένων είναι υψίστης προτεραιότητας για τον ΔΗΣΥ και ζήτησε περισσότερες εξηγήσεις για το τι ισχύει σε σχέση με τις αμοιβές τις Κυριακές και τις αργίες. «Αν όντως υπάρχουν εργαζόμενοι που δεν πληρώνονται σωστά και φοβούνται να μιλήσουν ή να καταγγείλουν, να βρούμε τον τρόπο να το πράξουν, γιατί αυτό θα ήταν πισωγύρισμα σε άλλες εποχές που κανένας δεν το επιθυμεί», είπε. Πρόσθεσε ότι το περιβάλλον εξελίσσεται συνεχώς. «Στεναχωριέμαι όταν βλέπω μικρή επιχείρηση να κλείνει επειδή δυσκολεύεται τις Κυριακές. Δυστυχώς ή ευτυχώς έχουμε σήμερα αυτό το περιβάλλον. Το να συζητήσουμε για επιστροφή δεν είναι κάτι που θεωρώ δόκιμο», είπε.
Ο βουλευτής του ΕΛΑΜ, Σωτήρης Ιωάννου, είπε ότι σε συνάντηση του Υπουργού με την ΠΟΒΕΚ τον Ιούνιο εκφράστηκε η πρόθεση για διάλογο για το θέμα και ρώτησε αν έγινε αυτός ο διάλογος ώστε να εξαχθεί η απόφαση της Κυβέρνησης. Πρόσθεσε επίσης ότι αναφορικά με το εμπορικό περιβάλλον, δεν εκφράζεται η ίδια ευαισθησία για θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού, όπως προκύπτουν και από τον Κανονισμό της Πράσινης Γραμμής.
Ο βουλευτής της ΕΔΕΚ, Ανδρέας Αποστόλου έθεσε κυρίως το θέμα των εργασιακών δικαιωμάτων όσων εργάζονται Κυριακή και ζήτησε να συνδεθεί με τη συζήτηση για τις άδειες από τρίτες χώρες. «Η οικονομία μας σε συγκεκριμένους τομείς χρειάζεται προσωπικό, τομείς που αποδεδειγμένα δεν υπάρχουν Κύπριοι ή Ευρωπαίοι πολίτες. Αυτός ο κλάδος, το εμπόριο, αν υπήρχαν καλύτερες συνθήκες για εργαζόμενους, είτε μισθολογικά ή κίνητρα για να εργαστούν Κυριακές ή να περιορίσουμε τις Κυριακές και αργίες, είναι ένας κλάδος που θα υπήρχε ενδιαφέρον να στελεχωθεί», ανέφερε, προσθέτοντας ότι θέση της ΕΔΕΚ είναι ότι πρέπει να επανακαθοριστούν τα δικαιώματα αυτών των εργαζομένων.
Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μαρίνος Μουσιούτας είπε ότι από τη μία συζητείται το θέμα των εργασιακών δικαιωμάτων όσων δουλεύουν Σαββατοκύριακα και αν τηρούνται οι νομοθεσίες. Από την άλλη, πρόσθεσε, το πιο σημαντικό είναι ότι υπάρχουν μικρά καταστήματα που δεν μπορούν να ανταγωνιστούν. Πρότεινε το ζήτημα να συζητηθεί στο εργατικό συμβουλευτικό σώμα, καθώς έτσι δουλεύει η τριμερής συνεργασία στην Κύπρο.