ΚΥΠΕ
Η πρόταση για την αλλαγή στην αναλογιστική προσαρμογή για πρόωρη αφυπηρέτηση πριν το 65ο έτος, η εθνική πολιτική απασχόλησης, η αναπροσαρμογή του εθνικού κατώτατου μισθού και η κύρωση της Σύμβασης 181 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για τα ιδιωτικά γραφεία εξεύρεσης εργασίας, βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης της συνεδρίασης του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος υπό τον Υπουργό Εργασίας Γιάννη Παναγιώτου.
Στο θέμα του λεγόμενου πέναλτι για αφυπηρέτηση πριν το 65ο έτος, αναμένονται εντός των επόμενων εβδομάδων οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων οι οποίες, όπως διευκρίνισε ο Υπουργός, θα πρέπει να εμπίπτουν στο πλαίσιο του κόστους της αναλογιστικής μελέτης.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνεδρίαση, ο κ. Παναγιώτου είπε αρχικά πως στο πλαίσιο της συνεδρίασης συζητήθηκε με τους κοινωνικούς εταίρους η πρόταση για την αλλαγή στην αναλογιστική προσαρμογή για πρόωρη αφυπηρέτηση πριν το 65ο έτος, η εθνική πολιτική απασχόλησης, μέρος της οποίας αποτελεί και η στρατηγική απασχόλησης υπηκόων τρίτων χωρών, η αναπροσαρμογή του εθνικού κατώτατου μισθού και η κύρωση της Σύμβασης 181 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για τα ιδιωτικά γραφεία εξεύρεσης εργασίας, ενώ επαναβεβαιώθηκε η σημαντικότητα του κοινωνικού διαλόγου μέσα από την τριμερή κοινωνική συνεργασία της πολιτείας, των εργοδοτών και των εργαζομένων.
Η Κυβέρνηση, σημείωσε ο κ. Παναγιώτου, διαχειρίζεται μεθοδικά και αποτελεσματικά όλα τα σημαντικά ζητήματα που είναι ανοικτά, σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας και τις δυνατότητες της οικονομίας.
Στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου που βρίσκεται σε εξέλιξη, ανέφερε στη συνέχεια, άκουσαν με ενδιαφέρον τις απόψεις των κοινωνικών εταίρων και αναμένουν ότι στο προσεχές διάστημα ο διάλογος «θα εξελιχθεί ουσιαστικά και εποικοδομητικά».
Ειδικότερα, είπε, σχετικά με την στοχευμένη πρόταση για άμεση ελάφρυνση της αναλογιστικής μείωσης για πολίτες που εργάστηκαν για πολλά χρόνια, που διαμορφώθηκε από την Κυβέρνηση και κατατέθηκε ως βάση για συζήτηση, απαντήθηκαν ερωτήσεις και δόθηκαν διευκρινίσεις προς τους κοινωνικούς εταίρους από τις αναλογιστικές υπηρεσίες του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας.
Ο Υπουργός επεσήμανε ότι μέσα από την πρόταση επηρεάζεται το 25% όσων έτυχαν αναλογιστικής μείωσης από το 2012 μέχρι σήμερα, που αντιστοιχεί συνολικά σε 10.000 συνταξιούχους που θα λάβουν άμεσα αύξηση της σύνταξης τους κατά περίπου 800 ευρώ ετησίως, στους οποίους θα προστίθενται άλλοι περίπου 1.000 δικαιούχοι κάθε χρόνο.
Επανέλαβε εξάλλου ότι η Κυβέρνηση είναι ανοικτή σε εισηγήσεις, νοουμένου ότι περιορίζονται στο πλαίσιο των οικονομικών δυνατοτήτων που έχουν προσδιοριστεί από την αναλογιστική μελέτη και «αναμένουμε ότι μέσα στις επόμενες μέρες και εβδομάδες θα υποβληθούν ενώπιον του Υπουργείου Εργασίας εισηγήσεις από τους κοινωνικούς εταίρους».
Ταυτόχρονα, επεσήμανε ο Υπουργός, ότι δεν είναι εφικτή η κατάργηση της αναλογιστικής μείωσης για όσους συνταξιοδοτούνται πρόωρα πριν από το 65ο έτος της ηλικίας τους, ενώ η μετάθεση της συζήτησης για μεταγενέστερη φάση στο πλαίσιο της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης θα διατηρήσει στο μεσοδιάστημα την αναλογιστική μείωση του 2012 για όλους τους επηρεαζόμενους.
«Αντιλαμβανόμαστε τις όποιες διαφορετικές αναλύσεις, αλλά θεωρούμε ότι μέσα από τον διάλογο θα προωθηθούν αλλαγές που θα επηρεάσουν θετικά τα εισοδήματα πολλών συνταξιούχων στο πλαίσιο των σημερινών δυνατοτήτων», είπε.
Σε ερώτηση αν μέσα από τις προτάσεις που τέθηκαν από τους κοινωνικούς εταίρους συνεπάγεται αύξηση του αρχικού κόστους που προβλέπει η αναλογιστική μελέτη, ο Υπουργός είπε πως οι κοινωνικοί εταίροι έχουν διαχρονικές τοποθετήσεις σε σχέση με την αναλογιστική μελέτη και τη διαχείριση της, οι οποίες πρέπει να γίνονται σεβαστές και πρόσθεσε πως η συζήτηση που γίνεται τώρα είναι προσδιορισμένη σε σχέση με τις δυνατότητες που υπάρχουν μέσα από τα συμπεράσματα της αναλογιστικής μελέτης. Οπότε, πρόσθεσε, παρόλο που οι κοινωνικοί εταίροι διατηρούν τις θέσεις αρχής τους, εφόσον το επιθυμούν θα μπορούν να υποβάλουν εισηγήσεις.
«Η πρόταση που έχει κατατεθεί δεν είναι ούτε για έγκριση ούτε για απόρριψη, είναι βάση για συζήτηση έτσι που ο κοινωνικός διάλογος να μπορεί να αναπτυχθεί», είπε. Όμως, πρόσθεσε, «για να μπορούμε να είμαστε συνεπείς σε σχέση με την ανταπόκριση στους περιορισμούς που υπάρχουν, πρέπει να παραμείνουμε μέσα στο πλαίσιο που έχει καθοριστεί από την αναλογιστική μελέτη όπου το κόστος είναι προσδιορισμένο και η διαφοροποίηση του προς τα πάνω θα επηρεάσει είτε τις εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών είτε τη βιωσιμότητα του ΤΚΑ κάτι που δεν είναι επιδίωξη κανενός».
Ερωτηθείς αν τέθηκαν χρονοδιαγράμματα, είπε πως στόχος είναι προς το τέλος το Νοέμβρη ή στις αρχές Δεκέμβρη να διεξαχθεί η επόμενη συνεδρίαση του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος και στο μεσοδιάστημα θα επιδιωχθεί να εξελιχθεί ο διάλογος ούτως ώστε να διασαφηνιστεί κατά πόσον προκύπτει κάποια ικανοποιητική συναίνεση προς την κατεύθυνση μιας διαφοροποίησης της αναλογιστικής μείωσης και ακολούθως θα ληφθούν οι αποφάσεις.
Ελληνική Τράπεζα
Απαντώντας σε ερώτηση για την στάση εργασίας στην Ελληνική Τράπεζα, ο κ. Παναγιώτου είπε πως το Υπουργείο Εργασίας κατά τις προηγούμενες βδομάδες κατέλαβε όλες τις απαιτούμενες προσπάθειες έτσι ώστε να επιλυθούν οι διαφορές όμως δυστυχώς αυτό δεν κατέστη δυνατό με αποτέλεσμα τα σημερινά μέτρα.
Μέσα στις επόμενες μέρες θα προσπαθήσουμε να συνεχίσουμε και να ενισχύσουμε την μεσολαβητική προσπάθεια του Υπουργείου, και σημείωσε πως είναι προς το συμφέρον όλων τα ανοικτά ζητήματα στις εργασιακές σχέσεις της Ελληνικής Τράπεζας να επιλυθούν και προς αυτή τη κατεύθυνση θα πράξουν ότι είναι εφικτό.