ΚΥΠΕ
Στο μόλις 0,85% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) ή €184,8 εκατομμύρια ανήλθαν το 2020 οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο, σε σύγκριση με €164,4 εκ. ή 0,71% του Α.Εγχ.Π. το 2019, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ ανέρχεται στο 2,32%.
Ωστόσο, η Κύπρος διαθέτει έναν από τους ψηλότερους μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης στις ερευνητικές δαπάνες, που ανέρχεται σε 10,7% για την περίοδο 2000 – 2020, έναντι 4,0% της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη αντίστοιχη περίοδο. Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε ερευνητικές δραστηριότητες αυξήθηκε το 2020 σε 4.196.
Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που πραγματοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία για τον καταρτισμό στοιχείων για την επιστημονική έρευνα και την πειραματική ανάπτυξη, παρά τη μεγάλη αύξηση του 12,4% που παρατηρήθηκε στις ερευνητικές δαπάνες το 2020 σε σχέση με το 2019, το μερίδιο του Α.Εγχ.Π. της Κύπρου που αναλογεί στις δραστηριότητες Ε&Α εξακολουθεί να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με άλλες χώρες.
Ενδεικτικά, η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι το ποσοστό αυτό στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 2,32% κατά μέσο όρο (κυμαίνεται από 0,47% στη Ρουμανία, 0,66% στη Μάλτα και 0,71% στη Λετονία, σε 3,22% στην Αυστρία, 3,38% στο Βέλγιο και 3,49% στη Σουηδία).
Κατά τομέα δραστηριότητας, ο τομέας των επιχειρήσεων παρουσίασε το 2020 ερευνητικές δαπάνες ύψους €81,9 εκ. ή 44,3% του συνόλου, η τριτοβάθμια εκπαίδευση €66,6 εκ. ή 36,1%, τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα €24,9 εκ. ή 13,5% και το δημόσιο €11,4 εκ. ή 6,1%, σε σύγκριση με μερίδια 43,0%, 38,3%, 11,3% και 7,4% αντίστοιχα το 2019.
Στον τομέα των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, ο τομέας της ενημέρωσης και επικοινωνίας αποτέλεσε τον κύριο φορέα ερευνητικής δραστηριότητας με δαπάνες ύψους €47,0 εκ., ενώ σημαντική ήταν και η συνεισφορά της μεταποιητικής βιομηχανίας (και ιδιαίτερα των κλάδων παραγωγής βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων και κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού) με €26,0 εκ.
Από πόρους του δημοσίου χρηματοδοτήθηκε το 2020 το 23,0% της ερευνητικής δραστηριότητας (€42,5 εκ.), σε σύγκριση με €36,8 εκ. ή 22,4% το 2019, ενώ €23,0 εκ. προήλθαν από τον προϋπολογισμό των δημόσιων πανεπιστημίων και €38,9 εκ. από πηγές του εξωτερικού (περιλαμβανομένων κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Ποσό €80,3 εκ. ή 43,5% του συνόλου προήλθε από τον ιδιωτικό τομέα.
Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, επικεντρώθηκε στις θετικές επιστήμες (€82,2 εκ.), ενώ οι επιστήμες μηχανικού απορρόφησαν €60,0 εκ., οι κοινωνικές επιστήμες €19,0 εκ., οι ιατρικές επιστήμες €9,6 εκ., οι αγροτικές επιστήμες €7,4 εκ. και οι ανθρωπιστικές επιστήμες €6,5 εκ.
Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε ερευνητικές δραστηριότητες κατά το 2020 ανήλθε σε 4.196, σε σύγκριση με 4.082 το 2019.
Σε όρους ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 2.231 άτομα, εκ των οποίων τα 877 ή 39,3% ήταν γυναίκες. Ποσοστό 32,7% του ερευνητικού δυναμικού κατείχε διδακτορικό τίτλο.