Kathimerini.gr
Ελευθερία Κούρταλη
Ανεξαρτήτως του ποιος τελικά θα κερδίσει σ’ αυτές τις απρόβλεπτες εκλογές, οι επιπτώσεις τους θα «αντηχούν» για χρόνια στις διεθνείς αγορές. Οι αμερικανικές κάλπες δεν είναι ποτέ ασήμαντες για την παγκόσμια οικονομία, δεδομένου του κυρίαρχου ρόλου των ΗΠΑ, αλλά αυτή τη φορά ο πιθανός αντίκτυπος θεωρείται πιο εκτεταμένος από ό,τι σε προηγούμενες εκλογές. Ορισμένες από τις προτάσεις πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, όπως στο μέτωπο των δασμών, θα μπορούσαν να διαταράξουν βαθιά τον τρόπο λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας και, μαζί με τα πιθανά αντίποινα, θα μπορούσαν να επηρεάσουν δραματικά τις παγκόσμιες εμπορικές και επενδυτικές ροές. Επιπλέον, οι προτάσεις φορολογικής πολιτικής του Τραμπ, εάν εφαρμοστούν πλήρως, θα επιδεινώσουν τα δημοσιονομικά προβλήματα των ΗΠΑ περισσότερο από ό,τι οι προτάσεις της Χάρις. Βέβαια, πολλά θα εξαρτηθούν όχι μόνο από το ποιος θα κερδίσει τον Λευκό Οίκο, αλλά και ποιο κόμμα θα ελέγχει το Κογκρέσο.
Για την ευρωπαϊκή οικονομία, δύο είναι τα βασικά «κανάλια» μέσω των οποίων το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα έχει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις: το εμπόριο και η άμυνα.
Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε. σε εξαγωγές και εισαγωγές. Επιπλέον, ο ρόλος τους ως προμηθεύτριες ενέργειας και συναφών προϊόντων στην Ε.Ε. έχει αυξηθεί σε σημασία μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Κατά την UBS, σε οποιοδήποτε σενάριο, υπάρχει πολύ χαμηλή πιθανότητα για μια σημαντική εμπορική συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε. και των ΗΠΑ. Αντιθέτως, στο επίκεντρο θα βρεθούν ενδεχόμενες κινήσεις προστατευτισμού των ΗΠΑ προς την Ευρώπη, οι οποίες θα μπορούσαν να συμβούν υπό οποιονδήποτε υποψήφιο. Κι αυτό δεν αφορά μόνο το διμερές εμπόριο μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ. Η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας έχει επίσης επηρεάσει την προσέγγιση της Ε.Ε. στο εμπόριο με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μια προεδρία Χάρις θα αντιπροσωπεύει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική συνέχεια και ενδεχομένως μια πιο προβλέψιμη πορεία πολιτικής στον τομέα της άμυνας, με δέσμευση για πολυμερή προσέγγιση στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων και της εμπορικής πολιτικής. Αντιθέτως, μια προεδρία Τραμπ δυνητικά δημιουργεί περισσότερη αβεβαιότητα.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ο Τραμπ έχει υποστηρίξει την επιβολή γενικού δασμού 10% έως και 20% στις εισαγωγές. Αυτό θα αποτελέσει πρόσθετο κόστος για τους εξαγωγείς της Ευρωζώνης και θα επιβραδύνει τις ευρωπαϊκές οικονομίες – ιδιαίτερα τη Γερμανία, για την οποία οι ΗΠΑ αποτελούν βασική εξαγωγική αγορά. Ερευνα που παρουσιάστηκε στο φόρουμ της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας υποστήριξε ότι οι δασμοί θα οδηγούσαν το ΑΕΠ της Ευρωζώνης σε πτώση τουλάχιστον 1%. Ανάλογες είναι και οι προβλέψεις της Goldman Sachs. Το γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο έχει εκτιμήσει ότι οι δασμοί θα μειώσουν το γερμανικό ΑΕΠ κατά 1,2%-1,4% έως το 2028. Πάντως, η Capital Economics πιστεύει ότι το πλήγμα στην οικονομία της Ευρωζώνης θα ήταν πολύ μικρότερο. Κατά την άποψή της, η απειλή των αμερικανικών δασμών θα μπορούσε κατ’ αρχάς να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με αντάλλαγμα παραχωρήσεις από την Ε.Ε., όπως είχε κάνει ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ όταν οι ΗΠΑ απείλησαν με δασμούς στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα το 2018. Και να υλοποιηθεί η απειλή, ωστόσο, ο οίκος εκτιμά ότι το άμεσο «χτύπημα» από δασμούς 10% θα ήταν περίπου 0,1% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης μόνο, οπότε ένα 20% θα κόστιζε μόνο περίπου το 0,2% του ΑΕΠ, κατανεμημένο σε μερικά χρόνια. Ενας λόγος γι’ αυτή τη σχετικά χαμηλή εκτίμηση είναι ότι οι εξαγωγές στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν μικρό μερίδιο της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Εκτός από τον άμεσο αντίκτυπο των δασμών, θα υπήρχε κόστος για την Ευρώπη από την ευρύτερη στροφή προς τον προστατευτισμό. Εάν ο Τραμπ εφαρμόσει δασμούς στην Κίνα, οι ευρωπαϊκές εταιρείες που εξάγουν σε τρίτες χώρες ίσως διαπιστώσουν ότι υπάρχει ακόμη μεγαλύτερος ανταγωνισμός από κινεζικές εταιρείες που θέλουν να ανακατευθύνουν τις εξαγωγές τους από τις ΗΠΑ. Θα μπορούσαν επίσης να υπάρξουν κίνδυνοι για την Ευρώπη από την κλιμάκωση των εμπορικών φραγμών ΗΠΑ – Κίνας, πλήττοντας την παγκόσμια επιχειρηματική εμπιστοσύνη.
Αναφορικά με την Κίνα, ο Τραμπ έχει υποστηρίξει την επιβολή δασμών 60%, που αν εφαρμοστεί πλήρως θα μπορούσε να αναγκάσει την έξοδο από τις περισσότερες κινεζικές εξαγωγές, βλάπτοντας τη συνολική ανάπτυξη της Κίνας, με αναλυτές να προβλέπουν πτώση 2% του κινεζικού ΑΕΠ. Ωστόσο, η UBS πιστεύει ότι το ενδεχόμενο νέο δασμολογικό καθεστώς του Τραμπ θα επιβληθεί μέσω μιας σταδιακής προσέγγισης και αυτό θα αφαιρέσει 0,5% από την ανάπτυξη της Κίνας ετησίως τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια, με τις άμεσες επιπτώσεις να βλάπτουν επίσης μικρότερες οικονομίες με εμπορικό προσανατολισμό, τόσο στη Βόρεια όσο και στη Νοτιοανατολική Ασία.
Το Bloomberg Economics προβλέπει ότι οι δασμοί του Τραμπ θα μειώσουν το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 0,8% και θα προσθέσουν 4,3% στον πληθωρισμό έως το 2028, εάν η Κίνα προχωρήσει σε αντίποινα. Εάν και ο υπόλοιπος κόσμος προβεί σε αντίποινα με δασμούς στα αγαθά που εισάγονται από τις ΗΠΑ, το πλήγμα στην ανάπτυξη θα ήταν μεγαλύτερο, μειώνοντας το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 1,3%, αλλά θα προσθέσει μόλις 0,5% στον πληθωρισμό λόγω της αποδυναμωμένης οικονομίας των ΗΠΑ. Αντίθετα, η Χάρις υπόσχεται πιο συνεπείς εμπορικές σχέσεις, στοχεύοντας σε συνέχιση των πολιτικών Μπάιντεν.
Οσον αφορά το ζήτημα της άμυνας, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της κάλπης, οι ευρωπαϊκές χώρες γνωρίζουν ήδη ότι πρέπει να αφιερώσουν περισσότερους πόρους στην άμυνα, καθώς η μακροπρόθεσμη υποστήριξη των ΗΠΑ δεν μπορεί πλέον να είναι εξασφαλισμένη. Η Ευρώπη έχει ήδη αυξήσει το μερίδιό της στις αμυντικές δαπάνες, καθώς προσπαθεί να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ ύψους 2% του ΑΕΠ, αλλά πολλές χώρες έχουν ακόμη δρόμο να διανύσουν.
Οπως σημειώνει η UBS, με τους προϋπολογισμούς σε ολόκληρη την ήπειρο να αντιμετωπίζουν μια περίοδο εξυγίανσης έπειτα από σημαντική αύξηση των δαπανών κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 όσο και της ενεργειακής κρίσης, περαιτέρω πίεση για αύξηση των αμυντικών δαπανών θα μπορούσε να αντιμετωπίσει προκλήσεις. «Κατά την άποψή μας, μια προεδρία Τραμπ αυξάνει τον κίνδυνο για υψηλότερες δαπάνες νωρίτερα, ενώ μια προεδρία Χάρις μπορεί να δώσει στην Ευρώπη περισσότερο χρόνο», τονίζουν οι αναλυτές της UBS.
Για την οικονομία των ΗΠΑ η συνολική στάση της δημοσιονομικής πολιτικής μπορεί να είναι παρόμοια υπό τον Τραμπ και υπό τη Χάρις, αλλά και οι δύο έχουν αντίθετο όραμα όσον αφορά τους φόρους και τις δαπάνες. Ο Τραμπ έχει δεσμευτεί να χρηματοδοτήσει φορολογικές μειώσεις με έσοδα από εισαγωγικούς δασμούς, ενώ η Χάρις έχει δεσμευτεί να αυξήσει τους φόρους στις επιχειρήσεις και στα υψηλά εισοδήματα για να χρηματοδοτήσει τις κοινωνικές δαπάνες. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι και τα δύο φορολογικά σχέδια θα αυξήσουν το έλλειμμα, αλλά ο αντίκτυπος της πολιτικής Τραμπ θα είναι μεγαλύτερος. Σύμφωνα με μελέτη της επιτροπής για έναν υπεύθυνο ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, ο Τραμπ θα προσθέσει 7,75 τρισ. δολάρια στο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ στη δεκαετία και η Χάρις 3,95 τρισ. δολάρια. Οι πολιτικές του Τραμπ παρουσιάζουν τους μεγαλύτερους κινδύνους για τον πληθωρισμό, λόγω της επίδρασης των δασμών στις τιμές των εισαγωγών, που θα μπορούσαν να αναγκάσουν τη Fed να διατηρήσει τα επιτόκια υψηλά.
Ο ενεργειακός τομέας είναι επίσης αντιμέτωπος με σημαντικές αλλαγές, ανάλογα με τα εκλογικά αποτελέσματα. Εάν κερδίσει ο Τραμπ, η προσέγγισή του υπέρ των ορυκτών καυσίμων είναι πιθανό να προκαλέσει αυξημένη εξόρυξη πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει προσωρινά το ενεργειακό κόστος, αλλά παρακάμπτει μακροπρόθεσμες λύσεις για την κλιματική κρίση. Από την άλλη, η Χάρις υποστηρίζει πρωτοβουλίες καθαρότερης ενέργειας και έχει επισημάνει σχέδια για τη μετάβαση των νοικοκυριών σε πιο βιώσιμες ενεργειακές λύσεις.
Προβλέψεις για τις επιπτώσεις από την επιβολή δασμών Τραμπ
0,8% αναμένεται να μειωθεί το ΑΕΠ των ΗΠΑ έως το 2028, όπως προβλέπει το Bloomberg Economics. Εάν και ο υπόλοιπος κόσμος προβεί σε αντίποινα με δασμούς σε εισαγόμενα αμερικανικά αγαθά, το ΑΕΠ των ΗΠΑ θα μειωθεί κατά 1,3%.
1% τουλάχιστον η πτώση του ΑΕΠ της ευρωζώνης, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο φόρουμ της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας, ενώ ανάλογες είναι και οι προβλέψεις της Goldman Sachs.
1,2-1,4% θα είναι η μείωση του γερμανικού ΑΕΠ έως το 2028, όπως εκτιμά το Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο.
2% προβλέπουν οι αναλυτές ότι θα είναι η πτώση του κινεζικού ΑΕΠ εφόσον επιβληθούν δασμοί 60% στην Κίνα. Ωστόσο, η UBS πιστεύει ότι οι δασμοί θα επιβληθούν σταδιακά αφαιρώντας 0,5% από την ανάπτυξη ετησίως σε δύο έως τρία χρόνια.